Ἐφεσ. β΄5-6

Δευτέρα 17 Μαῒου  2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι·  καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ  Ἰησοῦ"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Καί ὄταν ἀκόμη ἤμεθα ἠθικῶς νεκροί ἕνεκα τῶν παραβάσεων, μᾶς ἐζωντάνευσε πνευματικῶς μαζί μέ τόν Χριστόν. Ἔχετε σωθῆ διά τῆς χάριτος καί ὄχι μέ κατορθώματα ἰδικά σας. Καί μᾶς ἀνέστησε μαζί μέ τόν Χριστόν καί μᾶς ἔβαλε νά καθήσωμεν μαζί του εἰς τά ἐπουράνια. Καί ἡ ἀνάστασις καί ἡ ἀνύψωσίς μας αὐτή ἔγινε διά τῆς ἑνώσεώς μας μέ τόν Ἰησοῦν Χριστόν" ( Ἀπό τήν "ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας" τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα" , ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ

    "Πρωτοφανὲς καὶ ἐκπληκτικὸν τὸ θέαμα. Καθ’ ὅν χρόνον ὁ Θεάνθρωπος Κύριος πλησίον τῆς Βηθανίας ηὐλόγει τούς μαθητάς Του, «διέστη ἀπ’ αὐτῶν», ἐχωρίσθη καὶ ἀπεμακρύνθη ἀπὸ αὐτούς, «καὶ ἀνεφέρετο (ἀνέβαινεν) εἰς τὸν οὐρανόν» (Λουκ. κδ’ 51). Ἀλησμόνητος θὰ ἔμενε ἡ σκηνὴ τῆς θριαμβευτικῆς Ἀναλήψεως εἰς τάς ψυχάς τῶν μαθητῶν, τοσούτῳ μᾶλλον ὅσῳ ὕστερα ἀπὸ ὀλίγας ἡμέρας ὑπὸ τὸν φωτισμὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ κατενόουν ποὶαν σημασίαν θὰ εἶχε διὰ τοὺς πιστοὺς τὸ γεγονός τῆς θείας Ἀναλήψεως.
    Ὅταν κατὰ τὴν ἡμέραν της δίκης τοῦ Ἰησοῦ οἱ ὁμοεθνεῖς Του Τὸν ἀπηρνοῦντο καὶ μὲ ἀχαρακτήριστον ἐπιμονὴν ἐζήτουν νὰ ἀναρτηθῆ εἰς τὸν σταυρόν, τὸ ἀνθρώπινον γένος εὑρίσκετο εἰς τὸ βαθύτερον καὶ σκοτεινότερον σημεῖον τῆς πτώσεώς του. Εἶχεν ἀρχίσει ἡ πτῶσις αὐτή ἀπό τὸν κῆπον τῆς Ἐδέμ, ὅταν οἱ πρωτόπλαστοι ἐπρόσεξαν τὸν ἀπατηλὸν συριγμὸν τοῦ ὄφεως καὶ ἔδωσαν ἐμπιστοσύνην εἰς τοὺς λόγους του καὶ ἀπεπειράθησαν νὰ γίνουν «ὡς θεοί», ἀκολουθοῦντες ὁδόν τὴν ὁποίαν δὲν τοὺς εἶχεν ὑποδείξει ὁ Δημιουργὸς των. Καὶ ἔκλαυσαν τότε πικρὰ καὶ ἐθρήνησαν καὶ εἶδον νὰ ἐπέρχωνται ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη ν αἱ συνέπειαι τῆς παρακοῆς των, θλιβερώτεραι καὶ ὀδυνηρότεραι ἡ μία ἀπό τὴν ἄλλην. Καὶ τὸ σκότος ἤρχισε νὰ καλύπτη τὴν ἀνθρωπότητα, σκότος ἠθικόν, σκότος πνευματικόν, ἕως ὅτου τόσον πολὺ ἐτυφλώθη ἡ ἁμαρτωλὸς ἀνθρωπότης, ὥστε προσήλωσεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ καὶ αὐτὸν τὸν Δημιουργόν της καὶ Τὸν κατέκρυψεν εἰς τὸν τάφον.
    Ἦλθεν ὅμως ἡ Ἀνάστασις καὶ ὁ Ἰησοῦς «ἠγέρθη ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ Πατρός» (Ρωμ. ζ’ 4). Ὡς Υἱὸς συνάναρχος πρὸς τὸν Πατέρα ἐνέκρωσε τὸν θάνατον, ἐσκύλευσε τὸν Ἅδην, ἐφώτισε τὸν κόσμον μὲ τὸ ἀνέσπερον καὶ χαρμόσυνον φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ σκοτεινὸς τάφος, ποὺ ἔκρυψεν ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας τὸ πανακήρατον τοῦ Θεανθρώ¬που σῶμα, ἐκπέμπει τώρα ἀκτῖνας θείου καὶ οὐρανίου καὶ αἰωνίου φωτός. «Ἠγέρθη, οὐκ ἐστιν ὧδε» ὁ Ἰησοῦς ποὺ ζητεῖτε (Μάρκ. ις’ 6), πληροφορεῖ ὁ Ἄγγελος τάς Μυροφό¬ρους. «Ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως», ἐπαναλαμβάνουν ἐν χορῷ οἱ μαθηταὶ (Λουκ. κδ’ 34). Καὶ ὁ Παῦλος ἐμβαθύνων εἰς τὸ γεγονὸς καὶ τὴν σημασίαν τῆς Ἀναστάσεως καὶ εἰς τάς συνεπείας αὐτῆς διακηρύττει ὅτι ὁ «Χριστὸς ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει" θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι  κυριεύει» (Ρωμ. ς’ 9). Ὄχι δὲ μόνον αὐτό, ἀλλὰ καὶ ὅτι ἀκόμη «ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο» (Α΄ Κόρ. ιε’ 20). Πρῶτος Αὐτὸς ἀνέστη εἰς ἀθάνατον καὶ αἰώνιαν ζωήν.
    Εἰς τὸν Γολγοθᾶν πρωταγωνιστεῖ καὶ φαίνεται νὰ κυριαρχῆ ὁ ἀνθρώπινος παράγων. Ὁ ἄνθρωπος σταυρώνει τὸν Θεόν του! Εἰς τὴν Ἀνάστασιν ὅμως τὰ πράγματα ἀντιστρέφονται. Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου καθίσταται τὸ μέγιστον τῆς ἱστορίας γεγονός, τὸ ὁποῖον ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τοῦ τόπου καὶ τοῦ χρόνου καὶ ἐμφανίζει τὸ κράτος καὶ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ κυριαρχοῦσαν καὶ ἐπιβάλλουσαν τὴν θέλησίν Του πανταχοῦ.
    Ἀλλὰ ἰδοὺ καὶ τρίτον γεγονός. Ἡ ἔνδοξος Ἀνάληψις τοῦ Ἀναστάντος. Εἰς αὐτὸ ὅμως ὑπάρχει ὁ μυστηριώδης πλὴν σωτήριος καὶ τιμητικὸς διὰ τὸ ἀνθρώπινον γένος συνδυα¬σμὸς τῶν δύο παραγόντων,τοῦ θείου καὶ τοῦ ἀνθρωπίνου. Ἀνέρχεται ὁ ἀναληφθείς Κύριος εἰς τὸν οὐρανόν ὄχι ὅπως κατῆλθεν ἐκεῖθεν, μὲ μόνην τὴν θείαν φύσιν, ἀλλὰ μαζὶ καὶ μὲ τὴν ἀναμάρτητον ἀνθρωπίνην φύσιν,τὴν ὁποίαν προσέλαβεν ἐκ τῆς ἁγίας Παρθένου καὶ μὲ τὴν ὁποίαν προσέφε¬ρε τὴν λυτρωτικὴν θυσίαν τοῦ σταυροῦ.
