Αποκ. ζ΄17

ΚΕΙΜΕΝΟ
 «Ὅτι τὸ ἀρνίον τὸ ἀνὰ μέσον τοῦ θρόνου ποιμανεῖ αὐτούς, καὶ ὁδηγήσει αὐτοὺς ἐπὶ ζωῆς πηγὰς ὑδάτων, καὶ ἐξαλείψει ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Διότι τό Ἀρνίον, πού εἶναι εἰς τό μέσον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, θά τούς ποιμάνῃ ὡς ἄλλα πρόβατα λογικά καί θά τούς ὁδηγήσῃ εἰς πηγάς νερῶν, πού εἶναι γεμᾶτα ζωήν.Καί θά ἐξαλείψῃ ἀπό τά μάτια τους κάθε δάκρυον. Ἔτσι ἡ ζωή τους θά εἶναι ἄλυπος καί πλήρης πνευματικῶν ἀναπαύσεων καί ἀπολαύσεων» ( Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)

ΣΧΟΛΙΟ

    «Ἐπεξηγώντας στόν ἅγιο ᾿Ιωάννη τήν ὀπτασία τῆς ἐπουρανίου θριαμβευούσης ᾿Εκκλησίας, ὁ πρεσβύτερος, ὅπως ἀναφέραμε προηγουμένως, ἐπρόσθεσε· ῞Ολοι αὐτοί, πού τούς βλέπεις καί τούς ἀκοῦς νά προσκυνοῦν καί νά δοξολογοῦν ἡμέρα καί νύκτα, ἀκατάπαυστα, τόν Κύριο, ντυμένοι στά λευκά, ἔχουν τά πάντα. Δέν τούς λείπει ἀπολύτως τίποτε. Εἶναι εὐτυχεῖς σέ ἀπόλυτο βαθμό. Δέν ἔχουν κανένα πρόβλημα. «…οὐ πεινάσουσιν ἔτι οὐδέ διψήσουσιν ἔτι, οὐδ’ οὐ μή πέσῃ ἐπ’ αὐτούς ὁ ἥλιος οὐδέ πᾶν καῦμα» (᾿Αποκ. ζ´ 16). Οὔτε πεῖνα οὔτε δίψα οὔτε ἄλλη ταλαιπωρία τούς βασανίζει. Δέν ἔχουν καμιά στενοχώρια ἤ θλῖψι. Διότι «τό ἀρνίον τό ἀνά μέσον τοῦ θρόνου ποιμαίνει αὐτούς» (᾿Αποκ. ζ´ 17). «Τό ᾿Αρνίον, πού εἶναι εἰς τό μέσον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, θά τούς ποιμάνῃ ὡς ἄλλα πρόβατα λογικά» (ΠΤ). ᾿Αρνίον φαίνεται καί ὅμως εἶναι ὁ Ποιμήν, ὁ καλός Ποιμήν, πού διέθεσε τήν ζωή Του στήν γῆ γιά τά λογικά πρόβατά Του καί τώρα ἐδῶ στούς οὐρανούς ποιμαίνει καί ὁδηγεῖ ὅλους τούς πιστούς Του «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων». Σέ πηγές πού ἀναβλύζουν ὕδωρ ζωῆς. Νερό πού χαρίζει ζωή. Αὐτό δέ τό ᾿Αρνίον – Ποιμήν θά ἐξαλείψῃ ἀπό τά μάτια τῶν δικῶν Του κάθε δάκρυ. Μόνο χαρά, μόνο ἀγαλλίασι καί εὐφροσύνη θά νιώθουν αἰωνίως.
    ᾿Εκπληκτικά πράγματι τά λόγια αὐτά τοῦ ἐκπροσώπου τῆς ἐν οὐρανοῖς ᾿Εκκλησίας. Θαυμαστά καί ἐντυπωσιακά. Γεμίζουν μέ εὐφρόσυνα συναισθήματα τήν ψυχή μας. Παρουσιάζουν κατά τρόπον ὑπέροχον τήν εὐτυχία τῶν ῾Αγίων, τῶν πολιτῶν καί μελῶν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Προβάλλουν «τό ἀπόγειο τῆς δόξης τῶν ἐκεῖ μαρτύρων τῆς πίστεως» (ΙΓ). Μιλοῦν γιά τήν ἀπόλυτη ἱκανοποίησί τους. Γιά τόν χορτασμό καί τό ξεδίψασμά τους. Γιά τό πλήρωμα τῆς χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως. Γιά τό πλήρωμα τῆς ζωῆς μέσα σέ μιά διαρκῶς ἀνέφελη καί εὐφρόσυνη κατάστασι.
