ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (24/4)

Σήμερα 24/4 εορτάζουν:

  • Οσία Ελισάβετ η Θαυματουργή
  • Άγιος Σάββας ο Στρατηλάτης, ο Γότθος
  • Όσιος Ξενοφών κτήτορας της φερωνύμου μονής του Αγίου Όρους
  • Άγιοι Εβδομήκοντα Στρατιώτες
  • Άγιοι Πασικράτης και Βαλεντίων
  • Άγιοι Δάναβος, Δημήτριος, Ευσέβιος, Λεόντιος, Λογγίνος, Νεστάβος, Νέων και Χριστόφορος
  • Άγιος Δούκας ο ράπτης από τη Μυτιλήνη
  • Άγιος Νικόλαος που μαρτύρησε στη Μαγνησία
  • Όσιος Σάββας ο εν τω Σπηλαίω
  • Όσιος Θαυμαστός
  • Όσιος Θωμάς ο διά Χριστόν σαλός
  • Όσιος Αλέξιος ο Έγκλειστος
  • Άγιος Μελίτων Αρχιεπίσκοπος Καντουαρίας
  • Όσιος Ιωσήφ ο Ομολογητής εκ Ρουμανίας
  • Άγιος Ηλίας ο Ομολογητής εκ Ρουμανίας
  • Άγιος Σάββας ο Ομολογητής εκ Ρουμανίας
  • Άγιοι Αχιλλέας και Ευτέξιος ο ιερομάρτυρας
  • Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Μόλχα της Ρωσίας
  • Ανάμνηση Θαύματος Αγίου Σπυρίδωνα

Ἡ Ὁσία Ἐλισάβετ ἡ Θαυματουργός

24.-Osia-Elizabeth

Ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας της εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ὅτι ἡ Ἐλισάβετ θὰ γινόταν ἀστέρας ὑπέρλαμπρος τῆς χριστιανικῆς ἀρετῆς. Αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν ἐμφάνιση ἀγγέλου στὴ μητέρα της, ποὺ τῆς εἶπε ὅτι θὰ γεννήσει κόρη, ποὺ θὰ διακριθεῖ στὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ. Πράγματι, ἡ Ἐλισάβετ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἔδωσε τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα της στὴ διακονία τῶν πασχόντων συνανθρώπων της. Μὲ κάθε νόμιμο τρόπο, προσπαθοῦσε νὰ βρεῖ πόρους γιὰ τὴν συντήρηση τῶν φτωχῶν, καὶ συγχρόνως δωρεὰν μόρφωνε καὶ κατηχοῦσε τὰ παιδιά τους. Θύμιζε, ἔτσι, τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέει: «Πτωχῷ ἔκτεινον τὴν χεῖρα σου, ἵνα τελειωθῇ ἡ εὐλογία σου»· Ἅπλωσε, δηλαδή, μὲ ἐλεημοσύνη τὸ χέρι σου στὸ φτωχό, γιὰ νὰ εἶναι τέλεια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ σὲ σένα. Ἔπειτα, νύχτα-μέρα πρόσφερε τὴν ὑπηρεσία της στοὺς ἀῤῥώστους σὰν ἁπλὴ νοσοκόμα, ἐμπνεόμενη πάλι ἀπὸ τὸ θεῖο λόγο, ποὺ λέει: «Μὴ ὀκνεῖ ἐπισκέπτεσται ἄῤῥωστον, ἐκ γὰρ τῶν τοιούτων ἀγαπηθήση». Δηλαδή, μὴν εἶσαι ἀπρόθυμος στὸ νὰ ἐπισκέπτεσαι τὸν ἄῤῥωστο, διότι ἀπὸ κάτι τέτοια ἔργα θὰ ἀγαπηθεῖς ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἐπίσης, δὲν παρέλειπε νὰ παρηγορεῖ τοὺς θλιβομένους καὶ στενοχωρημένους συνανθρώπους της, διότι ἡ ψυχή της ἄκουγε καὶ πάλι τὸ θεῖο λόγο, ποὺ λέει: «Μὴ ὑστερεῖ ἀπὸ κλαιόντων». Δηλαδή, μὴ παραλείπεις νὰ συμπαρίστασαι σ᾿ αὐτοὺς ποὺ κλαῖνε. Ἡ Ἐλισάβετ πέθανε εὐεργετῶντας, ἀλλὰ καὶ θαυματουργῶντας, διότι ὁ Θεὸς τῆς εἶχε δώσει καὶ αὐτὸ τὸ χάρισμα.

Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης, ὁ Γότθος

Στὴν καταγωγὴ ἦταν Γότθος καὶ ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα, στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ, καὶ ὑπηρετοῦσε στὴ Ῥώμη. Ὁ βασιλιὰς δὲν γνώριζε ὅτι ὁ Σάββας ἦταν χριστιανός, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς δὲν θεώρησε ὅτι ἔπρεπε νὰ προφυλαχθεῖ ὅταν διώκονταν καὶ φυλακίζονταν οἱ χριστιανοί. Ὁ ἴδιος πήγαινε τρόφιμα στοὺς φυλακισμένους καὶ τοὺς πρόσφερε τὴν ἀδελφική του ἀγάπη καὶ συμπαράσταση. Ὅμως, οἱ ἀξιωματικοὶ τῶν φυλακῶν τὸν κατήγγειλαν στὸν αὐτοκράτορα, ποὺ μάταια προσπάθησε νὰ τὸν πείσει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Τότε διέταξε καὶ τοῦ ἔσχισαν τὶς πλευρὲς καὶ τὶς πληγές του ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Ἀλλ᾿ ἡ καρτερία τοῦ Σάββα, φάνηκε ἀντάξια τῆς πίστης του. Ἀφοῦ εἶδαν ὅτι δὲν μποροῦσαν νὰ κατορθώσουν τίποτα, ἀποφασίστηκε ὁ θάνατός του. Ἐπειδὴ ὅμως εἶχε μεγάλο ἀξίωμα, ἡ εἴδηση ὅτι θὰ θανατωθεῖ, ἔφερε στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσής του πλήθη θεατῶν. Ἀφοῦ ἔβρασαν λοιπὸν ἕνα καζάνι μὲ πίσσα, ὁ ἐπικεφαλὴς τοῦ ἀποσπάσματος διέταξε νὰ ῥίξουν τὸν μάρτυρα μέσα. Ἀλλὰ ἀπὸ θαῦμα ὁ Ἅγιος παρέμεινε ἀβλαβής. Τὸ θέαμα κίνησε μεγάλο θαυμασμό, καὶ 70 ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ εἰδωλολάτρες πίστεψαν στὸ Χριστὸ καὶ ἐπὶ τόπου ἀποκεφαλίστηκαν. Τὸν δὲ Σάββα, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν μεγάλη πέτρα στὸ λαιμό, τὸν ἔριξαν στὸν ποταμὸ Τίβερη καὶ ἔτσι πῆρε τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Οἱ Ἅγιοι 70 Στρατιῶται

Αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστὸ διὰ τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Οἱ Ἅγιοι Ἀχιλλέας καὶ Εὐτέξιος ὁ ἱερομάρτυρας

Ἡ μνήμη τους ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη τους.

Οἱ Ἅγιοι Πασικράτης καὶ Βαλεντίων

Κατάγονταν ἀπὸ τὸ Δορύστολο τῆς Μυσίας (περιοχὴ τῆς Βαλκανικῆς χερσονήσου) καὶ ἦταν στρατιῶτες χριστιανοί, κατὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἔπαρχος ἦταν ὁ Αὐλοζάνης. Ἐπειδὴ δὲν ἀνέχονταν τὴν προσκύνηση τῶν εἰδώλων ἀπὸ τοὺς ἐθνικούς, ἔκαναν δριμύτατη παρατήρηση σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὰ πίστευαν καὶ ὁμολόγησαν Θεὸ ἀληθινὸ τὸν Χριστό. Ὁπότε συνελήφθηκαν καὶ ὁδηγήθηκαν στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος τοὺς παρότρυνε νὰ προσφέρουν θυσία στὸν Ἀπόλλωνα. Ὁ μὲν Πασικράτης ἀρνήθηκε καί, ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν μὲ ἁλυσίδες, τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Ἐκεῖ ἦλθε ὁ ἀδελφός του καὶ τὸν συμβούλευσε νὰ προσφέρει ἔστω λίγο θυμίαμα γιὰ νὰ σωθεῖ. Ἀλλ᾿ ὁ Πασικράτης τὸν ἔδιωξε καὶ δέχτηκε μὲ χαρὰ τὴν ἀπόφαση τοῦ ἡγεμόνα ν᾿ ἀποκεφαλιστεῖ. Ὁ δὲ Βαλεντίων, ὅταν ῥωτήθηκε ἂν συμφωνεῖ μὲ αὐτὰ ποὺ πιστεύει ὁ Πασικράτης, ἀπάντησε πὼς καὶ αὐτὸς ἐμμένει στὴ Χριστιανική του πίστη καὶ δὲν πρόκειται νὰ θυσιάσει ποτὲ στὰ ἄψυχα εἴδωλα. Τότε καὶ οἱ δυὸ ἀποκεφαλίστηκαν, σὲ ἡλικία, ὁ μὲν Πασικράτης 22 ἐτῶν, ὁ δὲ Βαλεντίων 30.

Οἱ Ἅγιοι Εὐσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγῖνος, Χριστοφόρος, Δημήτριος, Δάναβος καὶ Νέσταβος

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ προσῆλθαν στὴ χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ μεγαλομάρτυρα Γεωργίου, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἐνδόξου μαρτυρίου του. Ὁπότε ὅλοι ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ φυλακίστηκαν. Ἔπειτα μὲ πρόσταγμα τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-304), τοὺς κρέμασαν, ξέσχισαν τὶς σάρκες τους καὶ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν, παίρνοντας ἔτσι ὅλοι τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Ὁ Ἅγιος Δούκας ὁ ῥάπτης, ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη

Ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη καὶ ἦταν νέος ὡραῖος, ἐνάρετος καὶ ἐργαζόταν σὰν ῥάφτης σὲ κάποιο ῥαφεῖο στὴν Κωνσταντινούπολη. Κάποτε ὅμως ποὺ πῆγε νὰ προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του στὸ σπίτι κάποιου μεγιστᾶνα Τούρκου, δέχτηκε ἄσεμνη ἐπίθεση ἀπὸ τὴν ἀκόλαστη γυναῖκα αὐτοῦ τοῦ μεγιστᾶνα, καὶ σὰν ἄλλος σώφρων Ἰωσὴφ ἔφυγε μακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι της. Τότε αὐτή, γιὰ νὰ προλάβει τὴν ντροπή της, πῆγε καὶ συκοφάντησε τὸν μάρτυρα στὸν Βεζίρη, ὅτι δῆθεν αὐτὸς προσπάθησε νὰ τὴν βιάσει μέσα στὸ σπίτι της. Ὁ ἔπαρχος ἀμέσως συνέλαβε τὸν Δούκα καὶ τὸν ὁδήγησε μπροστὰ στὸν Βεζίρη, ὅπου ἦταν καὶ ἡ πονηρὴ αὐτὴ γυναῖκα. Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις ποὺ τοῦ ἔγιναν, ὁ Δούκας δὲν ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια. Οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ τὸν ἔγδαραν ζωντανό, ἔριξαν τὸ δέρμα του στὴ θάλασσα καὶ συνέχισαν τὰ βασανιστήρια τοὺς στὸ ἄψυχο καὶ ἄμορφο σῶμα τοῦ νεομάρτυρα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔγινε στὶς 24 Ἀπριλίου 1564 στὴν Κωνσταντινούπολη ἀποδεικνύοντας τὸν θεῖο ἔρωτα τοῦ μάρτυρα στὴ Χριστιανικὴ πίστη.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ποὺ μαρτύρησε στὴ Μαγνησία

