«Habemus Papam»

«Habemus Papam» (=ἔχουμε Πάπα). Μὲ τὴ φράση αὐτὴ στὰ Λατινικὰ ἀνακοινώνεται ὅτι ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα ἀπὸ τὴ διαδικασία ἐκλογῆς νέου Πάπα.
Ἔτσι, τὴν Πέμπτη, 8 Μαΐου 2025, ἐξελέγη ὁ νέος Πάπας τῆς Ρώμης, ὄχι ἐξ ὅλων τῶν ἐπισκόπων, ἀλλὰ ἔπειτα ἀπὸ τέσσερις ψηφοφορίες μόνο τῶν 133 καρδιναλίων ποὺ εἶχαν δικαίωμα ψήφου. Ἡ ἐκλογή του ἀναγγέλθηκε παραδοσιακά, μὲ λευκὸ καπνὸ ἀπὸ τὴν καμινάδα τῆς «Καπέλα Σιξτίνα». Αὐτὴ εἶναι παρεκκλήσιο τοῦ 15ου αἰώνα στὸ Βατικανό, ποὺ πῆρε τὴν ὀνομασία του ἀπὸ τὸν Πάπα Σίξτο τὸν Δ΄ καὶ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐντυπωσιακότερους χώρους τοῦ Βατικανοῦ καὶ τῆς Ρώμης.
Νέος Πάπας ἀναδείχθηκε ὁ Ἀμερικανὸς καρδινάλιος Ρόμπερτ Φ. Πρεβόστ, ὁ ὁποῖος ἔλαβε τὸ ὄνομα Λέων ΙΔ΄ (Leo XIV). Ἡ ἀνακοίνωση τῆς ἐκλογῆς του δημιούργησε παραλήρημα ἐνθουσιασμοῦ καὶ συγκινήσεως στὶς δεκάδες χιλιάδες Ρωμαιοκαθολικῶν πι­στῶν, ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ στὴν πλατεία τοῦ Ἁγίου Πέτρου. Ἀμέσως κατόπιν ἡ Ἑλβετικὴ φρουρὰ τοῦ Πάπα ἐμφανίσθηκε στὴν πλατεία καὶ παρατάχθηκε γιὰ νὰ τὸν τιμήσει, μόλις αὐτὸς ἐμφανισθεῖ στὸν ἐξώστη τῆς Βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου Πέτρου. Ὅπως καὶ ἔγινε.
Ὅλη αὐτὴ ἡ ἐντυπωσιακὴ διαδικασία φανερώνει ὅτι πρόκειται γιὰ κοσμικὴ ἐκδήλωση, τελείως ξένη πρὸς τὸ ἀληθινὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ συνίσταται στὸ νὰ ἀναδεικνύεται ὁ ἑκάστοτε Ἐπίσκοπος, Ἀρχιεπίσκοπος ἢ Πατριάρχης ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν Ἐπισκόπων. Καθόλου παράξενο γι᾿ αὐτοὺς βέβαια, ἀφοῦ ὁ ἑκάστοτε Πάπας δὲν εἶναι μόνο θρησκευτικὸς ἡγέτης, ἀλλὰ καὶ ἀρχηγὸς τοῦ κράτους τοῦ Βατικανοῦ, ἑνὸς ἀντιχριστιανικοῦ ἐξαμβλώματος ποὺ ἀλλοίωσε τὸν πνευματικὸ χαρακτήρα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης καὶ τὴν κατέστησε κοσμικὴ δύναμη.
Στὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ ὁ Πάπας ἀποτελεῖ τὴν ἀπόλυτη κορυφὴ μὲ δικτατορικὴ ἐξουσία ἐπὶ πάντων, τὴν ὁποία δῆθεν κληρονόμησε ὡς δῆθεν διάδοχος τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ὁ ὁποῖος δῆθεν, κατὰ τὴν πλανεμένη ἀντίληψή τους, ἦταν ἀρχηγὸς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Πρόκειται γιὰ βάναυση ἐξορία τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀντικατάστασή του ἀπὸ ἕνα εἴδωλο, τὸν Πάπα, ὁ ὁποῖος γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο ὀνομάζεται «Vicarius Christi» (=τοποτηρητὴς τοῦ Χριστοῦ). Φρικτὸ κατάντημα, γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς ἔγραψε τὸν φοβερὸ λόγο: «Εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς κυρίως πτώσεις: τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα, τοῦ Πάπα» («Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος», σελ. 152).
Ἡ ὅλη τελετὴ μὲ τοὺς καπνοὺς καὶ τὸν ἀχαλίνωτο θεατρινισμὸ βεβαιώνει πόσο πολὺ εὐεργετημένοι εἴμαστε οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστι­ανοί, διότι, παρόλες τὶς κατὰ καιροὺς νεωτε­ριστικὲς τάσεις καὶ τὶς διεργασίες περὶ τὴν ἐκ­λογή, οἱ Ἐπίσκοποι καὶ Ἀρχιεπίσκοποι καὶ Πατριάρχες τῆς Ἐκκλησίας μας ἐκλέγονται καὶ ἀναδεικνύονται ἁπλά, μὲ καθαρὰ ἐκκλησιαστικὴ διαδικασία καὶ ἀνάλογες ἐκδηλώσεις.
Ἀπὸ τοὺς παπικοὺς θεατρινισμοὺς καὶ τὴν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ μᾶς χωρίζει χάσμα μέγα, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ καλυφθεῖ μὲ τὶς ἐκδηλώσεις τάχα ἀγάπης τῶν κάθε λογῆς οἰκουμενιστῶν.