    ῞Ολα δέ αὐτά εἶναι ἐκεῖνα ἀκριβῶς τά ὁποῖα ἀποζητᾷ καί ποθεῖ ἡ καρδιά μας. Τήν ἱκανοποίησι καί χαρά ποθοῦμε ὅλοι μας στόν κόσμο. Τήν εὐφροσύνη μας καί τήν ἀνάπαυσί μας ἐπιθυμοῦμε. Γιά νά ζήσουμε ὅσο γίνεται περισσότερο καί καλύτερα τρέχουμε καί μοχθοῦμε ἡμέρα καί νύκτα. Εἶναι βαθιά φυτευμένος μέσα στήν ὕπαρξί μας ὁ πόθος αὐτός. Καί κάνουμε τό πᾶν γιά νά τόν ἱκανοποιήσουμε. Δέν ὑπολογίζουμε οὔτε κόπους οὔτε ἔξοδα.
   Τό βλέπουμε ὅμως καί τό διαπιστώνουμε ὅτι στόν κόσμον αὐτόν ὁ φλογερός αὐτός πόθος παραμένει τελικῶς ἀνικανοποίητος. Μπορεῖ νά ἀποκτήσουμε τά πάντα, καί ὅμως ἡ ψυχή μας νά παραμένῃ πεινασμένη καί διψασμένη. Κάτι σάν νά τῆς λείπῃ. Τό νιώθουν αὐτό, πολύ ἔντονα μάλιστα, ὅσοι παίρνουν λανθασμένους δρόμους ψάχνοντας γιά τήν ἱκανοποίησι τῶν βαθύτατων ἐπιθυμιῶν τους γιά εὐτυχία καί ζωή. ῞Οσοι δηλαδή κυνηγοῦν τήν χαρά καί εὐτυχία στά πλούτη, στίς δόξες καί στίς ἡδονές, πού τελικῶς τούς ποτίζουν μέ πικρό φαρμάκι καί ἀφήνουν τήν καρδιά τους ἀδειανή, νηστική καί διψασμένη. ῾Η πνευματική αὐτή δίψα καί πεῖνα, πού εἶναι κάποτε-κάποτε ἀφόρητες, ὀφείλονται στό ὅτι ἡ ψυχή δέν βρίσκει τήν ἀνάπαυσί της παρά μόνο κοντά στόν Θεό, ἀπό τόν ῾Οποῖον προῆλθε. «῾Η ψυχή μας εἶναι ἀνήσυχη, ἕως ὅτου σέ γνωρίσῃ, Κύριε!», ἔλεγε ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, πού εἶχε δοκιμάσει στήν νεότητά του ὅλες τίς ψευτοχαρές καί ἡδονές τοῦ κόσμου, χωρίς νά βρῇ ἀνάπαυσι.
    Οἱ πιστοί βεβαίως ἄνθρωποι δέν εἶναι ἀνικανοποίητοι. ῞Οταν προσεύχωνται καί ἐπικοινωνοῦν μέ τόν Θεό, ὅταν μελετοῦν τόν λόγο Του, ὅταν μεταλαμβάνουν ἐξωμολογημένοι τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων, νιώθουν νά πλημμυρίζῃ ἡ καρδιά τους ἀπό ἀνέκφραστη χαρά. Αἰσθάνονται σάν νά μή ζοῦν στήν γῆ. Δέν νιώθουν ποτέ οἱ πιστοί πεινασμένοι καί ἀνικανοποίητοι σάν τόν ταλαίπωρο ἄσωτο υἱό τῆς Παραβολῆς. ᾿Αντιθέτως ἡ ἕνωσις μέ τόν Κύριο διά μέσου τῆς ᾿Εκκλησίας τούς χορταίνει καί ἱκανοποιεῖ τήν πνευματική δίψα τους.
