Αποκ. ιε΄8

Τετάρτη 13 Ἰανουαρίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

 "Καὶ ἐγεμίσθη ὁ ναὸς ἐκ τοῦ καπνοῦ ἐκ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκ τῆς δυνάμεως αὐτοῦ."

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Καί ἐγέμισεν ὁ ναός ἀπό καπνόν, σύμβολον τῆς παρουσίας τῆς φοβερᾶς δόξης τοῦ Θεοῦ καί τῆς δυνάμεως αὐτοῦ" ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)

ΣΧΟΛΙΟ

      "Καθώς ἔβλεπα, συνεχίζει ὁ ῞Αγιος, τόν Ναόν ἐκεῖνον μέ τόν καπνόν, ἄκουσα μιά δυνατή φωνή νά ἀντηχῇ μέσα ἀπό τόν Ναό καί νά λέγῃ στούς ἑπτά ἀγγέλους πού ἔστεκαν ἔξω ἀπό τόν Ναό· «Πηγαίνετε καί ἀδειάστε τίς ἑπτά φιάλες τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ στήν γῆ». Εἶχε φθάσει πλέον ἡ ὥρα τῆς τιμωρίας τῶν ἀσεβῶν. ῞Οσα εἶχε ὑποσχεθῆ στούς ὀπαδούς του ὁ ᾿Αντίχριστος θά κατέπιπταν σάν χάρτινος πύργος. ῾Η φαινομενική εὐτυχία ἐκείνων πού δέχθηκαν νά τόν προσκυνήσουν καί νά σφραγισθοῦν μέ τό χάραγμά του θά κατέληγε σέ τραγωδία. Τά ὅσα ἀκολουθοῦν μέ τίς φιάλες αὐτές ὑπενθυμίζουν ἐκεῖνα τῶν ἑπτά σφραγίδων καί σαλπίγγων πού εἴδαμε προηγουμένως.
      Μέ τό πρόσταγμα τῆς οὐρανίου φωνῆς ἕνας-ἕνας οἱ ἄγγελοι προχώρησαν ἐπί τό ἔργον. ῾Ο πρῶτος ἄδειασε τήν φιάλη του στήν γῆ κι ἀμέσως ἐγέμισαν μέ φοβερά ἕλκη τά σώματα ὅλων ἐκείνων πού ἐπροσκύνησαν τό «θηρίον». Πόνοι καταλυτικοί τούς ἐκυρίευσαν. Πόνοι ἀνυπόφοροι σωματικοί λόγῳ τῶν πληγῶν ἀλλά καί ψυχικοί λόγῳ τῶν τύψεων τῆς συνειδήσεως, πού δέν ὡδηγοῦσαν ὅμως στήν λυτρωτική μετάνοια, διότι πλέον ἦταν πολύ ἀργά γιά μετάνοια.
      ᾿Ακολούθησε ὁ δεύτερος ἄγγελος, πού ἄδειασε τήν φιάλη του στήν θάλασσα. ᾿Αμέσως τά νερά τῆς θάλασσας ἔγιναν αἷμα καί πέθανε ὁτιδήποτε ὑπῆρχε στήν θάλασσα. Τό ἴδιο συνέβη καί ὅταν ἄδειασε ὁ τρίτος ἄγγελος τήν φιάλη του στά ποτάμια καί στίς πηγές. Τά νερά ἔγιναν αἷμα. ᾿Εδῶ ἔχουμε μιά ἀπάντησι τοῦ Θεοῦ στό αἴτημα – παράπονο ὅλων τῶν Μαρτύρων πού ἔχυσαν τό αἷμα τους γιά τήν Πίστι, ὅπως ἀναφέραμε προηγουμένως. ᾿Αφοῦ οἱ διῶκται ἔχυσαν τό αἷμα τῶν πιστῶν, εἶναι δίκαιο νά πιοῦν οἱ ἴδιοι αἷμα ἀντί γιά νερό. Γι’ αὐτό καί ἀκούσθηκε τήν στιγμή ἐκείνη ἡ φωνή τοῦ ἀγγέλου πού εἶναι ἐπιστάτης ὅλων τῶν ὑδάτων τῆς γῆς νά λέγῃ· Εἶσαι δίκαιος, Κύριε, εἶσαι ῞Αγιος καί ῞Οσιος. Κρίνεις καί τιμωρεῖς τόν ἀσεβῆ ὅπως τοῦ πρέπει. Τήν ἴδια ἐπιδοκιμασία ἐξέφρασαν καί ὅσοι ἦσαν στό Θυσιαστήριο ἐνώπιον τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ἔβλεπαν τήν τιμωρία μέ τό αἷμα. «…ναί, Κύριε ὁ Θεός ὁ παντοκράτωρ», ἔλεγαν. Εἶναι «ἀληθιναί καί δίκαιαι αἱ κρίσεις σου».
     Κατόπιν ἄδειασε τήν φιάλη του στόν ἥλιο ὁ τέταρτος ἄγγελος ἔχοντας τήν ἄδεια νά κατακαύσῃ τούς ἀνθρώπους. Καί «ἐκαυματίσθησαν οἱ ἄνθρωποι καῦμα μέγα». Φοβερός καύσωνας, φωτιά ἐζεμάτισε τόν κόσμο. Παρά ταῦτα ὅμως δέν μετενόησαν οἱ πωρωμένοι ἄνθρωποι καί δέν ἐπροσκύνησαν τόν Θεόν. ᾿Αντιθέτως ἐβλασφήμησαν τόν Θεόν.
Τό ἴδιο συνέβη καί ὅταν ἄδειασε τήν φιάλη του ὁ πέμπτος ἄγγελος ἐπάνω στόν θρόνο τοῦ «θηρίου» καί   γέμισε σκοτάδι ὅλη ἡ βασιλεία του. Καί τότε οἱ ἄνθρωποι ἔμειναν ἀμετανόητοι, διότι εἶχε περάσει ὁριστικά ὁ καιρός τῆς χάριτος καί μετανοίας. Καί ἐνῶ ἐμασοῦσαν τίς γλῶσσες τους ἀπό τίς πληγές καί τόν πόνο οἱ ὀπαδοί τοῦ ᾿Αντιχρίστου, ἐν τούτοις παρέμεναν πεισματικά ἀμετανόητοι.
       ῾Ο ἕκτος ἄγγελος ἄδειασε τήν φιάλη του στόν ποταμό Εὐφράτη καί ἀμέσως ξεράθηκαν τά νερά πού ἐχάριζαν εὐφορία καί πλοῦτο στήν Βαβυλῶνα. Δέν ἐμπόδιζαν πλέον τά νερά τοῦ ποταμοῦ τά στρατεύματα τῶν ἐχθρῶν πού ὡρμοῦσαν ἀπό τήν ᾿Ανατολή καί θά ἐρήμωναν τήν περιοχή ὡς τιμωρητικά ὄργανα τοῦ Θεοῦ.
       ᾿Αμέσως μετά τό ἄδειασμα τῆς ἕκτης φιάλης βγῆκαν ἀπό τά στόματα τῆς σατανικῆς τριάδος, τοῦ Διαβόλου δηλαδή, τοῦ ᾿Αντιχρίστου καί τοῦ ῾Υπασπιστοῦ του, τρία ἀκάθαρτα πνεύματα σάν βάτραχοι, γιά νά συνάξουν τούς βασιλεῖς τῆς γῆς καί φίλους τοῦ ᾿Αντιχρίστου καί νά κτυπήσουν τόν Παντοκράτορα Τριαδικό Θεό. Τά ἀκάθαρτα αὐτά δαιμόνια, λαλίστατα ὅπως οἱ βάτραχοι πού κοάζουν διαρκῶς, μέ τά δαιμονικά ἀγυρτικά τους θαύματα θά ἔκαμναν τήν τελευταία τους προσπάθεια, γιά νά πολεμήσουν τόν Θεό. Προορισμό εἶχαν νά συγκεντρώσουν ὅλες τίς ἀντίθεες δυνάμεις τοῦ κόσμου γιά τόν μεγάλο πόλεμο πού θά γινόταν κατά τήν ἔνδοξη ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου ἐπί τῆς γῆς. ῾Η σύναξις ὡρίσθη νά γίνῃ «εἰς τόν τόπον τόν καλούμενον… ῾Αρμαγεδών» (᾿Αποκ. ιστ´ 1-16).
      ῾Η ἑβραϊκή λέξις «Χαρμαγεδών» (ἑλληνικά ῾Αρμαγεδών) εἶναι «σύνθετη ἀπό τήν Χάρ καί τήν Μαγεδών. Χάρ σημαίνει “βουνό”. ῾Η Μαγεδών εἶναι πόλη πού βρισκόταν στό ἕνα ἄκρο τῆς περίφημης στήν ᾿Ισραηλιτική ἱστορία πεδιάδας ᾿Εσδρηλών, ὀνομαστή γιά αἱματηρές μάχες. Τό νόημα τοῦ ὀνόματος φαίνεται νά εἶναι ὅτι ἡ αἱματηρή… συντριβή τῶν ἀντιθέων δυνάμεων θά γίνῃ σέ βουνό…» (ΙΦ). ῎Ας προστεθῇ ὅτι «ἡ συγκέντρωση αὐτή στόν ῾Αρμαγεδών εἶναι συμβολική παράσταση τρομεροῦ πολέμου πού θά συμβῇ ὄχι ἀπαραίτητα στό σημεῖο ἐκεῖνο» (δηλαδή στήν ᾿Εσδρηλών) (ΕΒ). Τό ποῦ ἀκριβῶς θά συμβῇ τό γνωρίζει ὁ Παντοκράτωρ, ὁ ῾Οποῖος ρυθμίζει τήν πορεία τῆς ῾Ιστορίας.
     Φοβερά πράγματι αὐτά πού γράφει στό κεφάλαιο αὐτό ὁ ἅγιος ᾿Απόστολος. Προκαλοῦν συγκλονισμό στήν ψυχή μας, καθώς τά μελετοῦμε, ἔστω κι ἄν δέν μποροῦμε ἀσφαλῶς νά τά κατανοήσουμε πλήρως.
     ᾿Επειδή δέ ὁ συγκλονισμός πού προξενεῖται ἀπό τίς πληγές αὐτές εἶναι μέγας, διακόπτεται ἡ σειρά τοῦ ἱεροῦ Κειμένου καί ἀκούεται ἡ φωνή τοῦ Κυρίου, πού ἀντηχεῖ στά οὐράνια· «᾿Ιδού ἔρχομαι ὡς κλέπτης· μακάριος ὁ γρηγορῶν καί τηρῶν τά ἱμάτια αὐτοῦ, ἵνα μή γυμνός περιπατῇ καί βλέπωσι τήν ἀσχημοσύνην αὐτοῦ» (᾿Αποκ. ιστ´ 15). Θά ἔλθω ξαφνικά, λέγει ὁ Κύριος. Θά ἔλθω τήν ὥρα πού δέν τό περιμένετε, ὅπως ἔρχεται τήν νύκτα ὁ κλέπτης. Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού παραμένει ἄγρυπνος καί προσέχει νά μή χάσῃ τόν θησαυρό του. Προσέχει τά πνευματικά του ἐνδύματα, τήν φωτεινή στολή τῆς ψυχῆς του. Διότι διαφορετικά, χωρίς ἀρετές, θά εἶναι γυμνός ψυχικά καί θά βλέπουν οἱ ἄγγελοι τήν ἀποκρουστική ἀσχημία του, πρᾶγμα πού θά τόν ὁδηγήσῃ στήν αἰώνια τιμωρία του. Θά χάσῃ τήν ἀνέκφραστη ὡραιότητα τοῦ Παραδείσου.
      Τά λόγια αὐτά, πού ἀκούονται στόν οὐρανό, διακόπτοντας, ὅπως ἀναφέραμε, τήν σειρά τῆς περιγραφῆς τῶν τιμωριῶν τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀσεβεῖς, σκοπό ἔχουν νά τονώσουν καί νά ἐνθαρρύνουν τούς πιστούς, γιά νά μένουν σταθεροί στόν καλόν ἀγῶνα. Σάν νά λέγῃ δηλαδή ὁ Κύριος· Μή φοβεῖσθε σεῖς, οἱ πιστοί μου, ὅταν ἀκούετε καί μελετᾶτε ὅτι θά συμβοῦν αὐτές οἱ τρομερές πληγές κατά τῶν ἀσεβῶν. Συνεχίσατε τόν ἀγῶνα σας. Νά εἶσθε πάντοτε ἕτοιμοι. Νά μή ραθυμήσετε ποτέ. Μή ἐπιτρέψετε στόν Πονηρό νά σᾶς ἀποκοιμίσῃ μέ τήν σκέψι ὅτι ἔχετε καιρό ἐμπρός σας καί ὅτι ἀργεῖ νά ἔλθῃ ἡ ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας. Μή πῆτε ποτέ· «῎Ας ζήσω τώρα τήν ζωή τῆς ἁμαρτίας καί μετανοῶ ἀργότερα». Κινδυνεύετε νά σκληρυνθῆτε ἀπό «τήν ἀπάτην τῆς ἁμαρτίας» (῾Εβρ. γ´ 13) καί νά μή μπορῆτε νά μετανοήσετε ποτέ, ὅπως θά συμβῇ μέ τούς ὀπαδούς τοῦ ᾿Αντιχρίστου. ᾿Αγρυπνεῖτε στόν ἑαυτό σας, ὅπως ἀγρυπνοῦν καί λαμβάνουν τά μέτρα τους ὅσοι ἔχουν μεγάλους θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς. Δέν ὑπάρχει πιό μεγάλος καί πιό πολύτιμος θησαυρός ἀπό τήν ψυχή σας. Μόνον οἱ ἄγρυπνοι καί προσεκτικοί ἀγωνισταί καί μαχηταί τοῦ καλοῦ ἀγῶνος θά γλυτώσουν ἀπό τήν καταστροφή καί θά πάρουν μέρος στήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
       ῎Ας προσέξουμε καλύτερα, ἀγαπητέ ἀναγνῶστα, τήν παραινετική αὐτή φωνή τοῦ Κυρίου μας. Τότε δέν θά δοκιμάσουμε ποτέ τούς φρικτούς πόνους τῶν πληγῶν καί τιμωριῶν πού θά ἐπιπέσουν στούς ἀσεβεῖς. ᾿Αντιθέτως, ἐφ’ ὅσον θά εἴμαστε ἄγρυπνοι ἀγωνισταί κατά τῆς ἁμαρτίας, θά μᾶς ἀξιώσῃ ᾿Εκεῖνος νά συμπεριληφθοῦμε στόν «κλῆρον τῶν δικαίων»· καί νά εἰσέλθουμε κι ἐμεῖς «ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει» στήν ἔνδοξη Βασιλεία Του." ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως).