Φιλιπ. β΄10

Πέμπτη 8  Ἀπριλίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι  Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Τόν ὑπερύψωσεν, ἵνα εἰς τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ καμφθῇ ταπεινῶς κάθε γόνατον καί προσκυνήσουν λατρευτικά τόν Ἰησοῦν καί οἱ ἐν οὐρανοῖς ἄγγελοι καί οἱ ἐπί γῆς ἄνθρωποι, ἀλλά καί αὐτά τά ὄντα πού εἶναι εἰς τά καταχθόνια, ὅπως οἱ δαίμονες, μετά τρόμου νά ὑποκλιθοῦν πρό τοῦ μεγαλείου του" ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Παν.Τρεμπέλα, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ

    «Ὅταν ὁ ἥλιος ἀνατείλη τὸ πρωῒ, διαλύει τὰ σκότη καὶ ἐξαποστέλλει τὸ ζωογόνον καὶ χαροποιὸν φῶς καὶ καταστολίζει τὴν κτίσιν, ἕως ὅτου τὴν ἑσπέραν κρυβῆ καὶ πάλιν ὑποκάτω τοῦ ὁρίζοντος, διὰ νὰ φέρη τὸ φῶς εἰς τοὺς ἀντίποδας τῆς γῆς. Ὅπως ὅμως εἶναι γνωστόν, πρὸς ἥλιον παρομοιάζεται ὁ ἐνανθρωπήσας Κύριος. Ὁ προφήτης Μαλαχίας προαναγγέλλει πανηγυρικῶς: «Ἀνατελεῖ ὑμῖν τοὶς φοβουμένοις τὸ ὄνομά μου – λέγει ὁ Θεός- ἥλιος δικαιοσύνης καὶ ἴασις ἐν ταῖς πτέρυξιν αὐτοῦ» (Μαλαχ. δ’ 2). Πράγματι δέ, ὅταν κατὰ τὴν θείαν Γέννησίν Του ὡς «νοητὸς ἥλιος τῆς δικαιοσύνης» ἀνέτειλεν ἐκ τῆς Παρθένου, διέλυσε τὰ σκότη τῆς ἀγνοίας καὶ ἐφώτισε τὴν ἀνθρωπότητα μὲ τὸ φῶς τῆς ἀληθινῆς θεογνωσίας. Ὁ προφήτης Ἡσαῒας πανηγυρίζει. Προβλέπων τὸ γεγονὸς αὐτὸ προαναγγέλλει θριαμβευτικῶς: «Ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέγα. Οἱ κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου, φῶς λάμψει ἐφ’ ὑμᾶς» (Ἡσ. θ’ 2).
    Ἦλθεν ὅμως ἡ ὥρα τοῦ σωτηρίου πάθους καὶ τότε «ὡς φωτὸς λυχνία ἡ σὰρξ τοῦ Θεοῦ ὑπὸ γῆν ὡς ὕπο μόδιον κρύπτεται». Ἐσκοτίσθη τότε καὶ ὁ φυσικὸς ἥλιος καὶ «ἀπό ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης» (Ματθ. κζ’ 45).
    Ἂλλ’ ἦλθε ἡ τρισένδοξος Ἀνάστασις! «Ὢ χαρᾶς ἐκείνης! ὢ πολλῆς ἡδονῆς!» Ὁ φωτοδότης Κύριος «αὖθις ἐκ τοῦ τάφου ὡραῖος δικαιοσύνης ἡμῖν ἔλαμψεν ἥλιος» καὶ «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανὸς τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια». Παροδικὴ ἦτο ἡ αἰσθητὴ ἀπουσία Του ἐκ τῆς γῆς. Τριήμερος ἀνέστη καὶ ἔλαβε πᾶσαν ἐξουσίαν «ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. κη’ 18), «ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθόνιων» (Φιλιπ. β’ 10). Ὁ θάνατος καὶ ἡ Ἀνάστασις τοῦ Θεανθρώπου εἶναι γεγονὸς μὲ συνεπείας μοναδικάς καὶ ἐξαιρετικάς, ἐκτεινομένας εἰς τὴν ἀπέραντον αἰωνιότητα, εἰς σύμπασαν τὴν δημιουργίαν, εἰς τὰ ἐπουράνια, εἰς τὰ ἐπίγεια καὶ εἰς τὰ καταχθόνια.
    Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀποδέκτης αὐτὸς θείων ἀποκαλύψεων,τάς ὁποίας ὅσον ἦτο δυνατὸν εἰς ἐκεῖνον μὲν νὰ εἴπη, εἰς ἡμᾶς δὲ νὰ κατανοήσωμεν,γράφει ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπολυτρώσεως εἶναι «ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπί τοῖς οὐρανοῖς καί τά ἐπί τῆς γῆς» (Ἐφεσ. α’ 10). Τὰ πάντα, καὶ οἱ ἐν οὔρανοῖς Ἄγγελοι δηλαδὴ καὶ οἱ ἐπί γῆς ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας ἦσαν τελείως ἀπεξενωμένοι καὶ ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπό τους ἁγίους Ἀγγέλους, τὰ πάντα λοιπὸν νὰ συνενωθοῦν διὰ τῆς κοινωνίας των μετὰ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ μὲν ἅγιοι Ἄγγελοι κατὰ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἐστερεώθησαν πλέον ἀμετακινήτως εἰς τὸ ἀγαθόν. Μὲ τὴν θυσίαν δὲ καὶ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου οἱ ἐξόριστοι τοῦ ἀρχαίου Παραδείσου ἄνθρωποι ἔχομεν τὴν δυνατότητα νὰ εἰσέλθωμεν εἰς τὰ ἐν οὐρανοῖς Ἅγια τῶν ἁγίων (Ἑβρ. θ ‘ 24). Μὲ τὸν θάνατον καὶ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ ἀποκατεστάθη ἡ εἰρήνη καὶ ἡ ἐπικοινωνία τῆς γῆς καὶ τοῦ οὐρανοῦ. Αἱ ἀναρίθμητοι στρατιαὶ τῶν ἁγίων Ἀγγέλων ἑνώνονται μὲ τὴν Ἐκκλησίαν διὰ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ παρακολουθοῦν λοιπὸν οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι μὲ ἀδιάπτωτον ἐνδιαφέρον καὶ διακονοῦν εἰς τοὺς πανσόφους τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ἄπειρος σοφία καὶ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ ἀπεργάζεται τὸ μέγα ἔργον τῆς μετανοίας καὶ τῆς σωτηρίας ἑνὸς ἑκάστου ἰδιαιτέρως ἀπό τὰ δισεκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων, μαζὶ μὲ τοὺς ὁποί¬ους καὶ οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι θὰ συναποτελέσουν τὸ μέγα, τὸ αἰώνιον,τὸ ὑπερουράνιον βασίλειον τοῦ Θεοῦ. Ναί, λοιπόν, ἐπλημμύρισεν ὁ οὐρανὸς ἀπό φῶς ὑπέρλαμπρον μὲ τὴν τριήμερον Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου.
