Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα (29/7)

Ἀπόστολος: ἡμέρας, Τετ. η΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Α΄ Κορ. ι΄ 12-23)

12 […] ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ. 13 πειρασμὸς ὑμᾶς οὐκ εἴληφεν εἰ μὴ ἀνθρώπινος· πιστὸς δὲ ὁ Θεός, ὃς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε, ἀλλὰ ποιήσει σὺν τῷ πειρασμῷ καὶ τὴν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν. 14 Διόπερ, ἀγαπητοί μου, φεύγετε ἀπὸ τῆς εἰδωλο­λατρίας. 15 ὡς φρονίμοις λέγω· κρίνατε ὑμεῖς ὅ φημι. 16 τὸ ποτήριον τῆς εὐλογίας ὃ εὐλογοῦμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐστι; τὸν ἄρτον ὃν κλῶμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἐστιν; 17 ὅτι εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν· οἱ γὰρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν. 18 βλέπετε τὸν Ἰσραὴλ κατὰ σάρκα· οὐχὶ οἱ ἐσθίοντες τὰς θυσίας κοινωνοὶ τοῦ θυσιαστηρίου εἰσί; 19 τί οὖν φημί; ὅτι εἴδωλόν τί ἐστιν; ἢ ὅτι εἰδωλόθυτόν τί ἐστιν; 20 ἀλλ᾿ ὅτι ἃ θύει τὰ ἔθνη, δαιμονίοις θύει καὶ οὐ Θεῷ· οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς κοινωνοὺς τῶν δαιμονίων γίνεσθαι. 21 οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου πίνειν καὶ ποτήριον δαιμονίων· οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν καὶ τραπέζης δαιμονίων. 22 ἢ παραζηλοῦμεν τὸν Κύριον; μὴ ἰσχυρότεροι αὐτοῦ ἐσμεν; 23 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

12 […] ὅποι­ος ἔχει τήν ἰδέα ὅτι στέκεται καλά στά πόδια του, ἄς προ­­­­­σέχει μήν πέσει, ὅπως ἔπεσαν καί οἱ Ἰσραηλίτες πού ἀνέφερα. 13 Δέν σᾶς κατέλαβε μέχρι τώρα πειρασμός μεγάλος, ἀλλά κάθε πειρασμός πού ἀντιμετωπίσατε ἦταν προσωρινός καί ἀνάλογος μέ τίς ἀν­­­θρώπινες δυνάμεις σας. Κι ὅσο γιά τούς πειρασμούς πού ἐνδέ­χε­ται νά σᾶς βροῦν στό μέλλον, καί ἐπειδή μέ τήν ἀποφυγή τῶν εἰδω­λο­θύ­των θά γίνεστε δυσάρεστοι στούς εἰδω­λο­λάτρες, μήν ξε­χνᾶτε ὅτι εἶναι ἀπολύτως ἀξιόπιστος ὁ Θεός, ὁ ὁποῖ­ος σύμφωνα μέ τίς ὑποσχέσεις του δέν θά σᾶς ἀφή­σει νά πειρασθεῖτε παραπάνω ἀπό τή δύναμή σας· ἀλλά μαζί μέ τόν πειρασμό θά φέρει καί τό τέλος του, ὥστε νά μπορεῖτε νά τόν ἀντέξετε. 14 Ἀκριβῶς γι’ αὐτό, ἀγαπητοί μου, φεύγετε μακριά ἀπό τήν εἰδωλολατρία, χωρίς νά φοβηθεῖτε μήπως σᾶς δημιουργηθεῖ γι’ αὐτό πειρασμός ἀπ’ τούς εἰδωλολάτρες. 15 Ἀπευθύνομαι σέ συνετούς ἀνθρώπους, ὅπως εἶστε σεῖς. Κρίνετε ἐσεῖς μόνοι σας αὐτό πού θά σᾶς πῶ. 16 Τό ποτήριο μπροστά στό ὁποῖο ὁ Κύριος ἀπήγγειλε τήν εὐχαριστήρια δοξολογία κι ἐμεῖς καθαγιάζουμε μέ εὐχαριστήρια προσευχή, δέν εἶναι κοινωνία τοῦ αἵμα­τος τοῦ Χριστοῦ; Ὁ ἄρτος πού τεμαχίζουμε στό μυ­στή­ριο τῆς θείας Εὐχαριστίας δέν εἶναι κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ; 17 Κι ἐπειδή ἕνας εἶναι ὁ οὐράνιος αὐτός ἄρτος, γι’ αὐτό ἕνα σῶμα εἴμαστε οἱ πολλοί. Διότι ὅλοι ἀπό τόν ἕνα ἄρτο μετέχουμε καί ἑνωνόμαστε ὅλοι μ’ αὐτόν, κι ἔτσι γινόμαστε ἕνα καί μεταξύ μας. 18 Καί γιά νά βεβαιωθεῖτε ὅτι μέ τά εἰδωλόθυτα γινόμαστε συμμέτοχοι τοῦ θυσιαστηρίου τῶν εἰδώλων, κοι­­τάξτε τούς Ἰσραηλίτες, πού εἶναι σαρκικοί ἀλλά ὄχι καί πνευματικοί ἀπόγονοι τῶν Πατριαρχῶν. Δέν εἶναι γε­γονός ὅτι ἐκεῖνοι πού τρῶνε τίς θυσίες πού προσφέρονται ἀπό τούς ἱερεῖς τοῦ Ἰσραήλ, εἶναι κοινωνοί καί συμμέτοχοι τοῦ θυσιαστηρίου; 19 Ἔτσι κι ὅσοι τρῶνε τίς θυσίες τῶν εἰδώλων. Γί­νο­νται κι αὐτοί συμμέτοχοι καί συγκοινωνοί τῶν εἰ­­­δώ­λων. Τί λέω λοιπόν; Λέω μήπως ὅτι τό εἴδωλο εἶ­­ναι κάτι καί ἐξεικονίζει πραγματικό θεό; Ἤ ὅτι τό εἰ­δωλόθυτο εἶναι κάτι κι ἔχει κάποια δύναμη; Ὄχι, δέν λέω κάτι τέτοιο. 20 Ἀλλά λέω ὅτι τά ζῶα πού οἱ εἰδωλολάτρες προσφέρουν θυσία, τά θυσιάζουν στά δαιμόνια κι ὄχι στόν ἀληθινό Θεό. Διότι πίσω ἀπό τά εἴδωλα κρύβονται δαιμόνια. Καί δέν θέλω ἐσεῖς νά γίνεστε συγκοινωνοί καί συμμέτοχοι τῶν δαιμονίων. 21 Δέν μπορεῖτε χωρίς ἐνοχή νά πίνετε συγχρόνως τό ποτήριο τοῦ Κυρίου πού δίνεται στή θεία Εὐχαριστία, καί τό ποτήριο τῶν σπονδῶν πού προσφέρονται στά εἴ­δω­­­­λα. Δέν μπορεῖτε νά παίρνετε μέρος στήν τράπεζα τοῦ Κυρίου καί στήν τράπεζα τῶν δαιμονίων. 22 Ἄν ὅμως ἐπιμένετε νά παίρνετε μέρος καί στά δύο, ξέρετε τί κάνετε; Προκαλοῦμε ἔτσι ζηλοτυπία στόν Κύριο καί τόν παροργίζουμε. Μήπως εἴμαστε ἰσχυρότεροί του, ὥστε νά μπορέσουμε νά ἀντιμετωπίσουμε τήν ὀργή του; 23 Ὅλα ἔχω ἐξουσία νά τά κάνω, ἀλλά δέν μέ συμφέ­­ρουν ὅλα καί δέν μοῦ εἶναι ὅλα ὠφέλιμα. Ὅλα ἔχω ἐξου­­­­σία νά τά κάνω, ἀλλά δέν οἰκοδομοῦν ὅλα τόν διπλανό μου.