Τετάρτη 6 Νοεμβρίου

03 tetarti

Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Τετ. η΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. ιβ΄ 48-59)

48 Ὁ δὲ μὴ γνούς, ποιήσας δὲ ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλίγας. παντὶ δὲ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται παρ᾿ αὐτοῦ, καὶ ᾧ παρέθεντο πολύ, περισσότερον αἰτή­σουσιν αὐτόν. 49 Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη! 50 βάπτισμα δὲ ἔχω βα­πτισθῆναι, καὶ πῶς συνέχομαι ἕως οὗ τελεσθῇ! 51 δοκεῖτε ὅτι εἰρήνην παρεγενόμην δοῦναι ἐν τῇ γῇ; οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἢ διαμερισμόν. 52 ἔσονται γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν πέντε ἐν οἴκῳ ἑνὶ διαμεμε­ρισμένοι, τρεῖς ἐπὶ δυσὶ καὶ δύο ἐπὶ τρισί· 53 διαμερισθήσονται πατὴρ ἐπὶ υἱῷ καὶ υἱὸς ἐπὶ πατρί, μήτηρ ἐπὶ θυγατρὶ καὶ θυγάτηρ ἐπὶ μητρί, πενθερὰ ἐπὶ τὴν νύμφην αὐτῆς καὶ νύμφη ἐπὶ τὴν πενθερὰν αὐτῆς. 54 Ἔλεγε δὲ καὶ τοῖς ὄ­χ­λοις· ὅταν ἴδητε τὴν νεφέλην ἀνα­τέλλουσαν ἀπὸ δυ­σ­μῶν, εὐ­θέως λέγετε, ὄμ­βρος ἔρχε­ται, καὶ γίνεται οὕτω· 55 καὶ ὅταν νότον πνέοντα, λέγετε ὅτι καύσων ἔσται, καὶ γίνεται. 56 ὑποκριταί, τὸ πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς οἴ­δατε δοκιμάζειν, τὸν δὲ καιρὸν τοῦτον πῶς οὐ δοκιμάζετε; 57 τί δὲ καὶ ἀφ᾿ ἑαυτῶν οὐ κρίνετε τὸ δίκαιον; 58 ὡς γὰρ ὑπάγεις μετὰ τοῦ ἀντιδίκου σου ἐπ᾿ ἄρχοντα, ἐν τῇ ὁδῷ δὸς ἐργασίαν ἀ­­­πηλλάχθαι ἀπ᾿ αὐτοῦ, μή­ποτε κατασύρῃ σε πρὸς τὸν κριτήν, καὶ ὁ κριτής σε πα­ραδῷ τῷ πράκτορι, καὶ ὁ πρά­κτωρ σε βαλεῖ εἰς φυλακήν. 59 λέγω σοι, οὐ μὴ ἐξέλθῃς ἐκεῖθεν ἕως οὗ καὶ τὸ ἔ­σχατον λεπτὸν ἀποδῷς.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

48 Ἐκεῖνος ὅμως πού δέν γνώρισε τό θέλημα τοῦ κυ­­­­ρί­ου του, ἀλλά οἱ πράξεις πού ἔκανε εἶναι ἄξιες τι­μω­­­ρί­­ας καί μαστιγώσεων, θά δεχθεῖ λίγες μαστιγώσεις. Καί εἶναι δίκαιο νά τιμωρηθεῖ κι αὐτός, διότι ἀπό ἀμέ­λεια ἀγνόησε τό θέλημα τοῦ κυρίου του. Σ’ ὅποιον ὅμως δόθηκαν πολλά, θά ζητηθοῦν ἀπ’ αὐτόν πολλά. Ἀνά­λο­γη μέ τά χαρίσματα, τή γνώση καί τό ἀξίωμα πού ἔχει ὁ καθένας μας εἶναι καί ἡ εὐθύνη του. Καί σ’ ὅποιον ἐμπιστεύθηκαν πολλά, θά τοῦ ζητήσουν πολλά, περισσότερα ἀπ’ αὐτούς πού πῆραν λιγότερα. 49 Ὁ καιρός αὐτός δέν εἶναι καιρός γιά ἀσύδοτη ζωή καί γιά ὕπνο, καί γιά νά περνοῦν οἱ δοῦλοι μου ξένοιαστα τίς ἡμέρες τους. Ἦλθα νά βάλω φωτιά στή γῆ. Ἦλθα δηλαδή ν’ ἀνάψω τήν πυρκαγιά πού μέσα στίς καλοπρο­αί­ρετες καρδιές θά δημιουργήσει φλογερή ἀγάπη καί ζῆ­­λο γιά τόν Θεό· στούς κακοπροαίρετους ὅμως καί δύ­­­­­­στροπους ἀνθρώπους θά διεγείρει φανατικό μίσος. Κι ἔτσι θά χωριστοῦν οἱ πιστοί ἀπ’ τούς ἀπίστους. Τή φωτιά τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ πολέμου ἦλθα νά ρίξω ἀπ’ τόν οὐρανό στή γῆ. Καί τί ἄλλο περισσότερο θέλω, ἐάν τώρα ἄναψε κιόλας ἡ φωτιά αὐτή; 50 Ἀλλά γιά νά ἀνάψει πραγματικά καί νά ἐπεκταθεῖ ἡ φωτιά αὐτή, πρέπει προηγουμένως νά βαπτισθῶ τό βάπτισμα τοῦ αἵματος καί τοῦ σταυρικοῦ θανάτου πού εἶναι προκα­­θο­ρισμένο γιά μένα. Καί πῶς ἀδημονῶ καί ἀνυ­πο­μονῶ μέχρις ὅτου συντελεσθεῖ τό βάπτισμα αὐτό! Διότι ἡ πρόβλεψη καί ἀνάμνησή του ταράζει τήν ψυχή μου. 51 Νομίζετε ὅτι ἦλθα νά φέρω στή γῆ μιά ἐγκόσμια εἰ­­­ρή­νη, ὅπως τήν φαντάζονται αὐτοί πού περιμένουν τόν Μεσσία ὡς ἐπίγειο βασιλιά καί κατακτητή; Ὄχι. Σᾶς βε­βαιώνω ὅτι δέν ἦλθα νά φέρω τέτοια εἰρήνη, ἀλλά μό­νο διαίρεση καί διχασμό. Γι’ αὐτήν ὅμως τή διαίρεση ὑπεύ­θυνη εἶναι ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων. 52 Θά ἔλθει λοιπόν διχασμός, διότι ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς ἕνα σπίτι μέ πέντε ἀνθρώπους, δηλαδή τόν πα­τέ­ρα, τή μητέρα, τήν κόρη, τή νύφη καί τόν γιό, θά χω­ρι­στεῖ σέ δύο παρατάξεις. Οἱ τρεῖς θά εἶναι ἐναντίον τῶν δύο, καί οἱ δύο θά εἶναι ἐναντίον τῶν τριῶν. 53 Θά χωριστεῖ ὁ πατέρας πού δέν πίστεψε στό εὐ­αγ­γέλιο ἐναντίον τοῦ γιοῦ του πού πίστεψε. Καί ὁ ἄπιστος γιός θά χωριστεῖ ἐναντίον τοῦ πατέρα του. Ἡ μητέρα ἡ ἄπιστη ἐναντίον τῆς πιστῆς κόρης της, καί ἡ κόρη ἐναντίον τῆς μητέρας της. Ἡ πεθερά, πού εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο μέ τή μητέρα τοῦ σπιτιοῦ, θά χωριστεῖ ἀπό τή νύφη της, καί ἡ νύφη ἀπό τήν πεθερά της. 54 Ἔλεγε ἀκόμη στά πλήθη τοῦ λαοῦ: Εἶναι κρίσιμοι οἱ και­ροί, καί δέν τό καταλαβαίνετε. Εἶστε ὅμως ἀδικαιο­­λό­­γητοι. Διότι τούς ἄλλους καιρούς, τῆς κακοκαιρίας καί τῆς καλοκαιρίας, τούς καταλαβαίνετε. Ὅταν δεῖτε σύννεφο νά βγαί­νει ἀπό τή δύση, ἀμέσως λέτε: Βροχή ἔρχεται· κι ἔτσι γί­νεται. 55 Καί ὅταν δεῖτε νά φυσᾶ νοτιάς, λέτε: Θά γίνει ζέστη· καί γίνεται. 56 Ὑποκριτές! Καί σᾶς ἀποκαλῶ ἔτσι, διότι ἐνῶ γιά τά ἐπίγεια συμφέροντά σας ἔχετε μεγάλη ἀντίληψη καί πρό­­γνω­ση, γιά τά ὑψηλότερα καί σπουδαιότερα, ἀπ’ τά ὁποῖα ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία σας, δέν ἔχετε ἀγαθή διάθεση καί ἐνδιαφέρον νά τά ἀντιληφθεῖτε. Τά ἐξωτερικά δηλαδή σημάδια τοῦ ὁρίζοντα καί τῆς γῆς ξέρετε νά τά διακρίνετε· τά σημεῖα τῶν καιρῶν ὅμως πού προσδιορίζουν τήν παρουσία τοῦ Μεσσία πῶς δέν τά διακρίνετε; 57 Γιατί λοιπόν δέν διακρίνετε ποιό εἶναι τό δίκαιο καί τό σωστό κι ἀπό μόνοι σας, χωρίς σημάδια, ἀλλά μέ ὁδη­γό μόνο τή συνείδησή σας καί τή σκέψη σας; Γιατί δέν βλέπετε ὅτι ἡ ζωή σας δέν εἶναι σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί γιατί δέν ἀποφασίζετε νά ἀλλάξετε συμπεριφορά καί τρόπο ζωῆς; 58 Βιαστεῖτε νά συμφιλιωθεῖτε μέ τόν Θεό καί μήν ἀνα­βάλ­λετε. Ὅταν πηγαίνεις μέ τόν ἀντίδικό σου σέ δι­­­καστή, προσπάθησε στό δρόμο νά συμβιβαστεῖς μα­ζί του καί ν’ ἀπαλλαγεῖς ἀπ’ αὐτόν· μήπως σέ σύρει στό δικαστή χω­ρίς νά τό θέλεις, καί ὁ δικαστής σέ παραδώσει στόν εἰσπράκτορα, καί ὁ εἰσπράκτορας τότε σέ ρίξει στή φυλακή. 59 Σοῦ λέω ὅτι δέν θά βγεῖς ἀπό ἐκεῖ, ὥς ὅτου – πράγμα ἀδύνατο – ἐξοφλήσεις καί τό τελευταῖο λεπτό. Συμ­φι­λιωθεῖτε λοιπόν μέ τόν Θεό ὅσο εἶναι ἀκόμη καιρός, προτοῦ ξεσπάσει ἡ δίκαιη ὀργή του. Διότι ἐάν πα­ρου­σιασθεῖτε στό φοβερό του κριτήριο χρεῶστες, σᾶς περιμένει τιμωρία ἀδυσώπητη καί αἰώνια.