Τὸ ἀκατάληπτο μυστήριο – Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 25 Δεκεμβρίου 2022

Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 25 Δεκεμβρίου 2022, Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ (Γαλάτ. δ΄ 4-7)

Ἀδελφοί, ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱο­θε­σίαν ἀπολάβωμεν. Ὅτι δέ ἐστε υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν, κρᾶζον· ἀββᾶ ὁ πατήρ. ὥστε οὐκέτι εἶ δοῦλος, ἀλλ’ υἱός· εἰ δὲ υἱός, καὶ κλη­ρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ.

ΤΟ ΑΚΑΤΑΛΗΠΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ

Χριστούγεννα! Οἱ καμπάνες τῶν ἱερῶν ναῶν μας χτυποῦν χαρμόσυνα τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀπὸ νωρὶς τὸ πρωί· πρὶν ἀκόμη ἀνατείλει ὁ ἥλιος. Διότι σήμερα γεννᾶται ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἀνατέλλει ἕνας ἄλλος Ἥλιος, ὁ πνευματικὸς Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης. «Ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, ἀνατολὴ ἀνατολῶν», ψάλλουμε σὲ ἕνα τροπάριο τοῦ Ὄρθρου. Ποιά καρδιὰ μπορεῖ νὰ μείνει παγωμένη καὶ σκοτεινή, ἀσυγκίνητη μπροστὰ στὸ μέγα γεγονὸς τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως;

1. Ὁ Βασιλιὰς γίνεται δοῦλος

Τὸ κοσμοσωτήριο αὐτὸ γεγονὸς μᾶς περιγράφει καὶ ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ τῆς ἡμέρας αὐτῆς, ἀπὸ τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. «Ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξα­πέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον», ἀναφέρει ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος. Δηλαδή, ὅταν συμπληρώθηκε ὁ κατάλληλος χρόνος, ὅταν ἔφθασε ὁ καιρὸς ποὺ εἶχε ὁρίσει ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἀπέστειλε στὸν κόσμο τὸν Υἱό του, ὁ Ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος, γεννήθηκε ἀπὸ γυναίκα, τὴν Παρθένο Μαρία, καὶ ὑποτάχθηκε στὸν Μωσαϊκὸ Νόμο σὰν ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, σὰν ἕνας ταπεινὸς δοῦλος.

Σαστίζει κανεὶς μπροστὰ στὴν ἄπειρη συγκατάβαση τοῦ πανάγαθου Θεοῦ. Δὲν ἀπέστειλε ἕναν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο, ἕναν προφήτη, οὔτε ἕναν ἄγ­γελο, ἀλλὰ τὸν ἀγαπητό του, τὸν ἴδιο τὸν μονάκριβο Υἱό του. Καὶ Τὸν ἀπέστειλε γιὰ μᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους. Μά­λιστα δὲν Τὸν ἀπέστειλε μὲ κάποια λαμπρὴ συνοδεία ἀγγέλων καὶ ἁγίων, μέσα σὲ ὑπερκόσμια δόξα, μὲ σαλπίσματα ποὺ προαναγγέλλουν τὴν ἔλευσή του, ἀλλὰ ταπεινά. Γεννᾶται ὁ ἐπουράνιος Θεὸς καὶ γίνεται ἄνθρωπος στὴ γῆ. Συγκαταβαίνει καὶ παίρνει μορφὴ δούλου Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ Βασιλιὰς τῶν πάντων. Ὑποτάσσεται σὲ ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου ὁ ἴδιος ὁ Νομοδότης.

Ποιές λέξεις μποροῦν νὰ περιγράψουν τὴν ἀπερίγραπτη συγκατάβαση, τὴ βαθύτατη ταπείνωση τοῦ Κυρίου μας; Δικαίως χτυποῦν σήμερα οἱ καμ­­πάνες· σκιρτᾶ καὶ πανηγυρίζει ὁλόκλη­ρη ἡ οἰκουμένη καὶ μᾶς προτρέπει ὁ ἱε­ρὸς ὑμνογράφος: «ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυ­­μνήσατε, λαοί»!

2. Ὁ δοῦλος βασιλιὰς

Σὲ τί ἀποσκοποῦσε ὅμως ἡ ἄπειρη αὐ­τὴ συγκατάβαση τοῦ Κυρίου; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Μᾶς περιγράφει τὸν σκοπὸ τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως. Ὁ Θεὸς ἀπέστειλε στὸν κόσμο τὸν Υἱό του, προκειμένου νὰ ἐξαγοράσει, νὰ ἀπελευθερώσει ἐκείνους ποὺ ἦταν ὑποδουλωμένοι στὸν Νόμο. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ αὐτὴ ὅλοι μποροῦμε νὰ λάβουμε τὴν υἱοθεσία ποὺ μᾶς εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Θεός. Συνεπῶς δὲν εἶσθε πλέον δοῦλοι ἐσεῖς οἱ πιστοί, λέει, ἀλλὰ εἶσθε υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπειδὴ εἶσθε υἱοὶ τοῦ ἐπουράνιου Πατέρα, γι᾿ αὐτὸ ἀπέστειλε ὁ Θεὸς στὶς καρδιές σας τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ Ὁποῖο σᾶς δίνει τὴν παρρησία καὶ τὸ θάρρος νὰ ἀποκαλεῖτε τὸν Θεὸ «ἀββᾶ», δηλαδὴ Πατέρα.

Ἑπομένως, ὅποιος πιστεύει στὸν Χριστό, δὲν εἶναι πλέον δοῦλος, ἀλλὰ εἶναι «κατὰ χάριν» υἱὸς τοῦ Θεοῦ. «Εἰ δὲ υἱός, καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ». Ἐφόσον δὲ εἶναι υἱός, ἔχει καὶ ὅλα τὰ κληρονομικὰ δικαιώματα τοῦ υἱοῦ. Εἶ­ναι συγχρόνως καὶ κληρονόμος τοῦ Θεοῦ. Γίνεται δὲ κληρονόμος διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Μποροῦμε τώρα νὰ θαυμάσουμε τὸ ὕψος, στὸ ὁποῖο μᾶς ἀνεβάζει σταδιακὰ ὁ Κύριος μὲ τὴ θεία Ἐνανθρώπησή του: Ἐνῶ ἤμασταν δοῦλοι, Ἐκεῖνος μᾶς ἐλευθερώνει. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ ἐπιπλέον μᾶς καθιστᾶ «υἱοὺς Θεοῦ»! Μποροῦμε νὰ ὀνομάζουμε τὸν Θεὸ «Πατέρα» καὶ νὰ καταφεύγουμε σ᾿ Ἐκεῖνον σὲ κάθε μας ἀνάγκη. Καὶ πάλι ὅμως δὲν ἀρκεῖται μόνο σὲ αὐτὰ ὁ παν­άγαθος Κύριος. Ὡς υἱοὺς μᾶς καθιστᾶ καὶ κληρονόμους του. Δὲν μᾶς χαρίζει χωράφια, ἐπίγεια κτήματα καὶ φθαρτὲς περιουσίες, ἀλλὰ Βασιλεία· οὐράνια Βασιλεία· αἰώνια Βασιλεία! Ὁ δοῦλος, λοιπόν, μπορεῖ πλέον νὰ γίνει βασιλιάς. Ὁ φτωχὸς ἐδῶ στὴ γῆ νὰ γίνει πάμπλουτος στὸν Οὐρανό. Σὲ τί ὕψος μᾶς καλεῖ ὁ Θεός! Μᾶς κάνει συμβασιλεῖς του· ἐμᾶς τοὺς πτωχοὺς καὶ χοϊκοὺς ἀνθρώπους!

Ἂς πάψουμε λοιπὸν νὰ ἐπιθυμοῦμε τὰ γήινα, τὰ χαμερπή, τὰ προσωρινά. Ὁ σαρκωθεὶς Θεὸς μᾶς χαρίζει τὰ οὐράνια, τὰ ὑψηλά, τὰ αἰώνια! Ἂς γονατίσουμε δὲ ταπεινὰ καὶ εὐλαβικὰ ἐνώπιόν Του γιὰ νὰ Τοῦ ἐκφράσουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας γιὰ τὰ ἀνεκτίμητα δῶρα τῆς ἀγάπης του καὶ ἂς προσκυνήσουμε τὸν τεχθέντα Βασιλιά, ὁ Ὁποῖος μὲ τὴ θεία Γέννησή του παίρνει ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους, τοὺς δούλους, καὶ μᾶς ἀνεβάζει στὸν δικό του βασιλικὸ θρόνο. «Κύριε, δόξα Σοι»!