12. «Διῆλθεν εὐεργετῶν καί ἰώμενος πάντας»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Στίς προηγούμενες συμμελέτες μας εἴδαμε πῶς προετοίμασε ὁ Θεός τόν ἀπόστολο Πέτρο γιά νά κηρύξει στόν μή Ἰουδαῖο ἑκατόνταρχο Κορνήλιο τό Εὐαγγέλιο καί πῶς ἀντίστοιχα ἑτοίμασε τήν ψυχή τοῦ Κορνηλίου. Καί μείναμε στή συνάντηση τοῦ Πέτρου μέ τόν Κορνήλιο στήν οἰκία τοῦ ἑκατοντάρχου. Στήν παρούσα συμμελέτη μας θά δοῦμε τί εἶπε ὁ θεοφώτιστος Ἀπόστολος, μιλώντας πρός τούς παρισταμένους τήν ὥρα ἐκείνη. Ἔχει πολύ ἐνδιαφέρον ἡ σύντομη ἀλλά πολύ περιεκτική ὁμιλία του.

Μελέτη περικοπῆς: Πράξ. ι´ 34-48.

1. Τό πρῶτο πού παρατηροῦμε στή θεόπνευστη αὐτή ὁμιλία εἶναι ὁ τονισμός τῆς ἀπροσωποληψίας τοῦ Θεοῦ (στ. 34-35). Κάθε ἄνθρωπος, ὁπουδήποτε καί ἄν ἔχει γεννηθεῖ καί ζεῖ, εἶναι δεκτός ἀπό τόν Θεό. Ἡ ἀλήθεια αὐτή γιά τήν ἐποχή μας θεωρεῖται φυσική, διότι προηγήθηκε τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Τότε ὅμως πού τό εἶπε αὐτό ὁ Ἀπόστολος, ἦταν ἀλήθεια πρωτοποριακή ἀλλά καί τολμηρή. Γιατί; Διότι ἐπικρατοῦσε ἡ ἄποψη ὅτι ὁ ἀληθινός Θεός ἦταν Θεός μόνο τῶν Ἑβραίων. Βεβαίως ὁ Θεός τῶν Ἑβραίων ἦταν ὁ ἀληθινός Θεός, δέν σήμαινε ὅμως αὐτό ὅτι ἦταν ἀποκλειστικός Θεός μόνο ἐκείνων. Ὅλους τούς ἀνθρώπους τούς ἤθελε καί τούς θέλει κοντά Του σεσωσμένους καί εὐτυχεῖς ὁ Θεός (βλ. Α´ Τιμ. β´ 4).

Δέν περιορίζεται ὁ Θεός σ᾿ ἕνα μόνο γεωγραφικό χῶρο, οὔτε ταυτίζεται μέ ἕνα μόνο ἔθνος. Αὐτό τό σφάλμα ἔκαναν οἱ Ἑβραῖοι. Τό ἴδιο σφάλμα κάνουν καί οἱ νεοειδωλολάτρες, πού θέλουν νά ἐπαναφέρουν τήν πίστη στούς 12 θεούς τοῦ Ὀλύμπου, μιλώντας γιά πίστη τῶν Ἑλλήνων. Ἦταν θεοκίνητη ἡ τόλμη τοῦ Πέτρου νά σπάσει τό κατεστημένο τῶν αἰώνων καί νά ἀνοίξει τά ὅρια τῆς διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ σωτηρίας «ἐν παντί ἔθνει». Ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος καί συγκρατεῖ στήν παλάμη Του τά σύμπαντα (βλ. Ψαλ. ργ´ [103] 28, ρμδ´ [144] 16, Ἡσ. νζ´ [57] 16).

Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅμως σ᾿ αὐτό τό σημεῖο αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος, ὅτι σέ κάθε ἔθνος κάθε θεοφοβούμενος καί ἐνάρετος ἄνθρωπος «δεκτός αὐτῷ ἐστι». Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι ναί μέν κάθε ἄνθρωπος ὁποιασδήποτε καταγωγῆς σώζεται, ὄχι ὅμως μέ τήν πίστη πού εἶχε στό ἄλφα ἤ βῆτα ἔθνος του, ἀλλά, ὅπως σημειώνει ὁ φωτισμένος ἑρμηνευτής τῶν Γραφῶν Θεοφύλακτος, ἐάν ἀφήσει τήν ἕως τότε ἐσφαλμένη πίστη του καί προστρέξει στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

2. Στούς στίχους 36-43 παρουσιάζεται περιληπτικά τό πρόσω­πο καί τό ἔργο τοῦ Σωτήρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἦταν τό σταθερό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας: νά γνωρίσουν στόν κόσμο τόν Σωτήρα. Τί τονίζει κατ᾿ ἀρχάς; α) Ὅτι Αὐτός πού εἶναι ὁ «πάντων Κύριος», ὁ ἐξουσιαστής ὁρατῶν καί ἀοράτων ὡς Θεός, σέ μιά συγκεκριμένη ἐποχή ἦλθε καί ἔζησε στή γῆ μας καί μεγάλωσε σάν ἄνθρωπος στή Ναζαρέτ. Μέ αὐτό πού ἀναφέρει, Τόν παρουσιάζει ὡς συγκεκριμένο πρόσωπο. Δέν ἦταν κάτι τό ἀόριστο καί ἀφηρημένο, ὅπως νόμιζαν οἱ αἱρετικοί Δοκῆτες, πού πολύ νωρίς ἐμφανίσθηκαν στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καί δίδασκαν ὅτι φαινόταν ἁπλῶς καί δέν ἦταν Θεάνθρωπος ὁ Χριστός.

β) Τονίζει κατόπιν ὅτι ὁ Χριστός χρίσθηκε μέ Ἅγιο Πνεῦμα. Τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού συνήργησε στή Γέννησή Του ἀπό τή στιγμή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παναγίας Μητέρας Του καί ἐμφανίσθηκε ὡς περιστερά κατά τήν Βάπτισή Του, Τόν ἔχρισε καί Τόν γέμισε μέ θεία δύναμη, ἀπαραίτητη γιά τό κοσμοσωτήριο ἔργο Του. Ὁ Μέγας Βασίλειος σημειώνει ὅτι στή φράση αὐτή τοῦ Ἀποστόλου ἔχουμε ἀναφορά καί στά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος: «Δηλοῖ γάρ τόν τε χρίσαντα Θεόν (Πατέρα) καί τόν χρισθέντα Υἱόν καί τό χρίσμα τό Πνεῦμα» (Ὑπόμνημα). Ὡς Θεός εἶχε τό Πνεῦμα πάντοτε μαζί Του, τό ἔλαβε ὅμως ἐπίσημα καί ὡς ἄνθρωπος, ὅταν βαπτίσθηκε. Ἔχουμε ἐδῶ ὑπαινιγμό στό Μυστήριο τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, θείας καί ἀνθρώπινης, στό συγκεκριμένο Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

γ) Τί ἄλλο τονίζει στόν 38ο στίχο; Τό εὐεργετικό καί φιλάν­θρωπο ἔργο τοῦ Θεανθρώπου. Μέ πέντε λέξεις, «διῆλθεν εὐεργετῶν καί ἰώμενος πάντας», παρουσιάζει τήν εὐεργετική δράση του. «Εἶχεν ὡς κύριον ἔργον αὐτοῦ νά εὐεργετεῖ καί οὐδέποτε ἔβλαψέ τινα» (Π. Ν. Τρεμπέλας).

Ὁ σκοπός τῆς ἐλεύσεώς Του στή γῆ ἦταν νά διαλύσει τά ἔργα τοῦ διαβόλου (βλ. Α´ Ἰω. γ´ 8). Νά ἀπαλλάξει τούς ἀνθρώπους ἀπό τή φρικτή δυναστεία τοῦ Σατανᾶ, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ὑπέφεραν μέ πλῆθος ἀσθενειῶν καί δαιμονοπληξιῶν. Σ᾿ αὐτό ἀπέβλεπαν τά ἀναρίθμητα θαύματά Του. Ἔβλεπε τούς ἀνθρώπους ὡς ἀξιολύπητα θύματα τοῦ Διαβόλου καί ἤθελε νά τούς βοηθήσει νά λυτρωθοῦν ἀπό τόν τύραννο. Καί τά ἐπιτέλεσε ὅλα αὐτά, διότι εἶχε ὡς ἄνθρωπος μαζί Του τόν Θεό, ἦταν ἑνωμένος μέ τόν Θεό ὡς Θεάνθρωπος κατά τρόπον ἰδιαίτατο. Τό εὐεργετικό καί φιλάνθρωπο ἔργο Του τό συνεχίζει αἰώνια ἡ Ἐκκλησία, πού Ἐκεῖνος ἵδρυσε.

Γιατί ἄραγε τονίζει τήν εὐεργετική δράση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ; Πρῶτον, γιά νά ἐπηρεάσει εὐνοϊκά τούς ἀκροατές του ὑπέρ Αὐτοῦ. Σάν νά τούς ἔλεγε: Σᾶς μιλῶ γιά ἕνα Πρόσωπο πού ἦταν ἡ ἐνσάρκωση τῆς ἀγάπης· πού ἦλθε νά ἀπαλλάξει τούς ἀνθρώπους ἀπό τούς πόνους, τίς θλίψεις καί ταλαιπωρίες. Καί δεύτερον, γιά νά τονίσει τήν ἀδικία πού διέπραξαν ἐναντίον Του οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων, μέ τό νά κρεμάσουν ἐπάνω στόν Σταυρό τόν τόσο ἀνιδιοτελή φιλάνθρωπο καί εὐεργέτη Κύριο. Μέ αὐτό προλαμβάνει τούς ἀκροατές του, οἱ ὁποῖοι, ὡς Ρωμαῖοι πού ἦταν καί γνώριζαν γιά τίς θανατικές καταδίκες, ἦταν πιθανόν νά διατεθοῦν δυσμενῶς ἀκού­γοντας γιά σταυρικό θανάτο. Ὁ Ἀπόστολος λέει τήν ἀλήθεια καί κηρύσσει «Χριστόν ἐσταυρωμένον», μέ τή βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός κατηύθυνε τά βήματά του καί τούς λόγους του στή συνάντηση ἐκείνη.

δ) Παρουσιάζει ἀκόμη ὁ Ἀπόστολος καί τήν ἐκπληκτική καί παράλογη γιά τούς εἰδωλολάτρες ἀλήθεια γιά τήν Ἀνά­σταση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἀνάσταση ἦταν τό κεντρικό μήνυμα τοῦ κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων.

Μέ αὐτό τονίζει τήν περίλαμπρη δικαίωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔναντι τῶν σταυρωτῶν Του καί τή θεότητά Του. Ὁμιλεῖ μάλιστα γιά τήν Ἀνάσταση ὡς αὐτόπτης μάρτυρας τοῦ Ἀναστάντος.

Ἀξίζει νά προσέξουμε ἰδιαιτέρως αὐτό πού εἶπε ὁ Ἀπόστολος, ὅτι ὁ Κύριος μετά τήν Ἀνάστασή Του δέν ἐμφανίσθηκε «παντί τῷ λαῷ, ἀλλά μάρτυσι τοῖς προκεχειροτονημένοις ὑπό τοῦ Θεοῦ». Γιατί ἄραγε; Διότι «ἡ βασιλεία του εἶναι βασιλεία πίστεως, ἡ ὁποία ἐπρόκειτο νά διαδοθεῖ διά μαρτύρων, καί οἱ μάρτυρες οὗτοι εἶναι θεόθεν ἐκλεγμένοι καί ἀξιόπιστοι» (Ὑπόμνημα). Δίνει δηλαδή προτεραιότητα στήν πίστη. Καί ὁ ἀναστάς Κύριος ἄλλωστε ἐλέγχοντας τόν Θωμᾶ, μακάρισε «τούς μή ἰδόντας καί πιστεύσαν­τας» (βλ. Ἰω. κ´ 29). Ἡ οὐσία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πού διοχετεύεται μέ τά Μυστήρια, ἡ ἐπουράνια Βασιλεία κλπ. εἶναι θέματα πίστεως στούς σχετικούς λόγους τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τούς ὁποίους κηρύσσουν οἱ ἀξιόπιστοι ἐκπρόσωποι τοῦ Ἀναστάντος.

ε) Πῶς ὁμιλεῖ ἐπιπλέον γιά τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ Ἀπόστολος; Λέγοντας ὅτι Αὐτός εἶναι «ὁ ὡρισμένος ὑπό τοῦ Θεοῦ κριτής ζώντων καί νεκρῶν». «Δέν ἦταν μόνον ὁ Ἐσταυρωμένος, ὁ ἀπορριφθείς ὑπό τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά καί ὑψώθη ἐν τῇ θέσει τοῦ Κυρίου καί Κριτοῦ τῆς ἀνθρωπίνης φυλῆς» (Ὑπόμνημα). Τί ἐπετύγχανε μέ αὐτό ὁ Ἅγιος; Νά ἐμπνεύσει δέος καί σεβασμό στούς ἀκροατές του πρός τό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

στ) Ἀλλά τονίζει τή θεότητά Του ἀκόμη καί μέ τό ὅτι λέει ὅτι γι᾿ Αὐτόν καί τό ἔργο Του ἔδωσαν μαρτυρία «πάντες οἱ προφῆται». Γιατί ἡ μαρτυρία τῶν προφητῶν, πού ἐπαληθεύθηκαν πλήρως, εἶναι ἰσχυρή ἀπόδειξη τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου; Καμία ἄλλη θρησκεία δέν ἔχει προφητεῖες καί μάλιστα ἐπαληθευμένες· μόνο ἡ θρησκεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.

ζ) Καί κλείνει τήν ὁμιλία του ὁ Ἅγιος μέ μιά ἄλλη ἔνδειξη τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ποιά εἶναι αὐτή; Ἡ δυνατότητα τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ καθενός πού πιστεύει σ᾿ Αὐτόν. Τί κάνει μέ αὐτό ὁ Πνευματοκίνητος Ἀπόστολος; Καλεῖ ἔμμεσα τούς ἀκροατές του νά πιστεύσουν, γιά νά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες τους, πράγμα πού ἐνδιαφέρει κάθε λογικό ἄνθρωπο.

Οἱ ὑπόλοιποι στίχοι τῆς περικοπῆς μας (44-48) μιλοῦν γιά τή θαυμαστή ἐπισφράγιση τῆς ὁμιλίας τοῦ Ἀποστόλου μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἔγινε ἀντιληπτή ἀπό ὅλους. Πῶς; Ἄρχισαν ὁ Κορνήλιος καί οἱ δικοί του νά μιλοῦν ξένες γλῶσσες, πού δέν τίς γνώριζαν ἕως τότε. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού κατηύθυνε τόν Ἀπόστολο, κατῆλθε σ᾿ αὐτούς καί μάλιστα πρίν βαπτισθοῦν. Τί ἐπιτυγχανόταν μέ αὐτό τό θαῦμα; Ἡ διάλυση καί τῆς παραμικρῆς ἀμφιβολίας ὡς πρός τό ὅτι καί οἱ μή Ἰουδαῖοι γίνονταν πλέον δεκτοί στήν Ἐκκλησία. Μετά ἀπό αὐτά τελέσθηκε καί ἡ βάπτισή τους, διότι τό Βάπτισμα εἶχε ὁρισθεῖ ἀπό τόν Κύριο ὡς ἡ ἐπίσημη πύλη πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία (βλ. Ματθ. κη´19, Μάρκ. ιστ´ 16). Καί ἔπρεπε νά τελεσθεῖ, γιά νά θεωροῦνται καί νά εἶναι πλέον καί αὐτοί μέλη τῆς Ἐκκλησίας.

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Διῆλθεν εὐεργετῶν καί ἰώμενος πάντας» (Πράξ. ι΄ 38).