Β΄ Κορ. ζ΄6 Β΄ Σχόλιο

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Ἀλλ’ ὁ παρακαλῶν τούς ταπεινούς παρεκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεός ἐν τῇ παρουσίᾳ Τίτου».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Ἀλλ’ ὁ Θεός, πού παρηγορεῖ τούς ταπεινωμένους, μᾶς ἐπαρηγόρησε μέ τήν παρουσίαν τοῦ Τίτου» ( Ἀπό τήν «Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).

ΣΧΟΛΙΟ

Β΄

«Ἡ παράκληση εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ἡ παρηγοριὰ αὐτῶν ποὺ θλίβονται, ἡ τόνωση καὶ ἐνίσχυση αὐτῶν ποὺ ἀγωνίζονται, καὶ ἡ μὲ κάθε τρόπο πνευματι­κὴ οἰκοδομή γενικὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς εἶναι «ὁ παρακαλῶν τοὺς ταπεινούς», τοὺς κατακουρασμένους καὶ ἀπογοητευμένους, αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν ἐλπίδα καὶ στήριγμα πουθενά. Ὁ παντοδύναμος Κύριος εἶναι ἡ καταφυγὴ καὶ ἡ ἀσφάλεια αὐτῶν ποὺ ὑποφέρουν, τῶν φτωχῶν, τῶν ἀδύνατων, τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν, τῶν εὐσεβῶν,τῶν δίκαιων. Αὐτὸς εἶναι «ἡ ἰσχύς, τὸ στερέωμα, ἡ καταφυγή, ὁ ρύστης» ὅλων τῶν ἀνθρώ­πων.

«Ὁ παρακαλῶν τοὺς ταπεινούς»!

Τί συγκινητικὴ διαπίστωση! Τί ἐνθαρρυντικὴ διαβε­βαίωση ! Τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς ἐνισχύσεως καὶ ἐνθαρρύνσεως στοὺς ὁδοιπόρους τῆς ζωῆς, στοὺς ἀγωνιστὲς τῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ καθήκοντος τὸ ἐπεξεργάζονται καὶ τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἡ Ἁγία Τριὰς λαλεῖ στὴν ψυχὴ λόγια παρακλήσεως καὶ παρηγοριᾶς.

«Πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως» χαρακτηρίζεται τὸ πρῶτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος (Β’ Κορινθ. α’ 3). Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἀστείρευτη πηγὴ τῆς ἀγάπης. Ἀπὸ Αὐτὸν προέρχεται ἡ γλυκιὰ παρηγοριά. Χαίρεται καὶ εὐφραίνεται, ὅταν ἐκχύνει τὰ ἐλέη Του στοὺς ἀνθρώπους ποὺ θλίβονται, γιὰ νὰ παρηγοροῦνται καὶ νὰ ἀνακουφίζονται. Ὄχι μὲ μέτρο, ἀλλὰ μὲ ἀφθονία μᾶς χορηγεῖ τὴν παράκληση, τὴν ἐνίσχυση, τὴν παρηγο­ριά. Ὄχι μόνο γιὰ μιὰ ἡ δυὸ θλίψεις, ἀλλ’ «ἐν πάσῃ θλί­ψει». Σὲ κάθε δοκιμασία μεγάλη ἡ μικρή. Ναί! Αὐτὸς εἶναι «τὸ ἀγαλλίαμα της καρδίας» ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὸς γέννησε «πρὸ πάντων τῶν αἰώνων» καὶ τὸν ἕνα παράκλητο, τὸν Κύριο καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστὸ (Α’ Ἰωαν. β’ 1). Ἀπὸ αὐτὸν ἐκπορεύεται «ἀϊδίως» καὶ ὁ ἄλλος παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον (Ἴωαν. Ἰδ’ 16).

Ἐνῶ ὁ οὐράνιος Πατέρας εἶναι «Θεὸς πάσης παρα­κλήσεως», ἀλλὰ καὶ «διὰ Χριστοῦ περισσεύει ἡ παράκλησις ἡμῶν» (Β’ Κορινθ. α’ 5), βεβαιώνει ὁ θεῖος Παῦλος. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς βεβαίωσε ὅτι ἦρθε «ἰάσασθαι τούς συντετριμμένους τὴν καρδίαν» (Λούκ. δ’ 18). Ἦρθε νὰ θεραπεύσει, νὰ ἐνισχύσει, νὰ παρηγορήσει ἐκείνους τῶν ὁποίων ἡ καρδιὰ ἔχει συντριβεῖ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴ λύπη καὶ τὴν πίκρα τῆς ζωῆς. Καὶ πραγματοποίησε αὐτὸ τὸ ἔργο, ὅταν ἦταν στὴ γῆ, καλώντας κοντὰ Του τοὺς «κοπιώντας καὶ πεφορτισμένους», γιὰ νὰ τοὺς χαρίσει τὴν ἀνάπαυση, τὴν εἰρήνη, τὴ χαρά· ἀνακουφίζοντας τοὺς πάσχοντες, παρηγορώ­ντας τοὺς θλιβομένους καὶ μεταδίδοντας αἰσιοδοξία σὲ κάθε χειμαζόμενη ψυχή.

