3 Μαρτίου
Ἑορταζόμενοι ἅγιοι
● Οἱ Ἅγιοι Εὐτρόπιος, Κλεόνικος καὶ Βασιλίσκος
● Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἱεροµάρτυρας, πρεσβύτερος Ἀντιοχείας
● Οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος
● Ἡ Ὁσία Πιαµοῦν ἡ Παρθένος
● Ὁ Προφήτης Ἰωὰδ ἢ Ἰωήλ
● Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα ἡ ἐξ Ἀλεξανδρείας (4ος αἰ.)
Περισσότερα στοιχεῖα
ΟἱἍγιοι Εὐτρόπιος, Κλεόνικος καὶ Βασιλίσκος
Ἡ καταγωγὴ αὐτῶν τῶν τριῶν πνευµατικῶν βλασταριῶν ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀµάσεια τοῦ Πόντου (ὁρισµένοι συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι ἦταν καὶ συγγενεῖς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος). Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἀσκληπιοδότης ἀµέσως τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς ἀνέκρινε ἂν πράγµατι ἦταν χριστιανοί. Καὶ οἱ τρεῖς, χωρὶς κανένα δισταγµό, ὁµολόγησαν Χριστὸν Ἐσταυρωµένον. Ἀµέσως, ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ τοὺς βασανίσουν ἀνελέητα. Τὰ βασανιστήρια δὲν ἐπηρέασαν καθόλου τὸ θάῤῥος καὶ τὴν συνείδησή τους. Ἐνῷ τοὺς ἔδερναν καὶ τοὺς ἔκαιγαν ἀλύπητα, αὐτοὶ ζητοῦσαν τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ Τὸν ὑµνοῦσαν. Ἔτσι, οἱ µὲν Εὐτρόπιος καὶ Κλεόνικος πέθαναν µὲ σταυρικὸ θάνατο, ὁ δὲ Βασιλίσκος, ἀφοῦ φυλακίστηκε, πέθανε µετὰ ἀπὸ µύριες στερήσεις καὶ κακουχίες, χωρὶς νὰ καµφθεῖ τὸ φρόνηµά του καθόλου. Παρέµεινε µέχρι τελευταίας πνοῆς πιστὸς στὸ Χριστό. Μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ οἱ τρεῖς τεκµηρίωσαν τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἰωάννη στὴν Ἀποκάλυψη, ὅτι «οὐκ ἤγαπησαν τὴν ψυχὴν αὐτῶν ἄχρι θανάτου». Γιὰ τὴν µαρτυρία δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν ἀγάπησαν τὴν ζωή τους, ἀλλὰ τὴν περιφρόνησαν µέχρι θανάτου.
ὉἍγιος Θεοδώρητος ἱεροµάρτυρας, πρεσβύτερος Ἀντιοχείας
Ἦταν τὰ θλιβερὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτη, ποὺ ὁ ἀσεβὴς αὐτὸς αὐτοκράτορας ἐξεδίωκε τὴν Ἐκκλησία, προσπαθώντας ν΄ ἀναστηλώσει τὴν εἰδωλολατρία. Οἱ διωγµοὶ αὐτοὶ βέβαια, ἐπεκτάθηκαν καὶ στὴν Ἀντιόχεια τὴν Μεγάλη. Πολλοὶ ὅµως ἀπὸ τοὺς κληρικούς της, ἔµειναν ἀκλόνητοι στὴν παράταξή τους, προστατεύοντας καὶ ἐνθαῤῥύνοντας τὸ ποίµνιο µὲ τὴν παρουσία τους. Μεταξὺ τῶν ἡρῴων αὐτῶν ἦταν καὶ ὁ Θεοδώρητος. Συνελήφθη λοιπὸν ἀπὸ τὸν ἔπαρχο τῆς πόλης (Ἰουλιανὸ ὀνοµαζόµενο, ποὺ κατὰ τὸν Σ. Εὐστρατιάδη ἦταν θεῖος τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη), ἀλλὰ διατήρησε ὅλη τὴν ἀκεραιότητα τοῦ θάῤῥους του. Ὁ ἔπαρχος στὴν ἀρχὴ τὸν περιποιήθηκε. Καὶ τόνισε τὴν µεγάλη ἀξία τοῦ Θεοδωρήτου, τὴν εὐφυΐα καὶ τὴν παιδεία του. Κατέληξε δὲ προτρέποντας τὸν Θεοδώρητο νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸ Χριστό, καὶ νὰ προσέλθει στὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων. Ὁ Θεοδώρητος τὸν ἄκουσε µὲ ὑποµονή, καὶ κατόπιν µεταξὺ ἄλλων εἶπε στὸν ἔπαρχο: «Πῶς νὰ προδώσω τὴν ἀλήθειαν, πῶς νὰ λιποτακτήσω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τῆς πίστεως καὶ τῆς ζωῆς, πῶς νὰ ἀφήσω τὴν χριστιανικὴν ἐλπίδα, τὴν χύνουσαν τόσον φῶς καὶ τόσην παρηγοριὰν εἰς τοὺς ζοφώδεις ὁρίζοντας τοῦ βίου, πῶς νὰ φανῶ τόσον ἀχάριστος πρὸς τὸν Χριστόν µου, ὁ ὁποῖος ὑπὲρ ἐµοῦ ἔχυσε τὸ αἷµα του; Εἶµαι καὶ θὰ µείνω χριστιανός». Ὁ ἔπαρχος, ἐξεπλάγη µὲν ἀπὸ τὸ θάῤῥος του, διέταξε ὅµως καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
ΟἱὍσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Ἡ Ὁσία Πιαµοῦν ἡ Παρθένος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ. Νωρὶς στερήθηκε τὸν πατέρα της, ἀλλὰ ἡ µητέρα της τὴν ἀνέθρεψε καὶ τὴν πότισε µὲ τὰ νάµατα τῆς χριστιανικῆς εὐσέβειας. Μητέρα καὶ κόρη δόθηκαν µὲ ὅλη τους τὴν καρδιὰ σὲ ἔργα εὐσπλαχνίας καὶ φιλαδελφίας. Μὲ τὸ µικρὸ τοὺς εἰσόδηµα καὶ µὲ κόπους τῶν χεριῶν τους, παρηγοροῦσαν ἀσθενεῖς καὶ θλιβοµένους. Ἐπίσης στήριζαν τὴν κλονισµένη πίστη τῶν γυναικῶν καὶ ἡ διαγωγὴ τους ἐνέπνεε ἀγάπη καὶ σεβασµό. Ὅταν πέθανε ἡ µητέρα της, ἡ Πιαµοῦν αὔξησε τοὺς κόπους της στὶς ὑπηρεσίες τῶν εὐαγγελικῶν ἀγαθῶν. Ἡ ἁγιότητά της εἶχε φθάσει καὶ σὲ ἄλλες πόλεις. Κάποτε µάλιστα, κατάφερε µόνη της νὰ σώσει τὴν γενέτειρα πόλη της ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ὅταν δήλωσε σ΄ αὐτοὺς τὸ ὄνοµά της. Στὸ ἄκουσµα ἐκεῖνοι θυµήθηκαν τὸν Θεὸ καὶ ἀποχώρησαν εἰρηνικά. Ἡ Ἁγία πέθανε µέσα σὲ ἄπειρες εὐλογίες καὶ γενικὸ ἦταν τὸ πένθος τὴν ἡµέρα τῆς κηδείας της.
Ὁ Προφήτης Ἰωὰδ ἢἸωήλ
Περιττῶς ἐδῶ ἐπαναλαµβάνεται ἡ µνήµη του. Βλέπε βιογραφία του τὴν 30η Μαρτίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως µνήµη του.
ἩὉσία Ἀλεξάνδρα ἡἐξ Ἀλεξανδρείας (4ος αἰ.)