    Καὶ ἔδωσε λοιπὸν ἡ ἀνθρωπότης δύο φοράς ἐξετάσεις ὡς πρὸς τὴν ὑποταγὴν εἰς τὸ θεῖον θέλημα. Τὴν πρώτην φοράν ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ. Καὶ ἠστόχησε τότε·  καὶ ἡμάρτησε·  καὶ ἔπεσε. Καὶ εἰς τὴν πτῶσιν ἐκείνην ὁ πρωτόπλαστος παρέσυρε καὶ ὁλόκληρον τὸ ἀνθρώπινον γένος. Ἀλλὰ τὴν δευτέραν φοράν ἡ ἀνθρωπότης ἠρίστευσεν ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ  Ἰησοῦ. Πόσας φοράς τὸ εἶπε καὶ τὸ ἐπανέλαβεν ὁ Κύριος! « Οὐ ζητῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλά τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός» (Ἰωάν. ε΄  30). «Καταβέβηκα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ οὐχ ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαν¬τός με» (Ἰωάν. ς’ 38). Καὶ ἐνώπιον τοῦ σωτηρίου πάθους Του,ὅταν ἐπρόκειτο μετ’ ὀλίγον νὰ συλληφθῆ καὶ νὰ σταυ-ρωθῆ καὶ ἀποθάνη ὁ ἅγιος καὶ ἀναμάρτητος Υἱός τοῦ Θεοῦ καὶ συγχρόνως «υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου», ὁ κατ’ ἐξοχὴν αὐτὸς ἀντιπρόσωπος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, παρεκάλεσε βεβαίως τὸν Πατέρα Του νὰ μὴ ἀποθάνη, διότι ὁ ἴδιος δὲν ἦτο   ἁμαρτωλός,  ἀλλὰ   προσέθεσε   «πλὴν  οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς σύ… γενηθήτω τὸ θέλημά σου» (Ματθ. κς’ 39, 42). Ὑπετάγη τελείως εἰς τὸ θέλημα τοῦ Πατρός Του.
    Ἀλλά δι’ αὐτὸ «καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε» (Φιλιπ. β’ 9).
    Ἰδέτε δι’ αὐτὸ τὸν Ἰησοῦν πῶς τὴν τεσσαρακοστὴν ἀπὸ τῆς Ἀναστάσεώς Του ἡμέραν ἀνέρχεται θριαμβευτικῶς  εἰς τοὺς οὐρανούς. Ἀνέρχεται μαζὶ μὲ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν Του, ἡ ὁποία ὑπετάγη τελείως καὶ εἰργάσθη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὑψοῦται ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν καὶ κάθηται ὁ Θεάνθρωπος ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός Του.
    Ποῖος θρίαμβος αὐτὸς διὰ τὴν ἀνθρωπότητα! Ποὶα δόξα διὰ τὸ ἀνθρώπινον γένος! Ὅπως ὁ πρῶτος Ἀδὰμ παρέσυρε τὸ ἀνθρώπινον γένος εἰς τὴν παρακοὴν καὶ τὴν πτῶσιν καὶ τάς θλιβεράς συνεπείας τῆς ἁμαρτίας, ἔτσι καὶ ὁ ἀναληφθείς Θεάνθρωπος συνανυψώνει μαζί Του καὶ τὴν ἀνθρωπότητα ὅλην. Ἐφ’ ὅσον οἱ ἄνθρωποι θὰ πιστεύουν καὶ θὰ ὁμολογοῦν τὸν ἀναληφθέντα Σωτῆρα ὡς Θεὸν των καὶ θὰ εἶναι ὀργανικῶς μὲ Αὐτὸν ἡνωμένοι διὰ τῆς Ἐκκλησίας Του καὶ θὰ ἁγιάζωνται διὰ τῶν μυστηρίων της καὶ θὰ μιμοῦνται τὸ παράδειγμά Του, θὰ καθήσουν καὶ αὐτοὶ εἰς θρόνους δόξης ἐπουρανίου, αἰωνίως πανευτυχεῖς καὶ μακάριοι.
    Πορεία πρὸς τὸν θάνατον καὶ τὴν φθορὰν ἦτο διὰ τὸ ἀνθρώπινον γένος ἡ συνέπεια τῆς ἁμαρτίας τοῦ πρωτοπλάστου. Πορεία καὶ συνεχὴς ἄνοδος πρὸς τὴν δόξαν τοῦ οὐρανοῦ, πρὸς τὴν θέωσιν αὐτὴν εἶναι ἡ συνέπεια τῆς ἐνδόξου Ἀναλήψεως τοῦ Θεανθρώπου Σωτῆρος. Ἰδοὺ διατὶ ὁ θεῖος Παῦλος λέγει ὅτι ὁ Θεὸς «καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοὶς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ• καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Ἐφεσ. β’ 5-6).
    Ἀδελφέ μου, ἡ ἰδική σου ζωὴ εἶναι πορεία ἀνοδικὴ μαζὶ μὲ τὸν ἀναληφθέντα θεῖον Λυτρωτὴν πρὸς τὴν δόξαν τοῦ Οὐρανοῦ;" (Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ. Χριστοφ.Παπουτσοπούλου "Χριστός ἀναστάς", ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ").