Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΚΥΡΙΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 1 ΜΑΪΟΥ 2016

ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ: Πράξ. α΄ 1-8

Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. πάντα δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν. ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν. ᾿Εγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρὰ Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ ᾿Ιωάννης· οὗτος ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσι δι᾿ αὐτοῦ. οὐκ ἦν ἐκεῖνος τὸ φῶς, ἀλλ᾿ ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός. ῏Ην τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον. ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέ­­σθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν. Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας. ᾿Ιωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγε λέγων· οὗτος ἦν ὃν εἶπον, ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος· ὅτι ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο.

Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΚΥΡΙΟΥ

«Καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ»

   «Ἀναστάσεως ἡμέρα» ἡ σημερινή. Ἡ­­­­μέρα λαμπρὴ καὶ πανευφρόσυνη. Σκιρτοῦν οἱ καρδιὲς ἀπὸ χαρά, λάμ­πουν τὰ πρόσωπα καὶ ὁ ἀναστάσιμος χαιρετισμὸς δονεῖ τοὺς αἰθέρες: «Χρι­στὸς ἀνέστη – Ἀληθῶς ἀνέστη»!
   Τὸ ἀδιαμφισβήτητο γεγονὸς τῆς Ἀνα­στάσεως ἀποκάλυψε τὴ δόξα τῆς θε­­­­ότητος τοῦ Κυρίου μὲ τὸν πλέον­ μονα­δικὸ τρόπο. Γι’ αὐτὸ καὶ στὸ εὐαγγε­λικὸ ἀνάγνωσμα τὸ ὁποῖο ἀναγι­νώ­σκεται τὴ νύχτα τοῦ Πάσχα, ἀκοῦμε τὸν ἅγιο εὐαγγε­λιστὴ Ἰωάννη νὰ ὁμολογεῖ ἐκ μέρους ὅλων τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ: «Καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ». Εἴδαμε καὶ ἀπολαύσαμε μὲ τὰ ἴδια μας τὰ μάτια τὴν ἐξαιρετικὴ σὲ λαμπρότητα καὶ μεγαλεῖο θεοπρεπὴ δόξα τοῦ Κυ­ρίου.
   Ἂς δοῦμε λοιπὸν πῶς φανερώθηκε αὐτὴ ἡ θεϊκὴ δόξα στοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου καὶ πῶς μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ τὴ γνωρίσουμε.

1. Η ΘΕΪΚΗ ΔΟΞΑ

   Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁ­­­γίας Τριάδος, ἦλθε στὴ γῆ καὶ «ἐσκή­νωσεν ἐν ἡμῖν» κάτω ἀπὸ τὶς ­πλέον ­ταπεινὲς συν­­θῆκες. Γεννήθηκε ταπεινὰ σὲ μιὰ φάτνη, μεγάλωσε μέσα στὴν ­ἀ­­­­­­­­φά­­νεια καὶ ὅταν ἄρχισε τὴ δημόσια δρά­ση του περιόδευε τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ συν­αναστρεφόμενος ἁπλοὺς καὶ ἀγραμμάτους ἀνθρώπους. Ὅμως οἱ μαθητὲς ποὺ ἦταν μαζί του καὶ ὅσοι Τὸν ἀκολουθοῦσαν, εἶδαν σὲ πολλὲς περιπτώσεις νὰ φανερώνεται ἡ θεϊκή του δόξα. Πρῶτον μὲ τὴ ­διδασκαλία του, ἡ ὁποία ἦταν μοναδικὴ καὶ ἀξεπέραστη καὶ ἔκανε τὰ πλήθη νὰ κρέμονται ἀπὸ τὰ χείλη του. Ὁ Κύριος δίδασκε «ὡς ἐξουσίαν ἔχων, καὶ οὐχ ὡς οἱ γραμματεῖς» (Ματθ. ζ΄ 29), καὶ ὅλοι ὁμολογοῦσαν ὅτι οὐδέποτε μίλησε κάποιος ἄνθρωπος ὅπως Ἐκεῖνος (Ἰω. ζ΄ 46). Ἔπειτα μὲ τὰ ἀναρίθμητα θαύματά του, τὰ ὁποῖα προκαλοῦσαν κατάπληξη ἀκόμη καὶ στοὺς ἐχθρούς του, ἐνῶ ἀποτελοῦσαν ἀφορμὴ ὥστε τὰ πλήθη νὰ δοξάζουν τὸν Θεό. Καὶ ἀκόμη οἱ μαθητὲς εἶδαν τὴ δόξα τοῦ Κυρίου καθὼς παρατηροῦσαν τὴν ἁγία καὶ κατὰ πάν­τα ἀναμάρτητη ζωή του, ὥστε κανεὶς ποτὲ νὰ μὴν μπορεῖ νὰ Τὸν ἐλέγξει γιὰ κάποιο ἐλάχιστο παράπτωμα.
   Πολὺ περισσότερο ὅμως ἡ ἐκ νεκρῶν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία μὲ χαρὰ πανηγυρίζουμε, αὐτὴ τὴ θεία δό­ξα μαρτυρεῖ καὶ διακηρύττει. Ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος σταυρώθηκε καὶ πέθανε καὶ ἐτάφη, ἀναστήθηκε αὐτεξουσίως ὡς παντοδύναμος Θεός. Μὲ τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασή του ἐξουδετέρωσε τὴν ἁμαρτία, νίκησε τὸν θάνατο καὶ κατήργησε τὸ κράτος τοῦ διαβόλου. Ἀπέδειξε ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία ψάλλει πανηγυρικά: «Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ· ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε». Ἀνέτειλε ἡ δόξα τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ χαρίσει σὲ ὅλους τοὺς πιστοὺς ἐλπίδα καὶ φῶς!

2. «ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΘΕΑΣΑΜΕΝΟΙ…»

   Ἀλήθεια πόσο συγκλονίζεται ἡ δική μας ψυχὴ ἀπὸ τὸ μοναδικὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως; Μποροῦμε ἄραγε κι ἐμεῖς μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι «ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ»; Γράφει ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος: «Στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πιστεύουν μὲν οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ἐλάχιστοι ὅμως τὴν βλέ­πουν καθαρά. Καὶ ὅσοι βέβαια δὲν τὴ δοῦν, δὲν μποροῦν καὶ νὰ προσ­κυνήσουν τὸν Χριστὸ Ἰησοῦ ὡς ἅγιο καὶ Κύριο… Ἡ προσευχὴ ὅμως ποὺ κάθε μέρα αὐτὴν τὴν ­περίοδο φέρουμε στὸ στόμα μας δὲν λέει “Ἀνάστασιν Χριστοῦ πιστεύσαντες”, ­ἀλ­λὰ “Ἀνάστασιν Χριστοῦ ­θεασάμενοι, προσ­κυνήσωμεν Ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν τὸν μόνον ἀναμάρτητον”… Μήπως ἡ ἱερὰ εὐχὴ θέλει νὰ λέμε ψέματα; Κάθε ἄλλο! Μᾶς παρακινεῖ νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια, ὅτι δηλαδὴ μέσα στὸν καθένα ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς πραγματοποιεῖται ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ… ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἀνίσταται μέσα μας λαμπροφόρος, ἀκτινοβολώντας τὸ ἐκτυφλωτικὸ φῶς τῆς ἀφθαρσίας καὶ τῆς θεότητος» (Κατήχησις ΙΓ΄, Περὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως, ΕΠΕ Φιλοκαλία 19Δ, 112).
   Συνεπῶς ὅλοι οἱ πιστοὶ καλούμαστε νὰ ζήσουμε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ὡς προσωπικὴ ἐμπειρία καὶ βίωμα. Λυτρωμένοι ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας νὰ ἀκολουθήσουμε μία καινὴ καὶ ἀναστημένη ζωή. Μία ζωὴ στὴν ὁποία θὰ βασιλεύει ὁ ἀναστὰς Κύριος. Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς ἐνισχύει στὸν πνευματικὸ ἀγώνα, μᾶς ἀνορθώνει ἀπὸ κάθε πτώση καὶ καθὼς κοινωνοῦμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα του μᾶς χαρίζει τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ζωῆς κον­τά του. Τότε πραγματικὰ ἡ ζωή μας θὰ εἶναι φανέρωση τῆς δόξης τοῦ ἀνα­στάντος Κυρίου. Διότι ὅπως γράφει καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Ὅσα Αὐτὸς προνόμια καὶ ἀξιώματα ἔλαβε διὰ τῆς Ἀναστάσεώς Του, ὅλα ταῦτα γίνονται καὶ ἰδικά σου διὰ τῆς πρὸς αὐτὸν πίστεως καὶ θερμῆς ἀγάπης… ἡ ἰδική Του χαρὰ εἶναι καὶ χαρὰ ἰδική σου· ἡ ἰδική Του δόξα εἶναι καὶ δόξα ἰδική σου, καὶ ἡ ἰδική Του νίκη εἶναι καὶ νίκη ἰδική σου» (Πνευματικὰ Γυμνάσματα, Μελέτη ΛΒ΄).
   Εἴθε ὁ ἀναστὰς Κύριος νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ γνωρίσουμε τὴ δύναμη καὶ τὴ δόξα του, ὥστε γεμάτοι χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη νὰ ὁμολογήσουμε κι ἐμεῖς μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους ὅτι «ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ», καὶ τίποτε καλύτερο δὲν προσδοκοῦμε παρὰ νὰ ἀπολαύσουμε ἐναργέστερα τὴ δόξα αὐτὴ στὴν αἰώνια Βασιλεία του.