   Ο νε­ο­μάρ­τυς ἅ­γιος Νι­κό­λα­ος ἔ­ζη­σε στὴν πε­ρι­ο­χὴ τῆς Μα­γνη­σί­ας τῆς Μ. Ἀ­σί­ας στὸ χω­ριὸ Γι­α­γι­ά­κι­ο­ϊ τῆς πε­ρι­φε­ρεί­ας τῆς Περ­γά­μου. Ὁ πα­τέ­ρας του ἦ­ταν ὁ Χατ­ζη-Κα­νέλ­λος, ἄν­θρω­πος τί­μιος καὶ ἔμ­πι­στος ἀ­πὸ ὅ­λους, ἀ­κό­μη καὶ ἀ­πὸ τοὺς Τούρ­κους. Γι’ αὐ­τὸ τοῦ εἶ­χε ἀ­να­τε­θῆ ἡ ἐ­πι­στα­σί­α καὶ ἡ εὐ­θύ­νη τῶν ποι­μνί­ων καὶ τῶν ἀ­γρο­κτη­μά­των τοῦ φη­μι­σμέ­νου ἀ­γᾶ – τῆς πε­ρι­ο­χῆς – Κα­ρά-Ὀ­σου­μά­νο­γλου. Σὲ νε­α­ρὴ ἡ­λι­κί­α ὁ Ἅ­γιος καὶ μὲ τὴ σύμ­φω­νη γνώ­μη τοῦ πα­τέ­ρα του ἀρ­ρα­βω­νι­ά­στη­κε μιὰ σε­μνὴ κό­ρη τῆς ἐ­παρ­χί­ας του. Ὅ­ταν ἔ­φθα­σε στὴν ἡ­λι­κί­α τῶν 22 ἐ­τῶν, ἑ­τοι­μά­στη­κε γιὰ τὸν Γά­μο. Σχε­δί­α­ζε μά­λι­στα νὰ γί­νει τὸ Μυ­στή­ριο τὴν Κυ­ρια­κὴ τοῦ Θω­μᾶ. Ἔ­πρε­πε ὅ­μως νὰ με­τα­βεῖ στὴ Μα­γνη­σί­α,  μιά Αἰ­ο­λι­κὴ πό­λη πού βρισκόταν στήν περιοχή τῆς Λυ­δί­ας (σημ. Μά­νισ­σα) γιὰ νὰ τα­κτο­ποι­ή­σει τὶς σχε­τι­κὲς ἄ­δει­ες. Ἀ­νε­χώ­ρη­σε λοι­πόν, ἀ­φοῦ προ­η­γου­μέ­νως ἐ­πῆ­ρε τὴν ἄ­δεια ἀ­πὸ τὸν ἀ­γᾶ καὶ τὸν πα­τέ­ρα του. Ἐ­πει­δὴ δὲ τὸ ἀ­φεν­τι­κό τους – ὁ ἀ­γᾶς Ὀ­σου­μά­νο­γλου – ἐ­θε­ω­ρεῖ­το με­γά­λο ὄ­νο­μα – ἐ­ξου­σια­στής! – ὁ ἅ­γιος «­ξε­θάρ­ρευ­σε» καὶ φό­ρε­σε ὑ­πο­δή­μα­τα τουρ­κι­κὰ καὶ φέ­σι κόκ­κι­νο, πρᾶγ­μα ποὺ ἦ­ταν ἀ­πα­γο­ρευ­μέ­νο στοὺς Χρι­στια­νοὺς τῆς Ἀ­να­το­λῆς.

   Ὅ­ταν ἔ­φθα­σε στὴν πὀ­λη ὁ Ἅ­γιος καὶ τὸν εἶ­δαν ἔ­τσι ντυ­μέ­νο οἱ ὑ­πη­ρέ­ται τοῦ δι­κα­στοῦ τῆς Μα­γνη­σί­ας καὶ ἐ­νῶ ἤ­ξε­ραν ποι­ὸν με­γά­λο ἀ­γᾶ ὑ­πη­ρε­τεῖ, τὸν συ­νέ­λα­βαν καὶ τὸν ὡ­δή­γη­σαν ἀ­μέ­σως γιὰ ἀ­νά­κρι­ση στὸν δι­κα­στή. «Αὐ­τὰ ποὺ φο­ρεῖς, τοῦ εἶ­πε ὁ κα­τῆς, εἶ­ναι τουρ­κι­κὰ καὶ ἀ­πα­γο­ρεύ­ε­ται νὰ τὰ φο­ροῦν ἄλ­λοι ἄν­θρω­ποι δι­α­φο­ρε­τι­κῆς θρη­σκεί­ας. Μή­πως ἔ­χεις πρό­θε­ση νὰ ἀ­σπα­σθεῖς τὴν θρη­σκεί­α τοῦ Μω­ά­μεθ;». Ὁ νε­ώ­τα­τος Νι­κό­λα­ος, χω­ρὶς νὰ τα­ρα­χθεῖ ἀ­πὸ τὴν ὕ­που­λη πει­ρα­σμι­κὴ ἐ­ρώ­τη­ση, ἀ­πάν­τη­σε γεν­ναῖ­α: «Ὁ Θε­ὸς νὰ μὲ φυ­λά­ξει καὶ πο­τὲ νὰ μὴν ἀρ­νη­θῶ τὴν πί­στι μου. Τὰ ροῦ­χα τὰ φο­ρῶ μὲ ἄ­δεια τοῦ με­γά­λου ἀ­γᾶ, ποὺ πι­στὰ τὸν ὑ­πη­ρε­τεῖ καὶ τὸν δου­λεύ­ει ὁ πα­τέ­ρας μου».

