Ψαλμ. ιε΄5-6

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Κύριος μερίς τῆς κληρονομίας μου καί τοῦ ποτηρίου μου· σύ εἶ ὁ ἀποκαθιστῶν τήν κληρονομίαν μου ἐμοί. σχοινία ἐπέπεσάν μοι ἐν τοῖς κρατίστοις· καί γάρ ἡ κληρονομία μου κρατίστη μοι ἐστιν».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Οὐδέ ἐγώ θά συγκαταλεχθῶ μέ αὐτούς. Ὁ Κύριος εἶναι τό μερίδιον τῆς πολυτίμου κληρονομίας, πού μοῦ ἔλαχεν, ἀλλά καί ἀπό τούς πατέρας μου παρέλαβον· αὐτός εἶναι τό γλυκύτατον πνευματικόν περιεχόμενον τοῦ ποτηρίου, ἀπό τό ὁποῖον πίνω καί τό ὁποῖοιν εὐφραίνει ακί ἱκανοποιεῖ πλήρως τήν ψυχήν μου. Σύ εἶσαι,  ὁ ὁποῖος θά μέ καταστήσῃς εὐτυχῆ εἰς τήν κληρονομίαν μου καί θά μέ ἐπαναφέρῃς εἰς τήν ποθητήν καί αἰωνίαν πατρίδα. Ὡς διά γεωμετρικῶν σχοινίων μετρηθέν μοῦ ἔλαχε μερίδιον ἀπό τά καλύτερα. Πράγματι δέ ἡ κληρονομία μου εἶναι ἐξαιρετικῶς λαμπρά. Διότι τί ἄλλο ὑπάρχει καλύτερον ἀπό τήν Σιών καί τί πολυτιμότερον ἀπό τήν θρησκείαν, πού ἐκληρονόμησα ἀπό τούς πατέρας μου;» (Ἀπό τήν «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας», τ. 10ος, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).

ΣΧΟΛΙΟ

      «Ἂν πολλοὶ θεωροῦσαν σὰν σπουδαίους θησαυροὺς τὰ πλούτη, τὰ κοπάδια καὶ τὰ κτήματα·  ἂν ἄλλοι νόμιζαν πὼς θὰ γέμιζαν μὲ εὐτυχία ἀποκτῶντας ἀξιώματα καὶ ρουφῶντας τὶς ἡδονὲς τῆς ζωῆς, δὲν εἶχε τοῦτο καμμιὰ σημασία γιὰ τὸν Δαβίδ. Ἐκεῖνος τὸ εἶχε λύσει μία γιὰ πάντα μέσα του τὸ θέμα. Ὁ πιὸ πολύτιμος θησαυρός, ἡ πιὸ μεγάλη ἀπόλαυσι καὶ χαρὰ  τοῦ ἦταν ὁ Κύριος καὶ Θεός του. «Κύριος μερὶς τῆς κληρονομίας μου καὶ τοῦ ποτηρίου μου», ἔλεγε καὶ γέμιζε τὸ στόμα του. Αὐτή «ἡ κληρονομιά μου κρατίστη μοὶ ἐστιν», ἐπρόσθετε μὲ χαρὰ καὶ ἐνθουσιασμὸ (Ψαλμ. ιε’ 5-6). Εἶναι τὸ πιὸ ἀκριβὸ ἀγαθό, ποὺ κληρονόμησα ἀπὸ τοὺς πατέρας μου. Μὲ γλυκαίνει καὶ μὲ εὐφραίνει σὰν τὸ πιὸ εὐφρόσυνο ποτό. Εἶναι ὁ πλοῦτος καί ἡ εὐτυχία μου.
      Τὰ λόγια αὐτά, καθὼς ἐξηγεῖ καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, φανερώνουν «δεσμοὺς ἀγάπης» (Ἐξηγ. εἰς ιε’ Ψαλμ.). Εἶναι λόγια ἀνθρώπου, ποὺ εἶχε γεμάτη τὴν καρδιά του ἀπό ἀγάπη θερμὴ γιὰ τὸν Θεό του.
Λόγια ἀνθρώπου ποὺ ἡ καρδιὰ του κτυποῦσε ἀσταμάτητα γιὰ τὸν Κύριο κι ἔνοιωθε γι’ αὐτὸ εὐτυχισμένη.
Διαρκῶς τὸν Κύριο καὶ Θεὸ του εἶχε στὸν νοῦ καί στὴν καρδιὰ του ὁ εὐλογημένος Δαβίδ. Πολὺ περισσότερο ἀπό αὐ¬τὸν ποὺ ἀγαπᾶ μὲ πάθος κάποιον συνάνθρωπό του. Πολὺ περισσότερο ἐπίσης καὶ ἀπό ἐκεῖνον ποὺ σκέφτεται τὴν με¬γάλη κληρονομία, ποὺ τοῦ ἀφήνουν οἱ γονεῖς του, καὶ περιμένει μὲ λαχτάρα τὴν ὥρα, ποὺ θὰ τὴν ἀπολαύσῃ.
    Δὲν κρατοῦσε δὲ ὁ Δαβὶδ κρυφὰ καί μυστικὰ τὰ αἰσθήματά του αὐτὰ γιὰ τὸν Κύριο. Δὲν ἔμενε σὲ μιὰ ἀφηρημένη ἀγάπη ἀπέναντί Του. Φανέρωνε μὲ καύχησι, θὰ μποροῦσε νὰ πῆ κανείς, τὰ συνεχῆ σκιρτήματα τῆς καρδιᾶς του. Τὰ φανέρωνε μὲ τὴν συχνὴ καὶ πολλὴ προσευχὴ καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν λατρευτό τῆς καρδιᾶς του. Τὰ ἔδειχνε μὲ τὴν καθημερινὴ καὶ πλούσια μελέτη τῶν λόγων Του. Τὰ ἐξεδήλωνε καὶ μὲ τὴν ἄγρυπνη φροντίδα του νὰ μή λυπήσῃ σὲ τίποτε μὲ τὴν ζωὴ τοῦ τὸν Κύριό του. Τὰ φανέρωνε ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς ἀδιάκοπους ἀγῶνες του ἐναντίον ὅλων ἐκείνων ποὺ ἐχθρεύονταν τὸν Θεό του, δηλαδὴ τὸν θησαυρό του. Τὰ ἔδειχνε ἐπίσης καὶ μὲ τὴν προσπάθειά του νὰ δοξάζεται ἀπό περισσοτέρους ἀνθρώπους τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ του.
   Ὤ! Πόσα λέει ἀλήθεια στὸν καθένα μας μὲ τοὺς στίχους τοῦ αὐτοὺς ὁ ἀξιοζήλευτος ἐκεῖνος ἄνθρωπος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ ζοῦσε καὶ ἀνέπνεε γιὰ τὸν Κύριο! Πόσους κεντρίζει καὶ παρακινεῖ στὸ ν’ ἀγαπήσουν ἀκόμη πιὸ πολὺ Ἐκεῖνον, πού, ὅπως λέει ἕνας ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι «τῶν ἐφετῶν ἡ ἀκρότης», ὁ πιὸ ποθητὸς δηλαδὴ ἀπό κάθε τί ἄλλο, ποὺ μπορεῖ νὰ ποθήσῃ κανεὶς στὸν κόσμο! Ἀλλά καὶ πόσους ἐλέγχει, γιὰ τὸ ὅτι προτίμησαν καὶ ἀγάπησαν πρόσωπα καὶ πράγματα, στὰ ὁποῖα δὲν ἄξιζε νὰ παραδώσουν τὴν καρδιά τους!
Ναί, ἀδελφέ μου. Γίνεται δάσκαλος καὶ παράδειγμά μας ὁ χαριτωμένος ἐκεῖνος ἄνθρωπος. «Μηδὲν προτιμήσητε τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ», μᾶς φωνάζει μαζὶ μὲ τὸν ἱερὸ ὑμνωδὸ τῆς Ἐκκλησίας. Θεωρῆστε τὸν Κύριο σὰν τὸν πιὸ πολύτιμο θησαυρό σας, σὰν τὸν πιὸ μεγάλο πλοῦτο σας, σὰν τὸ πιὸ ποθητὸ ἀγαθό σας. Δ[vστε σ’ Ἐκεῖνον ὅλη τὴν καρδιά σας. Ὑψῶστε τὶς σκέψεις καὶ τοὺς πόθους σας πρὸς τὰ ἄπειρα πλάτη τοῦ οὐρανοῦ, ὅπου βρίσκεται ὁ πανένδοξος θρόνος τοῦ λατρευτοῦ σας. Βάλετε σὰν στόχο καὶ σκοπὸ τῆς ζωῆς σας τὴν σταθερὴ ἕνωσι μὲ Ἐκεῖνον καὶ τὴν ἀπόλαυσι τῶν ἀγαθῶν Του στὴν ἀπέραντη αἰωνιότητα τῆς Βασιλείας Του.
   Πότε ἀλήθεια θὰ γίνῃ πραγματικότης καὶ γιὰ μᾶς, αὐτὸ ποὺ ζοῦσε καθημερινὰ ὁ Δαβὶδ καὶ μάλιστα σὲ χρόνια προχριστιανικά; Σὲ χρόνια δηλαδὴ ποὺ δὲν εἶχε ἀποκαλυφθῆ ἀκόμη τὸ τί εἶναι καὶ τί  ἑτοίμασε γιὰ τὸν καθένα μας ὁ Κύριος  Θεός μας; Πότε θὰ ἑλκυσθῆ ἡ καρδιὰ μας ἀπό τὸ ἀνέκφραστο κάλλος τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ νοιώση τὴν ἀπερίγραπτη εὐφροσύνη, ποὺ χαρίζει ἡ ἀληθινὴ μυστηριακὴ ἐπικοινωνία μὲ Ἐκεῖνον• πότε θ’ ἀρχίσωμε νὰ βλέπωμε τὸν Κύριο σὰν τὴν πιὸ μεγάλη καὶ σπουδαία κληρονομιά μας; Ἕως πότε θὰ εἴμαστε στραμμένοι πρὸς τὰ γήϊνα καὶ θὰ μαζεύωμε τὶς ἀσήμαντες σταγόνες τῆς φευγαλέας χαρᾶς, ποῦ πέφτουν ἀπό τὰ ὁποιαδήποτε ἀγαθά τοῦ κόσμου;
   Ὤ, Κύριε Κύριε! Ἄναψε μέσα μας Σὺ τὴν φωτιὰ αὐτῆς τῆς ἀγάπης καὶ γίνε καὶ γιὰ μᾶς, ὅπως καὶ γιὰ τὸν Δαβὶδ καὶ γιὰ τόσους καὶ τόσους ἁγίους μας, ἡ πιὸ ἀκριβῆ καὶ πολύτιμη κληρονομιά μας.» ( Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», τόμος 1983, σ. 421)