ΚΕΦΑΛΑΙΟ 91 (γ)

Πέμπτη 29 Ἀπριλίου 2010
Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 91 (γ)
Γι’ αὐτά πού λέγονται γιά τό Χριστό

      «Αὐτά τά ἔλεγε, ἐπειδή ἔκανε δικό του τό δικό μας πρόσωπο καί ἐπειδή ἔβαζε  τόν ἑαυτό του μέ μας• διότι ἐμεῖς ἤμασταν οἱ ἔνοχοί της ἁμαρτίας καί  τῆς κατάρας, ἐφόσον ἤμασταν ἀπειθεῖς, ἀνυπάκουοι καί γι’ αὐτό  ἐγκαταλειμμένοι.  Ἄλλα λέγονται γιά τήν ὑποθετική διαίρεση. Ἄν, δηλαδή, διαιρέσεις θεωρητικά  αὐτά πού ἀληθινά εἶναι ἀχώριστα, δηλαδή τή σάρκα ἀπό τό Λόγο, τότε  ὀνομάζεται καί δοῦλος καί ἄνθρωπος μέ ἄγνοια• ἡ σάρκα μάλιστα ἦταν  στοιχεῖο τῆς δούλης καί ἀγνοούσης φύσεως καί, ἄν δέν εἶχε ἐνωθεῖ μέ τό Θεό  Λόγο, θά ἦταν πάντα δούλη καί μέσα στήν ἄγνοια• ἐξαιτίας ὅμως  τῆς ὑποστατικῆς ἕνωσης μέ τό Θεό Λόγο οὔτε δούλη ἦταν οὔτε στήν ἄγνοια.  Καί ἔτσι ὀνόμασε τόν Πατέρα Θεό του.  Ἄλλα  λέγονται σύμφωνα μέ τή φανέρωση καί τήν πιστοποίησή του σέ μας,  ὅπως τό χωρίο «Πατέρα μου, δόξασε μέ μέ τή δόξα πού εἶχα, πρίν ὁ κόσμος  δημιουργηθεῖ –διότι ὁ ἴδιος ἦταν καί εἶναι δοξασμένος, ἀλλά ἡ δόξα του  δέν εἶχε φανερωθεῖ καί βεβαιωθεῖ σέ μας–,  καί τό (χωρίο) πού ὁ ἀπόστολος ἔχει πεῖ, ὅτι «ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ὁρίσθηκε  μέ δύναμη καί πνεῦμα ἁγιωσύνης, ἀναστημένος ἀπό τούς νεκρούς»,  –διότι μέ τά θαύματα, τήν ἀνάσταση καί τήν ἐπιφοίτηση  τοῦ Ἁγίου Πνεύματος φανερώθηκε καί ἐπιβεβαιώθηκε στόν κόσμο  ὅτι εἶναι Υἱός τοῦ Θεού–, καί τό (χωρίο) «προόδευε στή σοφία καί τή χάρη».  Ἄλλα λέγονται γιά νά παρουσιασθεῖ οἰκεῖος στούς Ἰουδαίους, τάσσοντας τόν ἑαυτό του μέ τούς Ἰουδαίους, ὅπως λέει στή  Σαμαρείτιδα:  «Ἐσεῖς προσκυνεῖτε αὐτό πού δέν γνωρίζετε, ἐνῷ ἐμεῖς προσκυνοῦμε  αὐτό πού γνωρίζουμε, διότι ἡ σωτηρία προέρχεται ἀπό τούς Ἰουδαίους».  Τρίτος τρόπος εἶναι αὐτός πού δηλώνει τή μία ὑπόσταση  καί παριστάνει τή συνένωση τῶν δύο φύσεων, ὅπως (τό χωρίο) «ἐγώ ζῶ  γιά τόν Πατέρα, καί αὐτός πού μέ τρώει καί ἐκεῖνος θά ζεῖ γιά μένα»,  τό (χωρίο) «πηγαίνω πρός τόν Πατέρα μου καί πλέον δέν θά μέ βλέπετε»,  τό (χωρίο) «δέν θά σταύρωναν τόν Κύριό της δόξης»,  τό (χωρίο) «κανείς δέν ἀνέβηκε στόν οὐρανό παρά μόνον αὐτός  πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι στόν οὐρανό», καί τά παρόμοια. Καί ἀπ’ αὐτά πού λέγονται μετά τήν ἀνάσταση, ἄλλα εἶναι πού ἁρμόζουν  στό Θεό, ὅπως (τό χωρίο) «νά βαπτίζετε αὐτούς στό ὄνομα τοῦ Πατέρα,  τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ἐπειδή δηλαδή εἶναι Θεός, καί τό «νά, ἐγώ θά εἶμαι μαζί σας πάντοτε ἕως τό τέλος τοῦ κόσμου» καί τά παρόμοια –διότι ὡς Θεός εἶναι μαζί μας–• ἄλλα πάλι (χωρία) ἁρμόζουν  στόν ἄνθρωπο, ὅπως τό «κράτησαν τά πόδια του» καί τό «ἐκεῖ θά μέ δοῦν»  καί τά παρόμοια.