    ῞Ομως αὐτή ἡ ἱκανοποίησις πού νιώθουμε δέν εἶναι τό ἅπαν πού ἔχει νά μᾶς χαρίσῃ ὁ Θεός. ᾿Εφ’ ὅσον ζοῦμε ἀκόμη στόν κόσμον αὐτόν, δέν ἀπολαμβάνουμε ὅλο τό πλήρωμα τῆς χαρᾶς καί εὐτυχίας πού προσφέρει ὁ Κύριος. Προγευόμαστε μόνο τήν χαρά πού μᾶς περιμένει στούς οὐρανούς. ῾Η χαρά μας ἐδῶ εἶναι «ἐκ μέρους» (Α´ Κορ. ιγ´ 9-12). ῞Ενα μερίδιο μόνον τῆς χαρᾶς καί εὐφροσύνης, πού ἐπιφυλάσσεται γιά τούς πιστούς στούς οὐρανούς.
    Στήν γῆ ὑπάρχουν οἱ θλίψεις καί οἱ ἀσθένειες, ὑπάρχουν καί οἱ ἁμαρτίες, οἱ πειρασμοί καί τά ἐμπόδια, πού δέν ἀφήνουν ἐλεύθερη τήν ψυχή νά νιώσῃ τρισευτυχισμένη. ᾿Εδῶ ὑπάρχει ὁ ἀγών, ὁ πόλεμος κατά τοῦ Πονηροῦ, καί κάθε φορά πού εἶναι νικηφόρος, χαιρόμαστε καί εὐφραινόμαστε. Στήν Βασιλεία ὅμως τῶν οὐρανῶν, δέν θά ὑπάρχῃ πόλεμος. Δέν θά ὑπάρχουν πειρασμοί. Δέν θά ὑπάρχουν τά σκιρτήματα τοῦ κατωτέρου, τοῦ σαρκικοῦ ἑαυτοῦ μας. ᾿Εκεῖ δέν ἔχει θέσι ὁ Διάβολος καί ἡ ἁμαρτία, πού πικραίνουν ὁπωσδήποτε τήν ζωή μας. ᾿Εκεῖ θά ὑπάρχουν μόνο βραβεῖα, ἔπαθλα, στεφάνια ἔνδοξα νίκης. ᾿Εκεῖ ὑμνωδίες καί δοξολογίες ἀδιάκοπες τῶν ᾿Αγγέλων καί τῶν ῾Αγίων. ᾿Εκεῖ ὅλα θά εἶναι φωτεινά, ἅγια καί χαρούμενα. Θάνατος καί λύπη καί πόνος δέν θά ὑπάρχουν. Ζωή εὐτυχίας θά ἐπικρατῇ. Ζωή, πλήρωμα ζωῆς, πού θά πηγάζῃ ἀπό τόν Θεό, τήν Πηγή τῆς ζωῆς.
    Αὐτός εἶναι ὁ Παράδεισος, ἀδελφέ μου. Ζωή εὐτυχίας μέσα στήν Χάρι τοῦ Θεοῦ. Ζωή ἀπολύτου ἱκανοποιήσεως καί γαλήνης ὑπό τήν καθοδήγησι καί προστασία τοῦ ᾿Αρνίου. Ζωή αἰωνίου εὐφροσύνης χωρίς κανένα φόβο, χωρίς καμιά ταραχή καί ἀνησυχία.
    Καί ἐάν ὅσοι προγευόμαστε ἁπλῶς στόν κόσμο αὐτό, τόν ὑλικό καί γήϊνο καί ἁμαρτωλό, τίς χαρές τοῦ Παραδείσου διά μέσου τῆς λατρευτικῆς καί μυστηριακῆς ζωῆς τῆς ᾿Εκκλησίας μας, νιώθουμε ἤρεμοι, ἱκανοποιημένοι καί εὐτυχισμένοι, πόση ἆρα γε θά εἶναι ἡ εὐτυχία πού μᾶς ἀναμένει στόν ἄϋλο, ἀναμάρτητο καί ἅγιο κόσμο τοῦ οὐρανοῦ; Εἶναι ἀπερίγραπτη ἡ μακαριότης τῶν πολιτῶν τοῦ Παραδείσου. Διότι τό ᾿Αρνίον ὡς Καλός Ποιμήν φροντίζει νά ἔχουν ὅλα τά ἰδικά Του, τήν δόξα, τήν μακαριότητα καί εὐτυχία Του. Θά τούς κάμῃ συγκληρονόμους Του, τέλεια ὁμοιώματά Του. ῎Ας ἔχουμε λοιπόν στήν ζωή μας ἐδῶ ὁδηγό μας τόν Χριστό, γιά νά τόν ἔχουμε ἐκεῖ αἰώνιο Ποιμένα μας.» ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γ.Ψαλτάκη «Μηνύματα ἀπό τό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως).