Λουκ. κδ΄15

Τρίτη 13  Ἀπριλίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς καὶ συζητεῖν καὶ αὐτὸς ὁ  Ἰησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Καί συνέβη, ἐνῶ αὐτοί ὡμίλουν καί συνεζήτουν, αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς ἐπλησίασε καί ἐπήγαινε μαζί των"     ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Παν.Τρεμπέλα, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ

    Ἦτο τὸ ἀπόγευμα τῆς λαμπροφόρου ἡμέρας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Αἱ πληροφορίαι τῆς Μαγδα-ληνῆς καὶ τῶν ἄλλων σεμνῶν μυροφόρων γυναικῶν περὶ τῶν ἀγγελικῶν ἐμφανίσεων καὶ διαβεβαιώσεων διὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ διδασκάλου των ἐθεωρήθησαν ἀπὸ τοὺς ἕνδεκα Ἀποστόλους «λῆρος», φλυαρία εὐσεβής, ἀνταποκρινόμενη εἰς τοὺς εὐσεβεῖς πόθους των καὶ προερχομένη ἀπὸ τὴν εὐέξαπτον φαντασίαν των. Ἀλλ’ οὐδ’ ὁ κενὸς τάφος, εἰς τὸν ὁποῖον οἱ δυὸ μαθηταί, ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης εἰσῆλθον, ἔπεισε τοὺς μαθητάς περὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ ἰδοὺ λοιπὸν δύο ἐκ τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν βαρύθυμοι καὶ μελαγχολικοί, μὲ τάς ἐλπίδας των διεψευσμένας, φεύγουν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ὀδοιπο¬ροῦν πρὸς τὴν κώμην Ἐμμαούς. Ἔρημος ἦτο ὁ δρόμος, καὶ οἱ δύο μαθηταὶ ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ τὸν «φόβον τῶν Ἰουδαίων» συζητοῦν ἐλεύθερα μεταξὺ των καὶ ἀνταλλάσσουν τάς σκέψεις των ἐπὶ τῶν συνταρακτικῶν γεγονότων τῶν τριῶν τελευταίων ἡμερῶν…
    Προχωροῦν καὶ συζητοῦν. Ποῖος ὅμως εἶναι ὁ ὁδοιπόρος ὁ ὁποῖος τοὺς ἐπρόφθασε καὶ βαδίζει μαζὶ των, «συνεπορεύετο αὐτοῖς»; Ἄγνωστος τούς ἐφαίνετο καὶ ὅμως ἦτο λίαν γνωστός. Περὶ αὐτοῦ συνωμίλουν καὶ ὅμως δὲν  ἀντελήφθησαν ὅτι ἦτο Ἐκεῖνος περὶ τοῦ ὁποίου συνωμίλουν. Ἐνόμιζαν ὅτι Τὸν εἶχαν χάσει καὶ ὅμως Ἐκεῖνος ἐκεῖ μαζὶ των καὶ «συνεπορεύετο αὐτοῖς». Αἱ σωματικαὶ αἰσθήσεις των, τὰ μάτια των,τὰ αὐτιὰ των ἠμποδίζοντο νὰ  ἀναγνωρίσουν ὅτι ὁ συνοδοιπόρος των ἦτο Ἐκεῖνος  διὰ τὸν ὁποῖον ἔκαιετο ἀπὸ ἄγαπην ἢ καρδία των καὶ ἐφλέγετο ἀπὸ θερμὴν ἀφοσίωσιν ἢ ψυχῆ των. "Ὤ, ἂν ἦτο δυνατὸν  ἔκεινην τὴν ὥραν νὰ Τὸν ἀναγνωρίσουν! Ἀλλ’  ὄχι. Οἱ ὀφθαλμοὶ  αὐτῶν ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν». Καὶ  ὅμως  Ἐκεῖνος  ἦτο   μαζὶ των  καὶ  «συνεπορεύετο αὐτοῖς»! Ἕως ὅτου ἔφθασαν τέλος εἰς Ἐμμαοὺς καὶ ἐκεῖ   γοητευμένοι ἀπὸ τὴν παρουσίαν Του «παρεβιάσαντο αὐτόν». Τὸν παρεκάλεσαν μὲ ἐπιμονὴν νὰ μείνη μαζὶ  των    λέγοντες «μεῖνον μεθ’ ἡμῶν». 
    Καὶ ἔμεινε, καὶ τοὺς ἀπεκαλύφθη, καὶ Τὸν ἀνεγνώρισαν. Καὶ ἐνῶ τότε «ἄφαντος ἐγένετο ἀπ’ αὐτῶν», ὅμως Ἐκεῖνος   δὲν ἔπαυσε νὰ εἶναι μαζὶ των. Καὶ ὅταν τὴν ἰδὶαν ἐκείνην ὥραν ἐπέστρεφαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ διὰ νὰ ἀναγγείλουν  ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς ἀνέστη, καὶ πάλιν Ἐκεῖνος, ὁ  παναταχοῦ παρών, «συνεπορεύετο αὐτοῖς» ἀοράτως. Τὴν πρώτην φοράν Τὸν ἔβλεπαν, ἀλλὰ δὲν Τὸν ἀνεγνώριζαν. Τώρα καὶ  χωρὶς νὰ Τὸν βλέπουν, πάλιν συμπορεύεται μετ’ αὐτῶν.
«Συνεπορεύετο αὐτοῖς».
    Ἀλλ’ ὅπως τότε «συνεπορεύετο» μὲ τοὺς δύο ἐκείνους μαθητάς, οὕτω πως συμπορεύεται μὲ τὴν Ἐκκλησίαν ἀνὰ τοὺς αἰῶνας ὁ Ἰησοῦς. «Ἰδοὺ ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη’ 20). Θὰ συμπορεύωμαι μαζί σας, θὰ εἶμαι ἀνάμεσά σας, θὰ σᾶς συμπαραστέκω, θὰ σᾶς προστατεύω καὶ θὰ σᾶς βοηθῶ πάντοτε. Ὤ, ποὶαν γλυκείαν παρηγορὶαν μᾶς χαρίζουν αἱ διαβεβαιώσεις αὐταί τοῦ ἀναστάντος Λυτρωτοῦ! Πόσην ἐνίσχυσιν μᾶς δίδει ἡ πληροφορία ὅτι ἔστω καὶ «ἓν ἑτέρᾳ μορφῇ» (Μάρκ. ιστ΄ 12), χωρὶς νὰ Τὸν ἀναγνωρίζωμεν, ὅπως καὶ οἱ δύο εἰς Ἐμμαοὺς ὁδοιποροῦντες μαθηταί, ὁ Κύριος συμπορεύεται μαζί μας!
    Ὁδηγοῦνται οἱ μαθηταὶ καὶ Ἀπόστολοι Του «εἰς συνέδρια καὶ συναγωγάς», καὶ ἀοράτως μαζὶ των συμπορεύεται καὶ Ἐκεῖνος. Καλοῦνται ἀπό ἄρχοντας καὶ ἡγεμόνας νὰ ἀπολογηθοῦν, διότι κηρύσσουν τὸ ὄνομά Του, καὶ καλοῦν τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὴν πίστιν ποὺ ἐδίδαξεν Ἐκεῖνος. Μὲ τὸ στόμα των ὅμως ἀπαντᾶ καὶ ὁμιλεῖ Ἐκεῖνος, παρὼν ἀοράτως καὶ συμπορευόμενος μετ’ αὐτῶν. Τοὺς τὸ εἶχεν εἰπεῖ καὶ τοὺς εἶχε βεβαιώσει ἐκ προτέρου: «Θέσθε εἰς τάς καρδίας ὑμῶν μὴ προμελετᾶν ἀπολογηθῆναι’ ἐγώ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ἧ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι πάντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν» (Λουκ. κα 14-15). Ἀοράτως παρὼν κατὰ τὴν ὥραν ἐκείνην θὰ σᾶς ἐμπνέω σοφὰ νοήματα καὶ θὰ σᾶς δίδω δύναμιν λόγου, διὰ νὰ ἀποστομώνετε ὅλους ὅσοι ἀντιστέκονται εἰς τὴν διδασκαλίαν σας. Μὴ τὸ λησμονήσετε ποτὲ αὐτὸ πού σᾶς λέγω. Κρατῆστε το βαθιὰ εἰς τὴν καρδίαν σας. Εἰς τὸ πλευρόν σας θὰ εἶμαι Ἐγώ.
    Διωγμοὶ σκληροὶ γίνονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἵδρυσεν ὁ Ἰησοῦς. Νομίζουν οἱ σκληροὶ διῶκται ὅτι τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς καταδιώκουν. Ἀλλ’ ὄχι. Οἱ διωγμοὶ γίνονται κατ’ αὐτοῦ τοῦ ἀναστάντος Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας μέλη εἶναι οἱ πιστοί. Ὅταν εἰς τὴν ὁδόν της Δαμασκοῦ ἐνεφανίσθη ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν Παῦλον,τοῦ εἶπε: «Σαούλ, Σαούλ, τί μέε διώκεις;» (Πράξ. θ’ 4). Διατί; Διότι εἰς τὸ πλευρὸν τῶν ὀπαδῶν Του συμπορεύεται ὁ Ἰησοῦς.
    Ὡδηγοῦντο οἱ μάρτυρες εἰς τάς φυλακάς καὶ εἰς τὰ μαρ¬τύρια, καὶ ἀοράτως «συνεπορεύετο» μαζὶ των καὶ ὁ Ἰησοῦς. Τήγανα καὶ λέβητες, τροχοὶ καὶ σιδηροί ὄνυχες καταξεσχίζουν τάς σάρκας καὶ κατακαίουν τὰ σώματα τῶν μαρτύρων. Ἀλλά Ἐκεῖνος τοὺς ἐμψυχώνει καὶ τοὺς ἐμβάλλει τὸ ἀκατάβλητον φρόνημα τῆς καρτερίας καὶ τῆς ὑπομονῆς. Καὶ μένουν ἕως τέλους πιστοὶ καὶ ἀνταλλάσσουν τοὺς πόνους τοῦ μαρτυρίου μὲ τὴν γλυκύτητα τοῦ Παραδείσου. Ὁ κάθε μάρτυς θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἐπαναλάβη τούς λόγους τοῦ ψαλμωδοῦ: «Προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντὸς ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μὴ σαλευθῶ» (Ψαλμ. ιε’ 8). Βλέπω τὸν Κύριον πάντοτε ἐμπρός μου. Αἰσθάνομαι τὴν παρουσίαν Του καὶ τὴν στοργικὴν πρόνοιάν Του. Εἶναι πάντοτε εἰς τὰ δεξιά μου ἕτοιμος νὰ μὲ προστατεύη, διὰ νὰ μὴ ταραχθῶ καὶ κλονισθῶ ἀπό φόβον καὶ κίνδυνον οἱονδήποτε. ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφόρου Παπουτσοπούλου «Χριστός ἀναστάς», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).