Αποκάλ. ε΄ 1-5

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Καί εἷς ἐκ τῶν πρεσβυτέρων λέγει μοι· μή κλαῖε· ἰδού ἐνίκησεν ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς Ἰούδα, ἡ ρίζα Δαυῒδ, ἀνοῖξαι τό βιβλίον καί τάς ἑπτά σφραγῖδας αὐτοῦ»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Καί ἕνας ἀπό τούς πρεσβυτέρους, πού ἀντιπροσωπεύουν τήν ἐν οὐρανοῖς θριαμβεύουσαν Ἐκκλησίανμ μοῦ εἶπε· Μή κλαίῃς· ἰδού ἐνίκησε διά τοῦ σταυρικοῦ του θανάτου καί ἔλαβεν δύναμιν ὁ λέων, πού κατάγεται ἀπό τήν φυλήν τοῦ Ἰούδα, ὁ κατά τό ἀνθρώπινον ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, διά νά ἀνοίξῃ τό βιβλίον καί τάς ἑπτά σφραγῖδας του» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)

ΣΧΟΛΙΟ

    Γεμᾶτος θάμβος ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστής ἐμπρός στό μεγαλειῶδες ὅραμα τοῦ ἐνδόξου θρόνου τοῦ Θεοῦ καί τῶν εἴκοσι τεσσάρων θρόνων τῶν πρεσβυτέρων συνεχίζει νά ἐκθέτῃ ὅσα εἶδε. Σημειώνει λοιπόν ὅτι εἶδε στό χέρι τοῦ Θεοῦ βιβλίο γραμμένο «ἔσωθεν καί ἔξωθεν», καί στίς δύο σελίδες τῶν φύλλων του. ῏Ηταν ὅμως καί σφραγισμένο μέ ἑπτά σφραγῖδες. ῞Οπως σφραγίζονταν τότε οἱ πάπυροι καί οἱ περγαμηνές. Κάπως ἔτσι σφραγίζονταν μέ βουλοκέρι πρίν λίγα χρόνια καί τά ταχυδρομικά δέματα στήν χώρα μας. Χρησιμοποιεῖ μάλιστα τό ἱερό Κείμενο τήν λέξι «κατεσφραγισμένον» καί ὄχι ἁπλῶς «ἐσφραγισμένον», γιά νά δείξῃ ὅτι ἦταν ἐντελῶς ἀδύνατον ἀνθρωπίνως νά παραβιασθῇ. Εἶχε μάλιστα ἑπτά τέτοιες σφραγῖδες, ὁ δέ ἀριθμός ἑπτά ἐσήμαινε τήν τελειότητα καί πληρότητα.
    Καί καθώς παρατηροῦσε τό βιβλίο αὐτό, τό ὁποῖο περιεῖχε «ὁλόκληρον τό σωτηριῶδες σχέδιον τοῦ Θεοῦ περί τοῦ μέλλοντος» (ΠΜ), εἶδε ἕνα ἄγγελον δυνατόν νά φωνάζῃ μέ μεγάλη φωνή· Ποιός εἶναι ἄξιος νά ἀνοίξῃ τό βιβλίο αὐτό καί νά παραβιάσῃ τίς σφραγῖδες του; Καί ἐπειδή δέν ὑπῆρχε κανείς οὔτε στόν οὐρανό οὔτε στήν γῆ οὔτε στά καταχθόνια ἱκανός ὄχι νά ἀνοίξῃ, ἀλλ’ οὔτε καί νά ἀτενίσῃ τό βιβλίο, ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης λυπήθηκε πολύ καί ἄρχισε νά κλαίῃ. Κάποιος ὅμως ἀπό τούς πρεσβυτέρους πού ἦσαν καθισμένοι στούς εἴκοσι τέσσερις θρόνους τοῦ εἶπε· Μή κλαῖς! Δέν θά μείνῃ ἑπτασφράγιστο καί κατάκλειστο τό βιβλίο. Θά ἀνοιχθῇ, διότι «ἐνίκησεν ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς ᾿Ιούδα, ἡ ρίζα Δαυΐδ, ἀνοῖξαι τό βιβλίον καί τάς ἑπτά σφραγῖδας αὐτοῦ» (᾿Αποκ. ε´ 1-5). Δηλαδή «ἐνίκησε διά τοῦ σταυρικοῦ του θανάτου καί ἔλαβε δύναμιν ὁ λέων, πού κατάγεται ἀπό τήν φυλήν τοῦ ᾿Ιούδα, ὁ κατά τό ἀνθρώπινον ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ, ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, διά νά ἀνοίξῃ τό βιβλίον καί τάς ἑπτά σφραγῖδας του» (ΠΤ) (᾿Αποκ. ε´ 1-5).
    Τό ὅραμα αὐτό παρουσιάζει μέ τρόπο ἐντυπωσιακό τήν ἀλήθεια τῆς νίκης τοῦ Κυρίου ἐπί τοῦ Σατανᾶ καί τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. ῾Ο Κύριος ἦταν ὁ μόνος πού μποροῦσε νά φέρῃ εἰς πέρας τό μέγα ἔργο τῆς σωτηρίας μας. Κανείς ἄλλος δέν εἶχε τήν δύναμι καί Χάρι νά ἀνοίξῃ τήν κλεισμένη γιά τόν ἄνθρωπο πύλη τοῦ Παραδείσου.
    Γι’ αὐτό ἐξ ἄλλου τόν ὠνόμασε «λέοντα» ὁ πρεσβύτερος. Εἶναι λέων, λεοντάρι. ῎Εχει δύναμι πού ξεπερνᾷ κάθε ἄλλη δύναμι. Αὐτή μάλιστα ἡ παρομοίωσις ὑπενθυμίζει καί τό βασιλικόν ἀξίωμά Του. ῞Οπως τό λεοντάρι εἶναι ὁ βασιλεύς τῶν ζώων, ἔτσι καί ὁ Κύριος βασιλεύει καί ἐξουσιάζει τά πάντα, «ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς». (Ματθ. κη´ 18).
    ῾Η ἀκαταγώνιστη δύναμίς Του ἐκδηλώθηκε μέ τά ἐκπληκτικά θαύματά Του, καί κυρίως ὅταν διέλυσε τά ἔργα τοῦ Διαβόλου. Τότε δηλαδή πού κατήγαγε τήν μεγαλειώδη νίκη Του συντρίβοντας μέ τήν σταυρική Του θυσία στόν Γολγοθᾶ τό κράτος τοῦ Σατανᾶ καί καταπατῶντας μέ τήν ᾿Ανάστασί Του τό βασίλειο τοῦ θανάτου. ῾Η δύναμίς Του ἀκτινοβόλησε ἐπίσης καί ἀκτινοβολεῖ καί μέ τήν ἵδρυσι ἐπί γῆς τῆς ᾿Εκκλησίας Του, γιά νά συνεχίζῃ στούς αἰῶνες τό λυτρωτικό ἔργο Του καί νά ἑλκύῃ δι’ αὐτῆς πλησίον Του, δηλαδή στήν εὐτυχία τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ, τίς καλοδιάθετες ψυχές διά μέσου τῶν αἰώνων.
    Αὐτή ἡ παντοκρατορική δύναμις ἦταν ἐκείνη πού ἀνέτρεψε καί στίς ἡμέρες μας τά βασίλεια καί τίς αὐτοκρατορίες τῶν ἀθέων, πού ἐνόμισαν ὅτι ἦσαν σέ θέσι νά ἔχουν κυριαρχικά δικαιώματα στίς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, πρᾶγμα πού εἶναι ἀποκλειστικό προνόμιο τοῦ Δημιουργοῦ καί Λυτρωτοῦ μας Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.
    Αὐτός ὁ «λέων», συμπλήρωσε ὁ πρεσβύτερος στόν ἀπόστολο ᾿Ιωάννη, εἶναι «ἐκ τῆς φυλῆς ᾿Ιούδα, ἡ ρίζα Δαυΐδ». Μέ τήν διευκρίνισι αὐτή τονίζεται ὅτι δέν ἦταν μόνον Θεός ἀλλά καί ἄνθρωπος. Κατήγετο μάλιστα ἀπό ὡρισμένους προγόνους κατά σάρκα. ῾Η λέξις ὅμως «᾿Ιούδα», ὅταν μεταφρασθῇ στά ἑλληνικά, σημαίνει ἔπαινος, ἐγκώμιον, ὕμνος, δοξολογία. ῎Εχει δηλαδή μέσα της ἐγκωμιαστικό στοιχεῖο, πού ἁρμόζει στήν μεγαλοπρέπεια καί στό μεγαλεῖο τοῦ Κυρίου. Γι’ αὐτό καί ὅταν ὁ πατριάρχης ᾿Ιακώβ εὐλογοῦσε καί ἔδινε τίς τελευταῖες εὐχές του στά δώδεκα παιδιά του, μόλις ἦλθε ἡ σειρά τοῦ υἱοῦ του ᾿Ιούδα, βλέποντας προφητικά ὅτι ἀπό τήν δική του φυλή θά προήρχετο ἀνθρωπίνως ὁ Λυτρωτής τοῦ κόσμου, ἐμίλησε γιά δοξολογία καί ἐχρησιμοποίησε κι ἐκεῖνος τήν παρομοίωσι τοῦ λέοντος· «Θά σέ ἐγκωμιάσουν καί θά σέ δοξάσουν τά ἀδέρφια σου, παιδί μου», τοῦ εἶπε. «Θά σέ προσκυνήσουν. Θά ὑποτάξῃς τούς ἐχθρούς σου. Εἶσαι “σκύμνος λέοντος ᾿Ιούδα”. Δυνατός σάν τό νεαρό λεοντάρι. “…ἀναπεσών ἐκοιμήθης ὡς λέων καί ὡς σκύμνος· τίς ἐγερεῖ αὐτόν;”. Ποιός θά τολμήσῃ νά σέ ἐνοχλήσῃ καί νά ταράξῃ τόν ὕπνο σου; ᾿Από τήν φυλή σου θά προέλθῃ ὁ Μεσσίας, ἡ “προσδοκία τῶν ἐθνῶν”, ὁ Λυτρωτής τοῦ κόσμου» (Γεν. μθ´ 8-10).
    ῾Η εὐχή τοῦ ᾿Ιακώβ καί ἡ εὐλογία του στόν υἱόν του ᾿Ιούδα, γεμάτη ἀπό ἐγκωμιαστικές φράσεις γιά τήν δύναμι τοῦ ἀπογόνου του, συμφωνεῖ ἄριστα μέ τήν φράσι τοῦ πρεσβυτέρου τῆς «᾿Αποκαλύψεως», τοῦ ἐκπροσώπου τῆς θριαμβευούσης ᾿Εκκλησίας τῶν οὐρανῶν, πρός τόν ἅγιο ᾿Ιωάννη, διότι καί οἱ δύο φράσεις ἀναφέρονται στό ἴδιο Πρόσωπο, στόν Θεάνθρωπο. Σ’ ᾿Εκεῖνον, ἐνώπιον τοῦ ῾Οποίου «πᾶν γόνυ κάμψει ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων, καί πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Φιλιπ. β´ 10-11). Στόν «μόνον σοφόν Θεόν σωτῆρα ἡμῶν», στόν ῾Οποῖο ἀνήκει αἰωνίως «δόξα καί μεγαλωσύνη, κράτος καί ἐξουσία» (᾿Ιούδα 25).
    Τήν μεγάλη δύναμί Του τονίζει ἐπίσης καί ὁ προσδιορισμός «ρίζα Δαυΐδ», πού ἀνέφερε ὁ πρεσβύτερος. ῾Ο κατά σάρκα πρόγονος τοῦ Μεσσίου ἔνδοξος βασιλεύς τοῦ ᾿Ισραήλ Δαβίδ, ὁ νικητής ὅλων τῶν ἐχθρῶν του, εἶναι τύπος καί σύμβολον ᾿Εκείνου. Τόν ὠνόμασε δέ προφητικῶς «Κύριον» καί βασιλέα του, παρ’ ὅλον ὅτι θά ἦτο ἀπόγονός του, καί εἶπε ὅτι θά κρατοῦσε στά χέρια του βασιλικό σκῆπτρο, «ράβδον δυνάμεως», θά ἦτο δηλαδή δυνατός, ἐξουσιαστής, βασιλεύς ἀήττητος (Ψαλ. ρθ´ [109] 1-2).
    Αὐτόν λοιπόν τόν δυνατό καί πανίσχυρο βασιλέα, τόν νικητή καί παντοκράτορα Κύριον ἔχουμε, ἀδελφέ μου, Σωτῆρα μας καί Θεόν μας ὅσοι τόν πιστεύουμε· ὅσοι ἔχουμε συνειδητοποιήσει τό τί σημαίνει νά εἴμαστε βαπτισμένοι στό ῎Ονομά Του καί νά ἀνήκουμε στό στράτευμα τῆς ᾿Εκκλησίας Του. Αὐτόν ἀκολουθοῦμε καί μέ τήν δική Του Χάρι ἀγωνιζόμαστε στήν ζωή μας. Μή φοβώμαστε λοιπόν ποτέ καί μή δειλιάζουμε, σ’ ὁποιαδήποτε δυσκολία κι ἄν βρεθοῦμε κι ὁποιονδήποτε πειρασμό κι ἄν ἀντιμετωπίσουμε. ῾Η νίκη τελικά θά εἶναι δική μας. ᾿Αρκεῖ νά μένουμε ἑνωμένοι πάντα μαζί Του. Μαζί μέ ᾿Εκεῖνον, πού εἶναι ὁ αἰώνιος Νικητής. ῾Ο ἀνίκητος λέων, ὁ Παντοκράτωρ. ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως).