ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (24/2)

Σήμερα 24/2 εορτάζουν:

  • Α’ και Β’ Εύρεση Τιμίας κεφαλής του Αγίου Προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννη
  • Όσιος Boisil εκ Σκωτίας
  • Άγιος Ethelbert βασιλιάς της Αγγλίας
  • Όσιος Έρασμος εκ Ρωσίας
  • Όσιος Ιωάννης ο Θεριστής ο εν Καλαβρία
  • Άγιος Cumein

Ἡ Α΄ καὶ Β΄ Εὕρεσις τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου

7.-Agios-Ioannis-Prodromos

Ἡ πρώτη εὕρεση ἔγινε στὴ Μαχαιροῦντα, γύρω ἀπὸ τὸ χῶρο ποὺ ἦταν τὸ ἀνάκτορο τοῦ Ἡρῴδη. Ἀφοῦ ἡ Ἡρῳδιὰς πῆρε τὴν ἀποτρόπαια εὐχαρίστηση, νὰ δεῖ ἐπὶ πίνακι τὴν αἱμόφυρτη κεφαλὴ τοῦ γενναίου προμάχου τῆς ἠθικῆς καὶ τῆς ἀλήθειας, διέταξε νὰ τὴν θάψουν σ΄ ἕνα μέρος ἐκεῖ κοντά, τὸ ὁποῖο πήγαινε καὶ καταπατοῦσε ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρό, γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖ τὸ ἄσβεστο πάντοτε μῖσος της. Στὸν τόπο ἐκεῖνο ἔμεινε θαμμένη, ὥσπου τὴν ἀνακάλυψαν δυὸ μοναχοὶ ἀπὸ τὴν Ἀνατολή, στοὺς ὁποίους ἐπανειλημμένα φάνηκε σὲ ὄνειρο ὁ Πρόδρομος. Μετὰ τὸ θάνατο τῶν μοναχῶν αὐτῶν, ἀπὸ χέρι σὲ χέρι χάθηκε. Βρέθηκε ὅμως πάλι, ἐπὶ αὐτοκράτορα Οὐαλεντινιανοῦ. Ὅπως βλέπουμε, τῶν ἐπιφανῶν ἀνθρώπων τοῦ μηνύματος τοῦ Εὐαγγελίου, ὄχι μόνο οἱ ψυχὲς δὲν χάνονται καὶ πηγαίνουν ἐκεῖ ποὺ ἡ οὐράνια δόξα τὶς καλεῖ, ἀλλὰ ὁ Κύριός μας, οὔτε τὰ κόκκαλα τῶν σωμάτων τους δὲν ἀφήνει νὰ χαθοῦν. Διότι μὲ τὴν ἁγία τους ζωή, ἁγίασαν ἀκόμα καὶ αὐτὴ τὴν ὕλη τοῦ σώματος, ποὺ πρέπει νὰ εἶναι τὸ καθαρότατο δοχεῖο τῆς ψυχῆς.

Ὁ Ἅγιος Boisil (Σκωτσέζος)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων.Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ὁ Ἅγιος Ethelbert (Ἀγγλος)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων.Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ο Ὅσιος Ιωάννης ὁ θεριστής

24.Osios-Ioannis-Theristis

Ὁ ὅ­σιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ θε­ρι­στὴς ἀ­νή­κει στοὺς Ὀρ­θο­δό­ξους Ἁ­γί­ους τῆς Δύ­σε­ως τοῦ 11ου αἰ­ῶ­νος. Ἡ κα­τα­γω­γή του ἦ­ταν ἀ­πὸ τὴν Κα­λα­βρί­α, ἀ­πὸ τὸ Κουρ­σά­νο κον­τὰ στὸ Στῦ­λο. Τόπος ὅ­μως τῆς γεν­νή­σε­ώς του ἦ­ταν πι­θα­νῶς τὸ Πα­λέρ­μο τῆς Σι­κε­λί­ας. Ἐ­κεῖ βρέ­θη­κε ἐγ­κυ­μο­νοῦ­σα ἡ μη­τέ­ρα του Καλ­λί­στη, συ­ρο­μέ­νη αἰχ­μά­λω­τη ἀ­πὸ Σα­ρα­κη­νοὺς πει­ρα­τές. Καὶ ἐ­κεῖ τὸν γέν­νη­σε μέ­σα στὸ χα­ρέ­μι ἑ­νὸς φη­μι­σμέ­νου μου­σουλ­μά­νου. Ἡ πι­στὴ μη­τέ­ρα φρόν­τι­σε μὲ αἴ­σθη­μα εὐ­θύ­νης νὰ γα­λου­χή­σει τὸ μι­κρό της σπλά­χνο μὲ τὰ νά­μα­τα τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πί­στε­ως καὶ νὰ τὸ κα­θο­δη­γή­σει σύμ­φω­να μὲ τὸ θέ­λη­μα τοῦ Κυ­ρί­ου Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ. Καὶ τὸ μι­κρό της παι­δὶ δε­χό­ταν μὲ δί­ψα τὴ θεί­α δι­δα­σκα­λί­α. Κα­θὼς με­γά­λω­νε, πο­θοῦ­σε μὲ λα­χτά­ρα νὰ βα­πτι­σθεῖ καὶ νὰ γί­νει Χρι­στια­νός. Γι’ αὐ­τὸ σὲ ἡ­λι­κί­α 14 ἐ­τῶν ἔ­φυ­γε κρυ­φὰ μό­νος του καὶ ἦρ­θε στὴν Κα­λα­βρί­α, στὸν τό­πο τῶν προ­γό­νων του. Ἐ­κεῖ ὁ μικρὸς ἔ­φη­βος συ­ναν­τή­θη­κε μὲ τὸν το­πι­κὸ Ἐ­πί­σκο­πο. Τοῦ ἐ­ξέ­φρα­σε τὴν ἐ­πι­θυ­μί­α του. Καὶ ἀ­φοῦ ὁ Ἐ­πί­σκο­πος ἐ­ξα­κρί­βω­σε τὴν ἁ­γνό­τη­τα τῶν προ­θέ­σε­ών του, τὸν κα­τή­χη­σε καὶ τὸν βά­πτι­σε δί­δον­τάς του τὸ ὄ­νο­μα Ἰ­ω­άν­νης.

Τὸ ὄ­νο­μα τοῦ με­γά­λου ἀ­σκη­τῆ τῆς ἐ­ρή­μου τοῦ Ἰ­ορ­δά­νη, τοῦ Τι­μί­ου Προ­δρό­μου, συγ­κι­νοῦ­σε ἀ­φάν­τα­στα τὸν Ὅ­σιό μας. Μέ πολ­λὴ εὐ­λά­βεια ἀ­σπα­ζό­ταν τὴν ἱ­ε­ρὴ εἰ­κό­να του καὶ ἐπι­θυ­μοῦ­σε βα­θιὰ νὰ ἀ­κο­λου­θή­σει τὸν μο­να­χι­κὸ βί­ο. Μὲ ὑ­πό­δει­ξη τοῦ Ἐ­πι­σκό­που ὁ Ὅ­σιος ἦλ­θε στὸ ὄ­ρος Κον­σο­λί­νο σὲ κά­ποι­ο ἀρ­χαῖ­ο μο­να­στή­ρι. Ἐ­κεῖ δύ­ο εὐ­λα­βεῖς ἀ­σκη­τές, ὁ ὅ­σιος Ἀμ­βρό­σιος καὶ ὁ ὅ­σιος Νι­κό­λα­ος, ἐ­μύ­η­σαν τὸν Ἰ­ω­άν­νη στὴν ὀρ­θό­δο­ξη ἀ­σκη­τι­κὴ ζω­ή. Ὁ ὅ­σιος Ἰ­ω­άν­νης, ἀ­φοῦ πα­ρέ­δω­σε στοὺς πτω­χοὺς τὸν πλοῦ­το ποὺ βρῆ­κε κρυμμέ­νο στὸ πα­τρι­κό του σπί­τι, ἀ­φο­σι­ώ­θη­κε ἀ­πε­ρί­σπα­στος στὴν ἐν Χρι­στῷ ἄ­σκη­σή του.

Ἀ­σκοῦ­σε ἀ­γόγ­γυ­στη ὑ­πα­κο­ὴ στοὺς προ­ε­στῶ­τες, ἐρ­γα­ζό­ταν τὰ δι­α­κο­νή­μα­τα μὲ χα­ρὰ καὶ προ­σευ­χό­ταν ἀ­δι­ά­λει­πτα. Δὲν πα­ρέ­λει­πε ὅ­μως καὶ τὸ κα­θῆ­κον τῆς ἀ­γά­πης πρὸς τοὺς ἀν­θρώ­πους. Ὁ Ἰ­ω­άν­νης ἦ­ταν φύ­ση κα­λο­συ­νά­τη καὶ στορ­γι­κή. Ἔ­δει­χνε ἰ­δι­αί­τε­ρη προ­θυ­μί­α νὰ βο­η­θεῖ τοὺς πτω­χοὺς χω­ρι­κοὺς στὰ χω­ρά­φια στὸ θε­ρι­σμὸ τὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ καλοκαι­ριοῦ.

Ὁ Συ­να­ξα­ρι­στὴς μᾶς ἀ­να­φέ­ρει καὶ ἕ­να πα­ρά­δο­ξο γε­γο­νός. Συ­νέ­βη κά­πο­τε ὁ ὅ­σιος Ἰ­ω­άν­νης νὰ ἐ­πι­σκε­φθεῖ σὲ ὥ­ρα θε­ρι­σμοῦ χω­ρι­κοὺς στὰ χω­ρά­φια τους. Καὶ μὲ κα­λο­σύ­νη τοὺς πρό­σφε­ρε λί­γο φα­γη­τὸ καὶ λί­γο κρα­σί. Κα­θὼς δὲ ξε­κου­ρά­ζον­ταν οἱ χω­ρι­κοί, ξέ­σπα­σε κα­ται­γί­δα καὶ αὐ­τοὶ ἔ­τρε­ξαν νὰ ἀ­σφα­λι­σθοῦν. Ὅ­ταν ἐ­πέ­στρε­ψαν λί­γο με­τὰ στὰ χω­ρά­φια τους, ἀν­τί­κρι­σαν ἔκ­πλη­κτοι ἕ­να θαῦ­μα: ὅ­λο τὸν καρ­πὸ θε­ρι­σμέ­νο καὶ ἀ­σφα­λι­σμέ­νο σὲ δε­μά­τια! Τί εἶ­χε συμ­βεῖ; Ὁ Ἰ­ω­άν­νης εἶ­χε προ­λά­βει, πρὶν ξε­σπά­σει ἡ πρω­ι­νὴ αὐ­τὴ καταιγίδα, μὲ τρό­πο τα­χύ­τα­το – θαυ­μα­τουρ­γι­κὸ νὰ θε­ρί­σει καὶ νὰ δε­μα­τί­σει τὸν καρ­πό. Στὸ θαῦ­μα ἀ­κρι­βῶς αὐ­τὸ ὀ­φεί­λε­ται ἡ προ­σω­νυ­μί­α του «θε­ρι­στής».

Ὁ Ὅ­σιος ἔ­κτι­σε με­γα­λύ­τε­ρο μο­να­στή­ρι στὸ ὄ­νο­μα τῆς «ἁ­γί­ας μη­τέ­ρας τοῦ Θε­οῦ». Καὶ ὑ­πῆρ­ξε ὁ ἴ­διος κτή­το­ράς του καὶ ἡ­γού­με­νος μὲ με­γά­λο κύ­ρος. Ἔ­δι­νε πρῶ­τος τὸ παράδειγ­μα ἑ­νὸς κα­λοῦ ποι­μέ­νος ποὺ φρόν­τι­ζε μὲ θυ­σί­α καὶ ἀ­νι­δι­ο­τέ­λεια γιὰ τὰ λο­γι­κά του πρό­βα­τα – τοὺς μο­να­χούς του.

Ζοῦ­σε μὲ πο­λὺ με­γά­λη ἐγ­κρά­τεια καὶ νή­ψη καὶ ἐ­πι­τε­λοῦ­σε θαύ­μα­τα θε­ρα­πεί­ας πολ­λῶν ἀ­σθε­νῶν μὲ τὴ δύ­να­μη τῆς θερ­μῆς προ­σευ­χῆς του.

Ὁ ὅ­σιος Ἰ­ω­άν­νης ἐ­κοι­μή­θη εἰ­ρη­νι­κὰ σὲ ἡ­λι­κί­α πε­ρί­που 75 ἐ­τῶν. Με­τὰ τὴν κοί­μη­σή του ἡ Μο­νὴ με­το­νο­μά­σθη­κε σὲ Ἱ­ε­ρὰ Μο­νὴ Ὁ­σί­ου Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Θε­ρι­στοῦ καὶ πα­ρέ­μει­νε σὲ ἀκμὴ μέ­χρι τὸν 17ο αἰ­ώ­να.

Στὶς ἡ­μέ­ρες μας στὴν εὐ­ρύ­τε­ρη πε­ρι­ο­χὴ τῆς Κα­λα­βρί­ας συν­τε­λεῖ­ται μιὰ ἀ­να­γέν­νη­ση τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας.

Ἂς δέ­ε­ται ὁ ὅ­σιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ θε­ρι­στής, ὥ­στε ἡ ἱ­ε­ρὰ Μο­νή του – ποὺ σή­με­ρα ἀ­να­και­νί­ζε­ται – πο­τὲ νὰ μὴν ὑ­πο­τα­χθεῖ στὸ σκο­τά­δι τοῦ Πα­πι­σμοῦ, ἀλ­λὰ νὰ με­τα­δί­δει στὴν πλανεμέ­νη Δύ­ση ἀ­νό­θευ­το τὸ φῶς τῆς Μιᾶς, Ἁ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καὶ Ἀ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ πολ­λοὺς προ­σκυ­νη­τὲς κα­λο­προ­αί­ρε­τους Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κοὺς νὰ με­τα­στρέ­φει καὶ νὰ ὁ­δη­γεῖ στὴν ἀ­λη­θι­νὴ Ὀρ­θό­δο­ξη Πί­στη πρὸς δό­ξαν τοῦ Κυ­ρί­ου Παν­το­κρά­το­ρος.

«Ἀ­πό τό πε­ρι­ο­δι­κό «Ο ΣΩΤΗΡ»