Αποκ. κβ΄17

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Καὶ τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ νύμφη λέγουσιν· ἔρχου. καὶ ὁ ἀκούων εἰπάτω· ἔρχου. καὶ ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καὶ ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Καί τό Πνεῦμα, πού ἐστάλη καί μένει εἰς τήν νύμφην, καί ἠ νύμφη Ἐκκλησία, πού ἐμπνέεται ἀπό αὐτό, λέγουν· Ἔλα, Νυμφίε. Καί καθένας, πού ἀκούει τούς λόγους τῆς προφητείας, ἄς εἴπῃ καί αὐτός· Ἔλα, Νυμφίε. Διότι ὀ Χριστός εἶναι νΝυμφίος ὄχι μόνον διά τήν Ἐκκλησίαν ὀλόκληρον, ἀλλά καί διά τόν κάθε πιστόν χωριστά. Καίο ἐκεῖνος, πού διψᾶ καί ποθεῖ τόν Νυμφίον καί τήν ζωήν καί τήν χαρά πού μεταδίδει αὐτός, ἄς ἔλθῃ· ὅποιος θέλει, ἄς πάρῃ δωρεάν νερό, πού παρέχει τήν αἰώνιον ζωήν» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)

ΣΧΟΛΙΟ

    «Στήν κορύφωσι τῆς πνευματικῆς ἐξάρσεώς του ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης, καί καθώς φθάνει στό τέρμα τοῦ ἐκπληκτικοῦ ὁράματος τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἀκούει τό «Πνεῦμα» καί τήν «νύμφην» νά λέγουν μαζί· «ἔρχου»!
    ῎Ελα, Νυμφίε! ῎Ελα, Κύριε (᾿Αποκ. κβ´ 17).
    Ποιό εἶναι ἆρα γε αὐτό τό «Πνεῦμα» καί ποιά ἡ «νύμφη» αὐτή πού ἐκφράζουν τόν πόθο τους νά ἔλθῃ ὁ Νυμφίος Χριστός; Εἶναι «τό Πνεῦμα, πού ἐστάλη καί μένει εἰς τήν νύμφην» (ΠΤ)· δηλαδή τό ῞Αγιον Πνεῦμα, «τό ὑπό τοῦ Κυρίου κατά τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς πεμφθέν ἐπί τούς ἀποστόλους καί ἔκτοτε διαρκῶς παραμένον ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ» (ΠΜ). Τό τρίτον Πρόσωπον τῆς ῾Αγίας καί ῾Ομοουσίου καί ᾿Αδιαιρέτου Τριάδος, τό ῾Οποῖον «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς ᾿Εκκλησίας», ὅπως ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος, καί κυβερνᾷ καί καθοδηγεῖ τήν ᾿Εκκλησίαν.
    ῾Η δέ Νύμφη εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, «πού ἀστράφτει ἀπό τήν Χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος, πού εἶναι στολισμένη μέ τό κάλλος τῶν Μαρτύρων, τῶν ῾Αγίων, τῶν ῾Οσίων καί ὅλων τῶν πιστῶν στρατιωτῶν Της» (ΧΒ). ῾Η ᾿Εκκλησία, ἡ στρατευομένη καί ἀγωνιζομένη τόν καλόν ἀγῶνα ἐπί τῆς γῆς, καί ἡ θριαμβεύουσα καί προαπολαμβάνουσα τήν δόξα τοῦ Θεοῦ στούς οὐρανούς. «῾Η νύμφη ᾿Εκκλησία, πού ἀκόμα ζῇ στήν κατάσταση τῆς ἀναμονῆς» (ΕΒ).
    ῾Η ᾿Εκκλησία ζῇ διαρκῶς μέ τήν προσμονή τῆς Δευτέ-ρας Παρουσίας καί ἀνανεώνει συνεχῶς αὐτήν τήν προσδοκία της. ᾿Εδῶ μέν στήν γῆ μέ τήν λατρεία της, ἐπαναλαμβάνοντας καθημερινά τό αἴτημα· «…καί καλήν ἀπολογίαν τήν ἐπί τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ». ᾿Αλλά καί στούς οὐρανούς μέ τήν κραυγή τῶν Μαρτύρων, «τῶν ἐσφαγμένων διά τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί διά τήν μαρτυρίαν τοῦ ἀρνίου», οἱ ὁποῖοι, ὅπως εἴδαμε, βοοῦν καί λέγουν· Πότε ἐπί τέλους, Κύριε, θά ἔλθῃς γιά νά ἀποδώσῃς στόν καθένα κατά τά ἔργα του, τιμωρῶντας τήν ἀσέβεια καί ἀνομία καί βραβεύοντας τήν ἀρετή καί εὐσέβεια (᾿Αποκ. στ´ 9-10);
    ῾Η φωνή αὐτή, τήν ὁποίαν ἀπευθύνει ἐν σώματι πρός τόν Κύριο καί ῾Ιδρυτή της ἡ Πνευματοκίνητος ᾿Εκκλησία, πρέπει νά γίνῃ φωνή καί τοῦ κάθε μέλους της. Γι’ αὐτό καί ὁ θεοδίδακτος προφήτης τῆς Καινῆς Διαθήκης προσθέτει· «καί ὁ ἀκούων εἰπάτω· ἔρχου» (᾿Αποκ. κβ´ 17). Καθένας δηλαδή, πού ἀκούει τούς προφητικούς αὐτούς λόγους τῆς «᾿Αποκαλύψεως», ἄς εἰπῇ καί αὐτός· «ἔρχου». ῎Ελα, Νυμφίε μου! ῎Ελα, Χριστέ μου!
    Πρέπει νά γίνῃ, ἀγαπητέ ἀναγνῶστα, καί δική μας φωνή ἡ φωνή αὐτή. Τοῦ καθενός μας ἡ καρδιά νά ἐκχύνῃ τόν πόθο της στόν Κύριο καί νά ἐκφράζῃ τήν ἐπιθυμία της πρός ᾿Εκεῖνον νά ἔλθῃ, γιά νά ἀποκαταστήσῃ τήν τάξι, πού διεσαλεύθη μέ τήν εἰσβολή τῆς ἁμαρτίας στόν κόσμο. Γιά νά πατάξῃ τήν ἀναισχυντία καί ἀλαζονεία τῶν ἀντιθέων καί ἀντιχρίστων σκοτεινῶν δυνάμεων. Γιά νά ἀμείψῃ τούς κόπους καί γιά νά ἁπαλύνῃ τούς πόνους ὅλων ἐκείνων πού ἔζησαν σύμφωνα μέ τό θέλημά Του παρά τίς πολλές ἀντιξοότητες.
    ῞Οταν προσευχώμαστε καί ἀπευθύνουμε καθημερινά στόν Κύριο τήν φράσι τῆς προσευχῆς πού ὁ ῎Ιδιος μᾶς ἐδίδαξε, λέγοντας «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», εἶναι σάν νά ἐπαναλαμβάνουμε τό «ἔρχου» τῆς «᾿Αποκαλύψεως». ᾿Εννοεῖται βέβαια ὅτι δέν πρέπει νά τό λέμε τυπικά χωρίς νά νιώθουμε βαθύτερα τό νόημά του, ἀλλά νά αἰσθανώμαστε καί νά ζοῦμε τήν σημασία του.
    Πρέπει νά καίγεται ἡ καρδιά μας ἀπό τήν ἐπιθυμία αὐτή. Νά διψᾷ πότε θά ἔλθῃ ᾿Εκεῖνος, ὁ λατρευτός της, γιά νά τήν δροσίσῃ μέ τήν Χάρι Του, ὥστε νά ξεδιψᾷ κοντά Του αἰωνίως. Νά μή βρίσκῃ ἀνάπαυσι καί ἱκανοποίησι πουθενά ἀλλοῦ μακριά ἀπό τόν λατρευτό Νυμφίο της.
    Γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί ὁ θεόπνευστος Συγγραφεύς τῆς «᾿Αποκαλύψεως» συμπληρώνει· «καί ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καί ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν». Καθένας δηλαδή πού διψᾷ καί ποθεῖ τόν Νυμφίο καί τήν ζωή καί εὐφροσύνη πού ᾿Εκεῖνος μεταδίδει, ἄς ἔλθῃ. Καθένας πού ἔχει τήν καλή διάθεσι καί θέλει νά εὐτυχήσῃ πλησίον Του καί νά λάβῃ δωρεάν τό ὕδωρ τῆς μακαρίας ζωῆς, τήν ὁποίαν Αὐτός χαρίζει, ἄς πλησιάσῃ γιά νά ἑνωθῇ μαζί Του. ῎Ας τρέξῃ σάν ἄλλο διψασμένο ἐλάφι πρός τήν Πηγή τῆς εἰρήνης καί χαρᾶς.
    Χρησιμοποιεῖ δέ τήν λέξι «δωρεάν», διότι ὁτιδήποτε κι ἄν κάνουμε καί δώσουμε οἱ πτωχοί καί ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι, εἶναι σχεδόν ἕνα τίποτε ἐμπρός στήν μεγαλοδωρεά τῆς μακαριότητος τοῦ Παραδείσου, πού μᾶς προσφέρει ὁ Κύριος· εἶναι σάν μιά σταγόνα ἐμπρός στόν ὠκεανό τῆς ἀπείρου καί ἀτελευτήτου εὐτυχίας του.
    Γιά νά ποθοῦμε ὅμως νά ἔλθῃ ὁ Νυμφίος, ἀδελφέ μου, πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά ἑνωθοῦμε μαζί Του. Εἶναι ἀνάγκη νά ἔχουμε καθαρίσει τήν ψυχή μας ἀπό τούς μολυσμούς τῆς ἁμαρτίας καί νά τήν ἔχουμε στολίσει ἀντάξια γιά ἕνα τέτοιον Νυμφίο. ᾿Εδῶ ἔγκειται ἡ δυσκολία τοῦ πράγματος. Γι’ αὐτό στενοχωροῦνται ὡρισμένοι καί φοβοῦνται καί τρέμουν στήν σκέψι τῆς ἐλεύσεώς Του. Καί ὄχι μόνον δέν τόν καλοῦν νά ἔλθῃ καί νά ἑνωθῇ μαζί τους, ἀλλά κάποτε δέν θέλουν κἄν νά ἔλθῃ. Γιατί καταλαβαί-νουν ὅτι εἶναι ἀνέτοιμοι, καί ἄν ἔλθῃ καί τούς εὕρῃ στήν κατάστασι τῆς ἁμαρτίας, τούς περιμένει θλῖψις καί ὀδύνη μακριά ἀπό τόν τόπο τῆς χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως.
    ῎Ας ἑτοιμάζουμε λοιπόν τήν ψυχή μας μέ τόν ἀγῶνα μας καί μέ τήν ἐξαγνιστική Χάρι τῆς ᾿Εκκλησίας, πού ἵδρυσε ὁ Νυμφίος μέ τήν θυσία Του. ῎Ετσι, θά μποροῦμε κι ἐμεῖς μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους καί πιστούς νά ἀναφωνοῦμε θερμά καί παρακλητικά πρός ᾿Εκεῖνον· «ναί ἔρχου, Κύριε ᾿Ιησοῦ» (᾿Αποκ. κβ´ 20). ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως).