Κυριακὴ Ι΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 7 Δεκεμβρίου 2025

Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 7 Δεκεμβρίου 2025, Κυριακὴ Ι΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιγ΄ 10-17)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παν­τελές. ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀ­­­σθενείας σου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖ­ρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββά­­τ­­ῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζε­­­σθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύ­εσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκρι­τά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀ­πὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτί­ζει; ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆ­ναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέ­ρᾳ τοῦ σαββάτου; καὶ ταῦτα λέγον­τος αὐτοῦ κατῃσχύνον­το πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδό­ξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ.

ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

1. Ὁ πόθος νικᾶ τὰ ἐμπόδια

Τὸ Σάββατο ἦταν ἡμέρα ἱερὴ γιὰ τοὺς Ἑβραίους, ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Θεὸ καὶ στὴ λατρεία του. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἄφηναν τὶς ἐργασίες τους καὶ συγ­κεντρώνονταν στὴ Συναγωγὴ γιὰ νὰ μελετήσουν τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Κάποιο Σάββατο λοιπὸν ὁ Κύριος βρέθηκε στὴ Συναγωγὴ καὶ δίδασκε ἐκεῖ, ὅπως ἀκούσαμε στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Μεταξὺ τῶν ἀκροατῶν ἦταν καὶ μιὰ γυναίκα, ἡ ὁποία ἐπὶ δεκαοκτὼ χρόνια ὑπέφερε ἀπὸ μιὰ ἀσθένεια, ἐξαιτίας ἐπήρειας πονηροῦ πνεύματος. Τὸ σῶμα της ἦταν τελείως κυρτωμένο, σὰν κουβάρι. «Ἦν συγ­κύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές», σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής. Δὲν μποροῦσε καθόλου νὰ σηκώσει τὸ σῶμα καὶ τὸ κεφάλι της.

Πόσο ἐπίπονο καὶ χρονοβόρο θὰ ἦταν γιὰ τὴ γυναίκα αὐτὴ νὰ μεταβεῖ στὴ Συν­αγωγή! Πόσο κουραστικὸ τὸ νὰ σταθεῖ κάποιες ὧρες ἐκεῖ, ἀντιμετωπίζοντας τὰ περίεργα, ἴσως καὶ ὑπεροπτικὰ βλέμματα τῶν ἄλλων! Πόσο ταπεινωτικὸ τὸ νὰ κοιτᾶ ἐπὶ δεκαοκτὼ χρόνια διαρκῶς τὸ χῶμα τῆς γῆς καὶ ὄχι τὸν οὐρανὸ ἢ τὰ πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων! Θὰ μποροῦσε νὰ γογγύσει, νὰ δυσφορήσει ἀπέναντι στὸν Θεό. Ἢ ἔστω νὰ παραμένει στὸ σπίτι της τὰ Σάββατα, ὥστε νὰ ἀποφεύγει τὴν ταλαιπωρία τῆς μετακινήσεως. Ὅμως ὄχι! Ἦταν ἐκεῖ, στὸν τόπο τῆς προσευχῆς, στὸν τόπο τοῦ Θεοῦ. Ὁ πόθος της νίκησε τὸν σωματικὸ πόνο. Ἡ ἀγάπη της γιὰ τὸν Κύριο ὑπερέβη τὰ ἐμπόδια.

Αὐτὸ συμβαίνει μὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο. Διψᾶ νὰ βρεθεῖ στὸν τόπο τοῦ Θεοῦ. Λαχταρᾶ νὰ Τὸν λατρεύσει· νὰ ἀτενίσει τὸ Πρόσωπό του καὶ τὰ πρόσ­ωπα τῶν Ἁγίων πίσω ἀπὸ τὸ ἱλαρὸ φῶς τῶν καντηλιῶν· νὰ ὀσφρανθεῖ τὴν πνευματικὴ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ποθεῖ νὰ ζήσει μέσα στὴν ἱερὴ ἀτμόσφαιρα τῆς θείας Λειτουργίας. Ἰδιαίτερα μάλιστα τὴν Κυριακή, ποὺ εἶναι ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Κύριο. Νὰ ζήσει τὴν παρουσία του. Νὰ μεταλάβει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα του.

Κανένα ἐμπόδιο δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀναχαιτίσει τὸν πόθο αὐτό. Οὔτε ὁ ὕπνος, οὔτε οἱ ἐκδρομὲς καὶ οἱ ἀθλητικὲς ἐκδηλώσεις, οὔτε οἱ ἔξοδοι τοῦ Σαββάτου μποροῦν νὰ κρατήσουν τὸν πιστὸ Χριστιανὸ μακριὰ ἀπὸ τὴν εὐχαριστιακὴ Σύναξη τῆς Ἐκκλησίας, τὴ θεία Λειτουργία. Ἀκόμη κι ἂν τὸ σῶμα εἶναι κάποτε καθηλωμένο στὸ κρεβάτι ἐξαιτίας κάποιας ἀσθένειας, ὁ πιστὸς ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο βρίσκεται μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά του στὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ Ναοῦ. Μετέχει κι αὐτὸς στὸ οὐράνιο πανηγύρι τῆς Ἐκκλησίας.

2. Ὁ Παντεπόπτης

Ὁ Κύριος ἐνῶ δίδασκε, παρατήρησε τὴ βασανισμένη γυναίκα. «Ἰδὼν αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου». Τὴ σπλαχνίσθηκε, καὶ ἀφοῦ τὴν πλησίασε, τὴν ἄγγιξε καὶ τῆς εἶπε: Γυναίκα, εἶσαι λυμένη καὶ ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη τὸ καμπουριασμένο σῶμα της ἐπανῆλθε θαυματουργικὰ στὴν ὄρθια στάση του. Ἡ συγκύπτουσα λυτρώθηκε ἀπὸ τὴν ἐπώδυνη δοκιμασία καὶ μὲ πολὺ ἐνθουσιασμὸ δόξαζε τὸν Θεὸ γιὰ τὴ θεραπεία ποὺ τῆς χάρισε.

Ὁ Κύριος, ὅπως εἴδαμε, παρατήρησε τὴ συγκύπτουσα. Τὴν πρόσεξε ἰδιαιτέρως. Διέβλεψε ὄχι ἁπλῶς τὸ κυρτωμένο σῶμα της, ἀλλὰ τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς της, τὴ βαθιὰ εὐλάβειά της, τὴν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη της στὸν Θεό, τὸν σφοδρὸ πόθο της νὰ ἀκούσει τὴ διδασκαλία του. Γι᾿ αὐτὸ δὲν τὴ ρώτησε ἂν ἐπιθυμοῦσε κάτι ἢ ἂν πίστευε. Μόνο τὴν πλησίασε, τὴν ἄγγιξε καὶ τὴ λύτρωσε.

Γνωρίζει πολὺ καλὰ ὁ Κύριος τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς μας· κάθε ἀγαθὴ διάθεση καὶ ἐπιθυμία, κάθε εὐλαβὴ πόθο, ποὺ ὑπάρχει σ᾿ αὐτήν. Γνωρίζει ἐπίσης κάθε θλίψη καὶ δοκιμασία μας, ὅ,τι μᾶς βασανίζει καὶ μᾶς ταλαιπωρεῖ. Τὸ παντέφορο βλέμμα τοῦ Θεοῦ εἰσέρχεται στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, διαβλέπει καὶ κατὰ τὴν πανσοφία του ἐνεργεῖ· ἄλλοτε γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει τελείως ἀπὸ τὴ δυσκολία μας· ἄλλοτε πάλι γιὰ νὰ μᾶς ἀνακουφίσει καὶ νὰ μᾶς ἐνδυναμώσει στὸν ἀγώνα τῆς ὑπομονῆς. Μᾶς τὸ ἔχει ὑποσχεθεῖ ἄλλωστε: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια΄ 28). Ἐλᾶτε σ᾿ Ἐμένα ὅλοι ὅσοι εἶσθε κουρασμένοι καὶ φορτωμένοι ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῶν θλίψεων, κι ἐγὼ θὰ σᾶς ξεκουράσω.

Ἕνα λοιπὸν χρειάζεται ἀπὸ ἐμᾶς· νὰ πᾶμε κοντά Του· νὰ βρισκόμαστε κάτω ἀπὸ τοὺς θόλους τῆς Ἐκκλησίας μας· νὰ εἴμαστε ὄχι ἁπλῶς παρόντες στὸν Ναό, ἀλλὰ μέτοχοι τῆς Χάριτος ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὰ ἱερὰ Μυστήρια. Στὴν Ἐκκλησία ἐπιτελεῖται τὸ θαῦμα. Ἐκεῖ μᾶς περιμένει ὁ Κύριος, γιὰ νὰ ἀγγίξει καὶ νὰ ἀνορθώσει μὲ τὴ Χάρι του τὶς κυρτωμένες ψυχές μας. Ὥστε νὰ πάψουμε πλέον νὰ βλέπουμε τὴ γῆ καὶ νὰ στρέψουμε τὸ βλέμμα μας στὸν οὐρανό.