Καὶ πάλι γιὰ τὴ σχολικὴ βία

Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ὀξύτερα κοινωνικὰ προβλήματα ἐξελίσσεται στὰ σχολεῖα τὸ θέμα τῆς βίας μεταξὺ ἀνηλίκων, καθὼς ὅλο καὶ καινούργια σχετικὰ περιστατικὰ καταγράφονται. Εἶναι γνωστὸ ὅτι τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας, σὲ μιὰ προσπάθεια καταπολεμήσεως τοῦ φαινομένου, ἐγκαινίασε πρόσ­φατα μιὰ ψηφιακὴ πλατφόρμα γιὰ καταγγελίες. Σ᾿ αὐτὴ μέσα στὶς πρῶτες κιόλας 15 ἡμέρες ὑποβλήθηκαν ἀπὸ γονεῖς καὶ μαθητὲς 114 καταγγελίες.

Τὸ πρόβλημα ἀπασχολεῖ πλέον ἔντονα τὴν κοινὴ γνώμη, καθὼς ἐκδηλώσεις καὶ συνέδρια ἤδη συγκροτοῦνται καὶ προτάσεις ἀπὸ εἰδικοὺς ἐπιστήμονες κατατίθεν­ται γιὰ τὴν περιστολή του. Πρόσφατα ἡ ἐφημερίδα «Καθημερινή» (24-4-2024) φιλοξένησε σὲ ἄρθρο της σχετικὲς δηλώσεις καὶ προτάσεις. Συγκεκριμένα, ὁ ψυχίατρος δρ Γιῶργος Νικολαΐδης, διευθυντὴς τοῦ Ἰνστιτούτου Ὑγείας τοῦ Παιδιοῦ, ὑπογραμμίζει ὅτι «παρατηροῦμε ἀπουσία [ἠθικῶν] ἀναστολῶν καὶ αὐξημένη ἀναλγησία ἐκ μέρους τῶν θυτῶν». Ὁ κ. Νικολαΐδης συνδέει τὸ φαινόμενο τῆς ἐνδοσχολικῆς βίας καὶ παραβατικότητας μὲ τὸν τρόπο λειτουργίας τῆς Δευτεροβάθμιας Ἐκπαιδεύσεως καὶ σημειώνει ὅτι τὰ σχολεῖα «ἔχουν μετατραπεῖ σὲ μιὰ κούρσα γιὰ τὶς Πανελλαδικές, ἔχουν ἀπολέσει τὸν παιδαγωγικό τους ρόλο». Ἐπίσης ἀναφέρεται στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο τοποθετοῦνται οἱ ἐπαγγελματίες ψυχικῆς ὑγείας (ψυχολόγοι, ψυχίατροι, κοινωνικοὶ λειτουργοὶ κ.ο.κ.) στὰ σχολεῖα, ἐπισημαίνοντας ὅτι αὐτὸς εἶναι ἀναποτελεσματικός: «Οἱ νεαροὶ συνάδελφοι τοποθετοῦνται τὸν Νοέμβριο σὲ πάνω ἀπὸ πέντε σχολεῖα, δὲν ἔχουν ἑπομένως τὸν χρόνο νὰ χτίσουν σχέσεις ἐμπιστοσύνης μὲ τὰ παιδιά· λογοδοτοῦν στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας καὶ ὄχι σὲ κάποια ὑπηρεσία ψυχικῆς ὑγείας, ἀπὸ ὅπου θὰ μποροῦσαν νὰ λάβουν καὶ καθοδήγηση». Ὅπου ὑπάρχει γόνιμος διάλογος καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὰ παιδιὰ καὶ χτίσιμο ἀμοιβαίας ἐμπιστοσύνης, ἐκεῖ παρατηροῦνται πολὺ καλὰ ἀποτελέσματα, καὶ μάλιστα τὰ παιδιὰ ἐκφράζουν τὴν ἀνάγκη ποὺ νιώθουν νὰ μοιράζονται τοὺς διάφορους προβληματισμούς τους μὲ τέτοια πρόσωπα.

Αὐτὰ καὶ ἄλλα ἀκόμη γιὰ τὸν ρόλο τῶν ἐκπαιδευτικῶν καὶ τῶν γονέων περιλαμβάνονται στὸ σχετικὸ ἄρθρο τῆς ἐφημερίδας. Ἀκριβῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ δὲν μποροῦμε νὰ μὴν ἐπισημάνουμε τὸ γεγονὸς τῆς ἀπαράδεκτης ἐκδιώξεως ἀπὸ τὰ σχολεῖα ἐκ μέρους τῆς ἑλληνικῆς Πολιτείας, ἐδῶ καὶ χρόνια, τῶν ἱερέων – πνευματικῶν καὶ τῆς ἐλλείψεως μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ δυνατότητας στὰ παιδιὰ νὰ ἐξομολογοῦνται. Τὸ γεγονὸς αὐτό, ποὺ χάριζε τὴν ψυχικὴ ἀνακούφιση στὰ παιδιά, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἀ­πουσία ἀκραιφνοῦς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς ἀγωγῆς στὰ σχολεῖα, ὁδήγησε τὴ μαθητιώσα νεολαία στὸ κατάντημα αὐτὸ ποὺ σήμερα παρατηροῦμε καὶ προσ­παθοῦμε μὲ ψηφιακὲς πλατφόρμες νὰ περιστείλουμε. Ὅμως τίποτε δὲν θὰ πετύχουμε, ἂν συνεχίσουμε νὰ στεροῦμε τὰ παιδιά μας ἀπὸ τὴ ζωντανὴ σχέση τους μὲ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος εἶναι «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ΄ 6).