    Ἐπλημμύρισεν ὅμως καὶ ἡ γῆ. Διότι τώρα οἱ ἐπί γῆς ζῶντες ἄνθρωποι, φωτιζόμενοι ἀπό τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως, διακρίνουν διαυγῶς διὰ μέσου τῆς πίστεως ὅτι πέραν ἀπό τὰ ὀλίγα ἔτη τῆς ἐπιγείου ζωῆς ὑπάρχει ἡ ἀτελεύτητος ἐν Χριστῷ αἰωνιότης. Πέραν ἀπό τὰ ἐπίγεια ὑπάρχουν τὰ ἐπουράνια. Καὶ πέραν ἀπό τάς θλίψεις καὶ τάς ὀδύνας καὶ τὰ δάκρυα τῆς γῆς ὑπάρχει ἡ χαρὰ καὶ ἡ μακαριότης καὶ ἡ δόξα τοῦ οὐρανοῦ. Τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως φωτίζει τοὺς ψυχροὺς τάφους, εἰς τοὺς ὁποίους ἀποθέτομεν τὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας, καὶ μᾶς μεταδίδει τὸ χαρμόσυνον,τὸ ὁλοφώτεινον μήνυμα ὅτι ὁ Χριστὸς ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν «ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο» καὶ «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» (Α΄ Κορινθ. ιε’ 20, Κολασ. α’ 18). Μᾶς ὑποδεικνύει ἀκόμη καὶ τὸν φωτεινὸν καὶ λαμπρὸν δρόμον τῆς ἀρετῆς, τὸν ὁποῖον κατὰ μίμησιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ ἀκολουθῶμεν, «ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν… οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Ρωμ. ς’ 4). Ὅπως δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἀνεστήθη καὶ εἰσῆλθε πλέον εἰς ἄλλην ζωήν, ἔτσι καὶ ἡμεῖς ἐνισχυόμενοι ἀπὸ τὴν δύναμιν καὶ τὴν χάριν τοῦ ἀναστάντος Λυτρωτοῦ νὰ ζήσωμεν σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιον θέλημα καὶ τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ παρουσιάζωμεν ζωὴν καὶ συμπεριφορὰν ἐντελῶς διαφορετικὴν ἀπὸ ἐκείνην ποὺ εἴχομεν προτοῦ πιστεύσωμεν καὶ μετανοήσωμεν. Ὄχι πλέον νὰ ἐνεργῶμεν ὅ,τι ὁ παλαιός μας ἄνθρωπος ἐπιζη¬τεῖ, ἀλλ’ ὅ,τι ὁ Χριστός, πρὸς τὸν ὁποῖον ἐταυτίσθημεν καὶ ἡνώθημεν ἐν τῷ ἁγίῳ βαπτίσματι, θέλει καὶ ζητεῖ.
    Ἀλλά καὶ τὰ καταχθόνια ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος. Ἔδυσεν ἐπ’ ὀλίγον εἰς τὴν γῆν, ἀλλ’ ἀνέτειλεν εἰς τὸν ζοφερὸν καὶ σκοτεινὸν Ἅδην, ὅπου ἡ ψυχή τοῦ Θεανθρώπου κατῆλθε, καὶ τὸν ἐφώτισεν μὲ τὸ ἄδυτον φῶς τῆς θεότητός Του καὶ ἐκήρυξε «τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι» (Α’ Πέτρ. γ’ 19) τὸ χαρμόσυνον μήνυμα τῆς σωτηρίας καὶ τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς κληρονομίας τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ βασιλείας.
    Ὢ ναί! Μὲ τὴν λαμπροφόρον Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου μας «πάντα πεπλήρωται φωτός». Ὅλα ἔχουν πλημμυρίσει, ὅλα πλέουν εἰς ὠκεανοὺς φωτός. «Οὐρανὸς τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια». Δίκαιον λοιπὸν καὶ πρέπον εἶναι τὰ πάντα νὰ δοξολογοῦν τὸν ἀναστάντα Λυτρωτὴν καὶ νὰ πανηγυρίζουν τὴν πανένδοξον Ἀνάστασίν Του.
    Ὅλως ὅμως ἰδιαιτέρως ἡμεῖς οἱ εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος βαπτιζόμενοι πιστοί, ἡμεῖς οἱ λυτρωθέντες διὰ τοῦ αἵματος τοῦ ὑπὲρ ἡμῶν ἀποθανόντος Υἵοῦ τοῦ Θεοῦ, οἱ διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καταυγασθέντες μὲ τὸ φῶς τῆς μακαρίας ἐν Χριστῷ αἰωνιότητος, ἄς δοξολογῶμεν τὸν Ἀναστάντα καὶ ἂς ἀγωνιζώμεθα ἡ ζωή μας καὶ ἡ πολιτεία μας νὰ εἶναι φωτεινὴ καὶ κρυσταλλίνη, ὅπως ἁρμόζει εἰς τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ, τὰ ὁποῖα προορίζονται νὰ γίνουν κληρονόμοι τῆς οὐρανίου βασιλείας καὶ δόξης». ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφόρου Παπουτσοπούλου «Χριστός ἀναστάς», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).