Ὄχι μόνο τότε, ἀλλὰ καὶ τώρα ἡ παρηγοριὰ ποὺ λαμ­βάνουμε μὲ τὴ μεσιτεία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγάλη, πολλή, ὑπεράφθονη. Παρακαλεῖ γιὰ μᾶς τὸν οὐράνιο Πατέρα νὰ συγχωρεῖ τὴν ἐνοχή μας, νὰ ἐλαφρώνει τὸ βάρος τῶν θλίψεών μας, νὰ μεταστρέφει σὲ ἀγαθὸ κάθε δυσάρεστο καὶ ἀνεπιθύμητο γεγονὸς τῆς ζωῆς μας. Ὅποιος λοιπὸν εἶναι ἑνωμένος στενὰ μὲ τὸν Κύριο, ὅποιος ζεῖ «ἐν Χριστῷ», αὐτὸς γεύεται καὶ τὴν «παράκλησιν ἐν Χριστῷ».

Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὸ ἔργο τῆς παρακλήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἰδιαίτερα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὀνομάζεται «Παράκλητος», γιατί αὐτὸ «συναντιλαμβάνεται ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν» (Ρώμ. η’ 26). Μᾶς βοηθᾶ καὶ μᾶς ὑποστηρίζει στὶς φυσικὲς ἀδυναμίες μας. Καὶ τὸ ἅπλαστο παιδάκι, καὶ τὸν κουρασμένο ἀπὸ τὸν ἀγώνα τῆς ζωῆς. Τὸν ὥριμο ἄνδρα, τὴ χήρα, τὴν ἀπροστάτευτη κόρη, ὁ ἀγαθὸς Παράκλητος ἐνισχύει καὶ προστατεύει. Λαλεῖ στὸ βάθος τῆς ὑπάρξεώς μας καὶ ἐμβάλλει στὴν ψυχή μας τὴ βέβαιη ἐλπίδα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «ὑπερεν-τυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν». Μεσιτεύει γιὰ ἐμᾶς καὶ βάζει στὸ στόμα μας λόγια προσευχῆς καὶ θερμῆς ἱκεσίας. Μετα­δίδει στὸ ἐσωτερικό μας τὸ δῶρο τῆς εἰρήνης, τῆς χαρᾶς καὶ τῆς ἤρεμης ὑπομονῆς.

Ἀδελφέ μου, ἔχεις σκεφθεῖ σοβαρὰ ποιὸς ἐπιτελεῖ τὸ ἔργο τῆς παρηγοριᾶς καὶ ἐνισχύσεώς μας, ὅταν μᾶς βρί­σκουν τὰ θλιβερὰ περιστατικὰ αὐτοῦ τοῦ κόσμου; Ποιὸς πραγματοποιεῖ τὴν πνευματική μας οἰκοδομή; Βλέπεις ποιὸς στέκεται κοντά μας, ὅταν συντρίβονται οἱ ἐλπίδες καὶ οἱ πόθοι μας παραμένουν ἀνεκπλήρωτοι; Καταλα­βαίνεις ποιὸς εἶναι πάνω μας, ὅταν ἐμεῖς ἔχουμε ξερὰ ὀστᾶ ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὴ θλίψη καὶ ἀναρωτιόμαστε πότε θὰ διορθωθεῖ ἡ κατάσταση; Θὰ ξανάρθουν ἡμέρες ἀνέσεως καὶ χαρᾶς; Γιατί, ἀδελφέ μου, τὸ λησμονεῖς; Δίπλα μας στέκεται «ὁ παρακαλῶν ἡμᾶς» τοὺς φτωχοὺς καὶ ἀδύνατους, «ὁ πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως». Ἡ Ἁγία Τριὰς παρηγορεῖ τοὺς θλιβομένους, ἐνισχύει τοὺς ἀγωνιστές, ἐμπνέει ἀποφάσεις ἅγιες, ὁδηγεῖ σὲ μετάνοια, ὑποβαστάζει τοὺς ὀλιγοψύχους.

Ποῦ ἀλλοῦ νὰ καταφύγουμε, Θεέ μας, τὸν καιρὸ τῶν θλίψεών μας, τῶν ἀναγκῶν μας, τῶν πνευματικῶν ἀγώνων μας παρὰ σ’ Ἐσένα ποῦ «παρακαλεῖς τοὺς ταπεινούς»; Σ’ Ἐσένα, τὸν φιλάνθρωπο Σωτήρα, τὸν «θελητήν τοῦ ἐλέους», ποὺ θυσιάστηκες πάνω στὸ σταυ­ρὸ γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Σ’ Ἐσένα, Παράκλητε, ποὺ ἀπεργάζεσαι μὲ μύριους πάνσοφους τρόπους τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς παρηγοριᾶς καὶ ἐνισχύσεώς μας.

Ἄκουσε, Κύριε, τὴ δέηση τῶν χειμαζόμενων καὶ γίνε γιὰ ὅλους μας βοηθὸς καὶ συμπαραστάτης, Σὺ «ὁ παρα­καλῶν τοὺς ταπεινούς» καὶ ἐξουθενημένους, γιὰ νὰ Σὲ δοξάζουμε καὶ Σοῦ ἀναπέμπουμε εὐγνώμονα δοξολο­γία. Ἀμήν.» ( Ἀπό τό βιβλίο «Λόγοι Παρακλήσεως» τοῦ Ἀρχ. Χριστοφ.Παπουτσοπούλου, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).