   Τό­τε ὁ δι­κα­στὴς δι­α­τά­ζει νὰ τὸν μα­στι­γώ­σουν. Καὶ ὁ Ἅ­γιος ἀ­τά­ρα­χος δέ­χε­ται τὰ ἄ­γρια κτυ­πή­μα­τα. Πά­σχει, ὑ­πο­φέ­ρει, κα­θὼς τὸ αἷ­μα του τρέ­χει. Ἱ­ε­ρὸ ρῖ­γος τὸν δι­α­περ­νᾶ. Ὑ­πο­μέ­νει γεν­ναῖ­α καὶ μὲ εὐ­χα­ρί­στη­ση τοὺς ρα­βδι­σμούς. Ἡ μα­στί­γω­ση στα­μα­τᾶ. Τὸν πα­ρα­κι­νοῦν τώ­ρα νὰ τουρ­κέ­ψει καὶ τοῦ ὑ­πό­σχον­ται ὅ­τι θὰ στα­μα­τή­σουν τὸ μαρ­τύ­ριο. Καὶ αὐ­τὸς μὲ πε­ρισ­σό­τε­ρη γεν­ναι­ό­τη­τα ἀ­πο­κρί­νε­ται: «Δὲν ἀρ­νοῦ­μαι τὴν πί­στι μου ἀ­κό­μη καὶ μὲ τὸν πιὸ ἐ­πώ­δυ­νο θά­να­το».

   Ὠρ­γι­σμέ­νος ὁ κρι­τὴς δι­α­τά­ζει βι­αι­ό­τε­ρη μα­στί­γω­ση. Ὁ Ἅ­γιος ἔ­χει εἰ­σέλ­θει στὸν ἔν­δο­ξο δρό­μο τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου του. Δί­νει τὶς ἱ­ε­ρὲς ἐ­κεῖ­νες μά­χες προ­κει­μέ­νου νὰ δι­α­φυ­λά­ξει ἀ­κε­ραί­α τὴν πί­στι του, νὰ μὴν προ­δώ­σει τὴν ἀ­γά­πη τοῦ Χρι­στοῦ.

   Ποῦ νὰ ἤ­ξε­ρε ὅ­τι 50 χρό­νια με­τὰ τὸν θά­να­τό του ἡ Ἑλ­λά­δα θὰ ἀ­νέ­πνε­ε τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α της; Ποῦ νὰ ἐ­γνώ­ρι­ζε ὅ­τι σὲ λί­γο θὰ ἐ­γί­νε­το νε­ο­μάρ­τυ­ρας! Ἅ­γιος τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας μας!…

   Προ­σπα­θοῦν τώ­ρα νὰ τὸν κάμ­ψουν μὲ κο­λα­κεῖ­ες, μὲ ὑ­πο­σχέ­σεις γιὰ τι­μὲς καὶ ἀ­ξι­ώ­μα­τα. Ὅ­λα τὰ πε­ρι­φρο­νεῖ ὁ Ἅ­γιος. Δα­κρύ­ζει ἀλ­λὰ δὲν δει­λιά­ζει, κα­θὼς βλέ­πει ὅ­λα τὰ ὄ­νει­ρα τῆς ἐ­πι­γεί­ου ζω­ῆς του νὰ σβή­νουν. Ἡ ἀ­γά­πη του πρὸς τοὺς γο­νεῖς του καὶ τὴν σε­μνὴ μνη­στή του παίρ­νουν τώ­ρα ἀ­κό­μα κα­τώ­τε­ρη θέ­ση μέ­σα του. Καὶ ὁ Συ­να­ξα­ρι­στὴς χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὰ ση­μει­ώ­νει: «Τὰ πάν­τα κα­τα­φρο­νῶν καὶ φω­νά­ζων με­τὰ παρ­ρη­σί­ας ἔ­λε­γε· Μπρο­στά μου βλέ­πω τὸν θά­να­τον, ὦ δι­κα­στά, καὶ δὲν ὑ­πάρ­χει κα­νέ­νας τρό­πος ποὺ νὰ μὲ κά­νει νὰ ἀρ­νη­θῶ τὴν πί­στι μου».

   Ἀ­κο­λου­θεῖ καὶ τρί­τη καὶ τε­τάρ­τη μα­στί­γω­ση. Αὐ­τὴ τὴν φο­ρὰ τὸν κτυ­ποῦν σκλη­ρὰ καὶ ἀ­πάν­θρω­πα στὴν κοι­λια­κὴ χώ­ρα καὶ ρί­χνουν μι­σο­πε­θα­μέ­νο τὸν εὐ­λο­γη­μέ­νο αὐ­τὸν μάρ­τυ­ρα στὴ φυ­λα­κή!

   Ὁ ἅ­γιος Νι­κό­λα­ος ὁ νε­ο­μάρ­τυς ἐ­δῶ θὰ πε­ρά­σει ἀ­κό­μη ἄλ­λες τρεῖς ἡ­μέ­ρες, τὶς τε­λευ­ταῖ­ες τῆς ἐ­πι­γεί­ου ζω­ῆς του. Τὶς περ­νᾶ μὲ ὑ­πο­μο­νὴ καὶ μὲ προ­σευ­χὴ δο­ξο­λο­γί­ας πρὸς τὸν Θε­ό, ποὺ ἀ­ξι­ώ­νε­ται ἀ­πὸ Αὐ­τὸν νὰ ζεῖ μιὰ τό­σο με­γά­λη τι­μή, νὰ γί­νε­ται μάρ­τυ­ράς του. Καὶ ἔ­τσι ἡ ἁ­γί­α του ψυ­χὴ φω­τει­νὴ μὲ τὸ λαμ­πρὸ ἔν­δυ­μα τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου ἀ­νε­χώ­ρη­σε γιὰ τὸν οὐ­ρα­νὸ στὶς 24 Ἀ­πρι­λί­ου τοῦ 1769. Ἐ­κεῖ ἑ­νω­μέ­νος μὲ τὸν χο­ρὸ τῶν ἀ­θλη­τῶν καὶ συμ­μαρ­τύ­ρων του αἰ­νεῖ καὶ δο­ξά­ζει τὸν οὐ­ρά­νιο Νυμ­φί­ο του.

   Οἱ πιὸ δύ­σκο­λες στιγ­μὲς στὴ ζω­ὴ τοῦ κά­θε πι­στοῦ Χρι­στια­νοῦ – σὲ ὁ­ποι­α­δή­πο­τε ἐ­πο­χὴ καὶ ἂν ζεῖ – εἶ­ναι ἐ­κεῖ­νες ποὺ θὰ κλη­θεῖ νὰ ὁ­μο­λο­γή­σει πί­στι στὸν Θε­ὸν τὸν ἀ­λη­θι­νό, ἔ­στω καὶ ἂν ἡ ὁ­μο­λο­γί­α αὐ­τὴ τοῦ στοι­χί­σει. Ὁ ἅ­γιος Νι­κό­λα­ος ὁ νε­ο­μάρ­τυς μᾶς δι­δά­σκει τὸ μά­θη­μα τῆς ἀν­δρεί­ας καὶ τῆς ἡ­ρω­ϊ­κῆς ὁ­μο­λο­γί­ας τοῦ Χρι­στοῦ. Μὴ δι­στά­ζου­με λοι­πὸν καὶ μεῖς στὶς δύ­σκο­λες ὧ­ρες τῶν με­γά­λων προ­κλή­σε­ων νὰ ὁ­μο­λο­γοῦ­με στα­θε­ρά: «Εἶ­μαι τοῦ Χρι­στοῦ»! Τό­τε θὰ εἴ­μα­στε ἄ­ξιοι μι­μη­ταὶ ἐ­κεί­νων τῶν Ἁ­γί­ων, τῶν ἰ­δι­κῶν μας νε­ο­μαρ­τύ­ρων. Τό­τε καὶ οἱ ἅ­γιοι ἔν­δο­ξοι νε­ο­μάρ­τυ­ρές μας θὰ χαί­ρων­ται κα­θὼς θὰ μᾶς βλέ­πουν νὰ βα­δί­ζου­με στὰ ἴ­χνη τους, ἴ­χνη ποὺ ὁ­δη­γοῦν στὸν Πα­ρά­δει­σο!

 «Ἀ­πό τό πε­ρι­ο­δι­κό «Ο ΣΩΤΗΡ»