Ἐκκλησιαστικὸ πραξικόπημα

«Ἀπόφαση – βόμβα ἔλαβε τὸ Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας» στὶς 27 Νοεμβρίου 2017, «ἀναγνωρίζοντας τὴ σχισματικὴ καὶ αὐτοαποκαλούμενη “Μακεδονικὴ” Ἐκκλησία (…). Ἡ ἀπόφαση, ποὺ ἐλήφθη ἀπὸ τὴ Σύνοδο ὑπὸ τὸν Πατριάρχη Νεόφυτο, ἀποδεικνύει ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Βουλγαρίας βαδίζει σὲ ἐπικίνδυνες ἀτραπούς, καθώς – ὅπως ὅλα δείχνουν – φαίνεται νὰ ἔχει ἀποδεχθεῖ τὸν ρόλο τοῦ ἐκτελεστικοῦ ὀργάνου σὲ ἕνα ἐπικίνδυνο ἐκκλησιαστικὸ παιχνίδι μὲ πολιτικὲς καὶ διπλωματικὲς διαστάσεις.

Μὲ τὴν ὁμόφωνη ἀπόφασή της νὰ ἀνταποκριθεῖ θετικὰ στὴν αἴτηση τῆς σχισματικῆς “Μακεδονικῆς” Ἐκκλησίας, ἡ Ἱερὰ Σύν­οδος τῆς Ἐκκλησίας στὴ Βουλγαρία δημιουργεῖ μεῖζον μέτωπο μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Σερβίας. Στὶς ἀρχὲς Νοεμβρίου ὁ σχισματικὸς Ἀρχιεπίσκοπος Στέφανος ζήτησε τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴν ἀπόδοση Αὐτοκεφαλίας στὴ “Μακεδονικὴ” Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας. Τελικὰ τὸ Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας ἀποδέχθηκε τὴν αἴτηση ἀναλαμβάνοντας τὸν ρόλο τῆς “μητέρας” τῆς σχισματικῆς “Μακεδονικῆς” Ἐκκλησίας. (…)

Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ δημιουργεῖ πολλαπλὰ ἐκκλησιολογικὰ προβλήματα, καθὼς βάσει τῶν Ἱερῶν Κανόνων τὸ ἔδαφος τῆς ΠΓΔΜ ἀνήκει ἐκκλησιαστικὰ στὸ Πατριαρχεῖο Σερβίας, συνεπῶς τὸ Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας δὲν μπορεῖ νὰ ἀποφανθεῖ γιὰ τὸ θέμα αὐτό, ὡς ἀναρμόδιο. Ἐπιπλέον, ἡ μόνη ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ ποὺ εἶναι ἁρμόδια νὰ ἀποφανθεῖ ἐπὶ αἰτήματος ἀναγνώρισης καὶ αὐτοκεφαλίας εἶναι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο» («Δημοκρατία» 28-11-2017).

Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι λίγες ἡμέρες νωρίτερα «τὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο γιὰ τὰ Ἀνθρώπινα Δικαιώματα στὸ Στρασβοῦργο ἐδικαίωσε τὴν Σερβικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (SPC) στὴν προσφυγή της κατὰ τῆς ΠΓΔΜ γιὰ τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀχρίδας.

Ὅπως ἀναφέρεται σὲ ἀνακοίνωση τῆς SPC, τὸ δικαστήριο, μὲ ἀπόφασή του στὶς 16 Νοεμβρίου, ἔκρινε ὅτι “ἡ ΠΓΔΜ, μὲ τὴν ἄρνησή της νὰ καταχωρίσει τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀχρίδας ὡς ὀρθόδοξη θρησκευτι­κὴ κοινότητα παραβίασε τὸ ἄρθρο 11 τῆς εὐρωπαϊκῆς διακηρύξεως ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων”» (ἐλευθερία τοῦ συνέρχεσθαι καὶ τοῦ συνεταιρίζεσθαι) σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ἄρθρο 9 (ἐλευθερία σκέψεως, συνειδήσεως καὶ θρησκείας). Ὑπενθυμίζεται ὅτι ἡ αὐτόνομη Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀχρίδας «εἶναι ἡ μοναδικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία» ποὺ ἔχει ἀναγνωρισθεῖ ἀπὸ ὅλες τὶς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ὡς κανονικὴ καὶ νόμιμη. «Σημειώνεται ὅτι ἡ ἄλλη Ἐκκλησία ποὺ αὐτοαποκαλεῖται “Μακεδονικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία” αὐτοανεκηρύχθη αὐτοκέφαλη τὸ 1967, θεωρεῖται σχισματικὴ καὶ δὲν ἀναγνωρίζεται ἀπὸ καμμία ἄλλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὸν κόσμο» («Ἑστία 20-11-2017).

Εἶναι πολὺ θλιβερὸ τὸ ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας γιὰ λόγους πολιτικούς – ἐθνικιστικοὺς προχώρησε σ᾿ αὐτὴ τὴν παράτολμη καὶ ἀντικανονικὴ πράξη, ἡ ὁποία δυναμιτίζει τὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ προοιωνίζεται μόνο δυσάρεστες ἐξελίξεις στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο.