ΚΕΦΑΛΑΙΟ 55(Β)

Ὁ Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός κοιμήθηκε τό 749 μ.Χ. Μέ τήν εὐκαιρία συμπλήρωσης 1260 χρόνων ἀπό τήν Κοίμησή του δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τό ἔργο του «Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως». Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr. Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας. 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 55(Β)

Γιά τή φύση καί διαφορά, τήν ἕνωση καί σάρκωση πού θεωρεῖται  στό γένος καί στό ἄτομο, καί πῶς πρέπει νά ἐννοοῦμε  «τή μία φύση τοῦ Θεοῦ Λόγου σαρκωμένη».

     Ἐδῶ, λοιπόν, χρησιμοποίησε τόν ὄρο «φύση τοῦ Λόγου» σχετικά μέ τή φύση.  Διότι, ἐάν πῆρε τόν ὄρο φύση ἀντί γιά τόν ὄρο ὑπόσταση, δέν θά ἦταν  παράδοξο νά τό πεῖ αὐτό καί χωρίς τόν ὄρο «σαρκωμένη»• καθώς, ὅταν λέμε  χωρίς περιορισμό μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου, δέν πέφτουμε σέ σφάλμα.  Τό ἴδιο καί ὁ Λεόντιος ὁ Βυζάντιος θεώρησε τόν ὄρο σέ σχέση μέ τή φύση  καί ὄχι μέ τήν ὑπόσταση. Μάλιστα, ὁ μακάριος Κύριλλος στήν ἀπάντησή του  στίς κατηγορίες τοῦ Θεοδώρητου γιά τό δεύτερο ἀναθεματισμό, λέει τά ἑξῆς:  «Ἡ φύση τοῦ Λόγου, δηλαδή ἡ ὑπόσταση, δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Λόγος». Ὥστε  ὁ ὅρος «φύση τοῦ Λόγου» δέν δηλώνει οὔτε μόνο τήν ὑπόσταση οὔτε τό  κοινό τῶν ὑποστάσεων, ἀλλά τήν κοινή φύση πού θεωρεῖται καθολικά  στήν ὑπόσταση τοῦ Λόγου.
     Εἴπαμε, λοιπόν, ὅτι ἡ φύση τοῦ Λόγου σαρκώθηκε, δηλαδή προσέλαβε τή  σάρκα. Μέχρι τώρα ὅμως ποτέ δέν ἔχουμε ἀκούσει ὅτι ἡ φύση τοῦ Λόγου  ἔπαθε στή σάρκα της, ἀλλά διδαχθήκαμε ὅτι ὁ Χριστός ἔπαθε στή σάρκα.  Ἑπομένως, ὁ ὅρος «φύση τοῦ Λόγου» δέν φανερώνει τήν ὑπόσταση.  Ἀπομένει, λοιπόν, νά πούμε ὅτι ἡ σάρκωση εἶναι ἕνωση μέ τή σάρκα, καί τό  ὅτι ὁ Λόγος ἔγινε σάρκα σημαίνει ὅτι ἡ ἴδια ἡ ὑπόσταση τοῦ Λόγου χωρίς μετατροπή ἔγινε καί ὑπόσταση τῆς σάρκας.  Καί ἤδη ἔχουμε πεῖ ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί ὁ ἄνθρωπος Θεός. Διότι  ὁ Λόγος ἦταν Θεός καί ἔγινε χωρίς τροπή ἄνθρωπος. Πουθενά ὅμως δέν  ἔχουμε ἀκούσει ὅτι ἡ θεότητα ἔγινε ἄνθρωπος ἤ σαρκώθηκε ἤ ἐνανθρώπησε.  Ἀντίθετα, ἔχουμε μάθει ὅτι ἡ θεότητα ἑνώθηκε μέ τήν ἀνθρώπινη φύση  σέ μία ἀπό τίς ὑποστάσεις της. Εἴπαμε, ἐπίσης, ὅτι ὁ Θεός παίρνει μορφή,  δηλαδή κάνει ὕπαρξή του τήν ξένη φύση, ἐννοῶ τή δική μας. Διότι τό ὄνομα  τοῦ Θεοῦ χρησιμοποιεῖται σέ καθεμία ἀπό τίς ὑποστάσεις, ἀλλά δέν μποροῦμε  νά ἀποδώσουμε τή θεότητα σέ μία ἀπό τίς ὑποστάσεις. Δέν ἀκούστηκε ὅτι  μόνον ὁ Πατέρας εἶναι Θεός ἤ μόνον ὁ Υἱός ἤ μόνον τό Ἅγιο Πνεῦμα•  διότι ὁ ὅρος θεότητα δείχνει τή φύση, ἐνῷ ὁ Πατέρας τήν ὑπόσταση, ὅπως  καί ἡ ἀνθρωπότητα τή φύση καί ὁ Πέτρος τήν ὑπόσταση. Καί ὁ ὅρος Θεός  φανερώνει τό κοινό της φύσεως καί χρησιμοποιεῖται σάν ἐπώνυμο σέ καθεμία  ἀπό τίς ὑποστάσεις, ὅπως καί ὁ ὅρος ἄνθρωπος• διότι Θεός εἶναι αὐτός πού  ἔχει θεία φύση, καί ἄνθρωπος αὐτός πού ἔχει ἀνθρώπινη φύση.  Ἐπιπλέον ἀπ’ αὐτά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Πατέρας καί τό Ἅγιο Πνεῦμα  μέ κανένα τρόπο δέν ἔχουν συμμετάσχει στή σάρκωση τοῦ Λόγου,  παρά μόνον μέ σημάδια πού δείχνουν τήν συγκατάθεση καί τή θέλησή τους.