Κυριακὴ ΙA΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 14 Δεκεμβρίου 2025

Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 14 Δεκεμβρίου 2025, Κυριακὴ ΙA΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιδ΄ 16-24)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύ­την· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖ­πνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φρα­γμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.

ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

1. Τὸ Δεῖπνο τῆς οὐράνιας Βασιλείας

Μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ Μεγάλου Δείπνου, ποὺ ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἡ Ἐκκλησία στρέφει τὴν προσοχή μας στὴ μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου. Κάποιος ἄνθρωπος ἑτοίμασε ἕνα ἐπίσημο δεῖπνο καὶ κάλεσε σ᾿ αὐτὸ πολλοὺς ἀνθρώπους, μᾶς διηγεῖται ἡ παραβολή. Ὅταν δὲ ἔφθασε ἡ κατάλληλη στι­γμή, ἔστειλε τὸν δοῦλο του νὰ εἰδοποιήσει τοὺς καλεσμένους, ὥστε νὰ προσέλθουν.

Σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς ἑρμηνευτές, ὁ ἄρχοντας ποὺ παραθέτει τὸ δεῖπνο εἰκονίζει τὸν πανάγαθο καὶ παντοδύναμο Θεό. Ἐνῶ τὸ μεγάλο δεῖπνο συμβολίζει τὴ Βασιλεία του, τὴν αἰώνια ἕνωση τῶν πιστῶν μὲ τὸν Κύριο στὸν Παράδεισο, τὴν ἀτέρμονη μακαριότητα τοῦ οὐρανοῦ. Τὴν παρομοιάζει μὲ δεῖπνο, μὲ βραδινὴ δεξίωση δηλαδή, διότι ὅπως τὸ δεῖπνο παρατίθεται στὸ τέλος τῆς ἡμέρας, ἀντίστοιχα καὶ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θὰ τὴν ἀπολαύσουν οἱ πιστοὶ στὴν πληρότητά της μετὰ τὸ τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς τους. Ἐπιπλέον αὐτὸ τὸ δεῖπνο τὸ ὀνομάζει «μέγα», δηλαδὴ πλούσιο, ἐπίσημο, λαμπρό, γιὰ νὰ ἐκφράσει κάπως τὰ ἀνέκφραστα ἀγαθά του· τὴν ἄρρητη πληρότητα καὶ τὸν χορτασμὸ ποὺ θὰ παρέχει στὸν κάθε συνδαιτυμόνα, στὸν κάθε πιστό.

Σ᾿ αὐτὸ τὸ πλούσιο πνευματικὸ Δεῖπνο μᾶς ἔχει καλέσει ὁ Κύριος, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει ἄληκτη μακαριότητα, πληρότητα, ἀκόρεστο χορτασμό. Ἐκεῖ θὰ μᾶς προσφέρει ὁ οὐράνιος Οἰκοδεσπότης τὸν ἴδιο τὸν Ἑαυτό του, τὴν ἕνωση μαζί Του, τὴ θέα τοῦ Προσώπου του. Στὸ Δεῖπνο αὐτὸ μᾶς περιμένουν ἤδη καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ πρὸ Χριστοῦ καὶ οἱ μετὰ Χριστόν· ὅλη ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία. Τίποτε τὸ γήινο καὶ φθαρτὸ δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸ παν­ευφρόσυνο αὐτὸ πανηγύρι, τὸ ὁποῖο εἶναι ἤδη ἕτοιμο, ὅπως ἀκούσαμε στὴν εὐαγγελικὴ περικοπή. Πῶς θὰ ἀνταποκριθοῦμε, ἀλήθεια, στὸ κάλεσμα τοῦ Κυρίου;

2. Ὁ ὕπουλος κίνδυνος

Οἱ καλεσμένοι τοῦ δείπνου, ὅπως ἀκούσαμε στὴν παραβολή, «ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες». Σὰν νὰ ἦταν συν­εννοημένοι μεταξύ τους, ἀρνήθηκαν τὴν πρόσκληση τοῦ οἰκοδεσπότη προβάλ­λοντας κάποιες δικαιολογίες. Ὁ πρῶτος εἶπε ὅτι εἶχε ἀγοράσει ἕνα χωράφι καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ αὐτό. Ἕνας ἄλλος, ὅτι εἶχε ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ τὰ δοκιμάσει. Ἕνας τρίτος, ὅτι πρόσφατα εἶχε νυμφευθεῖ καὶ ἔτσι δὲν μποροῦσε νὰ παρευρεθεῖ στὸ δεῖπνο.

Εἶναι διδακτικότατο τὸ ὅτι οἱ καλεσμένοι αὐτοὶ δὲν φαίνεται νὰ ἦταν ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί, ἄσωτοι, ποὺ ζοῦσαν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, αἰχμάλωτοι σὲ πάθη. Τὰ δεσμά τους δὲν ἦταν οἱ ἁμαρτίες, ἀλλὰ οἱ ἐπίγειες φρον­τίδες, οἱ βιοτικὲς μέριμνες, ἡ τύρβη τῆς καθημερινότητας. Δόθηκαν ἀποκλειστικὰ στὴ «μέριμναν τοῦ αἰῶνος τούτου» (Ματθ. ιγ΄ 22). Ἀπορροφήθηκαν ἀπὸ αὐτὴν καὶ τελικὰ ἔχασαν τὸ πλούσιο πανηγύρι.

Ὁ κίνδυνος αὐτὸς ἀπειλεῖ κι ἐμᾶς. Ἀκόμη κι ἂν ἀγωνιζόμαστε μὲ τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ πάθη καὶ ἁμαρτίες βαριές, κινδυνεύουμε νὰ αἰχμαλωτισθοῦμε ἀπὸ τὶς καθημερινὲς μέριμνες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ στεγνώσει μέσα μας κάθε πνευματικὴ ἰκμάδα, κάθε ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Ἀσφαλῶς εἶναι φυσικὴ καὶ ἐπιβεβλημένη ἡ συνεπὴς ἐνασχόληση μὲ τὶς ἐργασίες καὶ τὴν οἰκογένειά μας. Ἂς εἶναι ὅμως τὸ κυριότερο μέλημα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ προγράμματός μας ὁ Θεός.

3. Ἄγευστοι ἀπὸ τὸν Θεὸ

Ἡ παραβολὴ κλείνει μὲ μιὰ αὐστηρὴ προειδοποίηση τοῦ Κυρίου: «Οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου». Σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι κανένας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀρνήθηκαν τὴν πρόσκλησή μου, δὲν θὰ παρακαθήσει καὶ δὲν θὰ γευθεῖ τὴ χαρὰ καὶ εὐφροσύνη τοῦ Δείπνου μου.
Εἶναι φοβερὸ νὰ ἔχει ἑτοιμάσει τόσο πλούσιο Δεῖπνο ὁ Κύριος, τέτοιο οὐράνιο πανηγύρι, ἄρρητη εὐφροσύνη καὶ πληρότητα κι ἐμεῖς νὰ μένουμε ἄγευστοι ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας του. Ἄγευστοι ἀπὸ τὴ Χάρι, τὴν εὐλογία, τὴν κοινωνία τοῦ Προσώπου του, καὶ τελικὰ στερημένοι καὶ ἀνικανοποίητοι. Διότι ἡ μόνη γεύση ποὺ χορταίνει τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ θέα τοῦ Προσώπου του. Ἂς προσέχουμε, λοιπόν, νὰ μὴν ἐγκλωβισθοῦμε στὸ «ἐδῶ» καὶ τὸ «τώρα» καὶ τελικὰ νὰ μείνουμε ἄγευστοι ἀπὸ τὸν Θεό, τόσο στὴν ἐπίγεια ζωή μας, ὅσο καὶ μετὰ θάνατον!

Πλησιάζουν τὰ Χριστούγεννα. Ὁ Κύριός μας, ὁ τέλειος Θεός, ἔρχεται γιὰ νὰ μᾶς καλέσει στὸ μέγα Δεῖπνο τῆς Βασιλείας του. Ταπεινώνεται, παίρνει μορφὴ δούλου, γεννιέται ὡς ἄνθρωπος, ὅμοιος μ᾿ ἐμᾶς. Γεννιέται ὡς φτωχὸς δοῦλος σ᾿ ἕνα ψυχρὸ καὶ σκοτεινὸ σπήλαιο. Ἂς μᾶς συγκινήσει ἡ ἄφατη συγκατάβαση τοῦ Κυρίου, τοῦ ἄναρχου Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἔλαβε ἀρχὴ ὡς ἄνθρωπος γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Ἂς ἀνταποκριθοῦμε δὲ στὸ κάλεσμά του, ὥστε νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ γευθοῦμε τὴν γλυκύτατη χαρὰ τῆς Βασιλείας του, τὸν χορτασμὸ τῆς θέας τοῦ Προσώπου του.