Κυριακή μετά τά Φῶτα

Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 10 Ἰανουαρίου 2021, μετά τά Φῶτα (Ἐφεσ. δ΄ 7-13)

Ἀδελφοί, ἑνὶ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Διὸ λέγει· «Ἀναβὰς εἰς ὕψος ᾐχμαλώτευσεν αἰχμαλωσίαν καὶ ἔδωκε δόματα τοῖς ἀνθρώποις». Τὸ δὲ «ἀνέβη» τί ἐστιν εἰ μὴ ὅτι καὶ κατέβη πρῶτον εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς; ῾Ο καταβὰς αὐτός ἐστι καὶ ὁ ἀναβὰς ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν, ἵνα πληρώσῃ τὰ πάντα. Καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ.

1. ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΧΑΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Κυ­ρια­κή με­τά τά Θε­ο­φά­νεια καί ὅ­λη ἡ κτί­σις εἶ­ναι λου­σμέ­νη στό φῶς καί τήν χά­ρι τοῦ Θε­οῦ. Ἡ χά­ρις τοῦ Θε­οῦ κα­ταυ­γά­ζει ὅ­λους τούς πι­στούς. Τό ἀ­πο­στο­λι­κό ἀ­νά­γνω­σμα τῆς ἡμέρας ἀ­να­φέ­ρε­ται σ΄αὐ­τήν τήν δω­ρε­ά τῆς χά­ρι­τος τοῦ Θε­οῦ. Λέει λοι­πόν ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος ὅτι στόν καθένα μας ξεχω­ρι­στά ὁ Θεός ἔδωσε τήν χάρη του. Δέν τήν ἔδωσε ὅμως σέ ὅλους τό ἴδιο. Ἀλλά στόν καθένα μας, σύμφωνα μέ τό μέτρο τῆς σοφίας καί τῆς δι­και­οσύνης του. Γι’ αὐτό κάποιος ψαλμός λέει προφητικά: Ὅταν ὁ Χριστός μέ τήν ἀνάληψή του ἀνέ­βη­κε ψηλά στόν οὐρα­νό, ἔδεσε αἰχμάλωτους τούς ἐχ­θρούς του, δηλαδή τόν σα­τανά καί τό θάνατο κι ἔδωσε χα­ρί­σματα στούς ἀν­θρώ­πους. Τό ὅτι ὅμως ὁ Χριστός ἀνέβηκε στούς οὐρα­νούς, ὑποδηλώνει ὅτι πιό πρίν κα­τέβηκε στή γῆ μας καί ἔγινε ἄνθρωπος καί θυσιά­στηκε γιά μᾶς. Ὁ ἴδιος Χριστός πού κατέβηκε στή γῆ, ὁ ἴδιος ἀνέ­βη­κε πάνω ἀπ’ τούς οὐρανούς, γιά νά γε­μίσει μέ τήν παρουσία του καί τίς δωρεές του τά πά­ντα.

Διότι ὁ Κύριός μας, ἀπό τόν ἔνδοξο θεϊκό του θρό­νο εἶναι ὁ δωρεοδότης βασιλεύς καί χο­ρη­γός κάθε ἀγα­θοῦ. Ἐδῶ ὅμως γεννιέται ἕνα ἐρώτημα. Πρίν ἀπό τήν ἀνάληψή του, ὁ Θεός δέν χορηγοῦσε τά ἀγαθά του στούς ἀνθρώπους; Ὁ Θεός πάντοτε δώριζε στούς ἀν­θρώ­πους ἀπό τόν ἀνεξάντλητο πλοῦτο τῶν ἀγαθῶν του. Ὅμως πρίν ἀπό τήν σταύρωση, τήν ἀνάσταση καί τήν Ἀνάληψή τοῦ Κυρίου, ὁ ἄνθρωπος δέν ἦταν δεκτι­κός τῶν θείων δωρεῶν. Δέν μποροῦσε οὔτε καί ἀντεχε ὁ ἄνθρωπος νά πλουτίσει μέ τά θεῖα δῶρα. Διότι ἦταν ὑπόδουλος στήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο. Μετά τήν Πεντηκοστή ὅμως κάθε πιστός μπορεῖ νά δεχθεῖ ἀσύγ­κρί­τως μεγαλύτερες δωρεές. Τώρα πλέον ὁ Θεός δέν χαρίζει μόνο κάποια ἀπό τά ἀγαθά του, ἀλλά πληρώ­νει τόν ἄνθρωπο μέ κάθε θεϊκό ἀγαθό.  Μέ­σα στήν ἄ­πει­ρη ἀ­γά­πη του δέν κρα­τᾶ γι­ά τόν ἑ­αυ­τό του τά ἄ­πει­ρα πλού­τη του ἀλ­λά μᾶς τά μᾶς δω­ρί­ζει. Μᾶς χα­ρί­ζει ὅ,τι ὑ­ψη­λό μπο­ροῦ­με νά πο­θή­σου­με ἤ νά σκε­φθοῦ­με. Ἀ­να­ζη­τοῦ­με τήν χα­ρά, τήν εὐ­τυ­χί­α; Ὁ Χρι­στός εἶ­ναι ἡ χα­ρά μας καί τήν προ­σφέ­ρει μέσα μας ὁλοκληρωμένη. Ἀ­που­σιά­ζει ἡ εἰ­ρή­νη στήν καρ­διά μας; Ὁ Χρι­στός εἶ­ναι ἡ εἰ­ρή­νη μας ἡ ὁποία ξεπερνᾶ κάθε ἀνθρώπινη κατα­νό­ηση. Μᾶς λεί­πει ἡ ἀ­γά­πη; ὁ Χρι­στός εἶ­ναι ἡ ἀ­γά­πη. Με­­γα­λύ­τε­ρη ἀ­γά­πη ἀ­πό τή δική του κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει. Καί μᾶς τήν προ­σφέ­ρει. Δι­ψοῦ­με γιά γνώ­ση; Στόν Χριστό ὑπάρχουν ὅλοι οἱ θη­σαυ­ροὶ τῆς σο­φί­ας καί μ’ αὐτούς μᾶς πλουτίζει. Τρέ­μου­με τόν θά­να­το; Δι­ψοῦ­με γιά ζω­ή; Ὁ Χρι­στός εἶ­ναι ἡ Ζω­ή μας· Ζώντας μέ τόν Χριστό, ἔχουμε ζωή, καί ξεχείλισμα ζωῆς. Ἡ ἁμαρ­τία καί ὁ θάνατος δέν ἔχουν πλέον τή δύναμη πού εἶχαν. Κι ἐμεῖς ζοῦ­με πλέον μέ τήν προσ­δο­κί­α τῆς αἰ­ω­νι­ό­τη­τος. Ἀ­κό­μη κι ἄν ἔλ­θουν στή ζω­ή μας στε­νο­χώ­ρι­ες καί πί­κρες, ἀρ­ρώ­στει­ες καί θά­να­τοι, δέν χά­νου­με τήν εἰ­ρή­νη μας, τήν ἐλ­πί­δα μας, τή χα­ρά μας. Δι­ό­τι ἔ­χου­με μέ­σα μας τόν ἴ­διο τόν Χρι­στό. Αὐτός μᾶς πλου­τίζει μέ ὅλες τίς δωρεές καί τά χάριτές του.

2. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΤΕΛΕΙΟΙ

Στή συνέχεια τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει ὅτι ὁ θεάνθρωπος Κύριος ἔδωσε διαφορετική ἀποστολή καί χαρίσματα σέ κάθε διάκονο τῆς Ἐκκλησίας του. Ἄλ­λους τούς ἔθεσε ἀπο­στό­λους, ἄλλους προφῆ­τες, ἄλ­­λους εὐαγγε­λι­στές, ἄλ­λους ποιμένες καί διδα­σκά­λους. Κι ὅλες αὐτές τίς δια­φορετικές κλήσεις τίς ἔδωσε μ’ ἕνα με­γά­λο καί ἅγιο σκο­πό. Γιά νά κα­ταρ­τ­ι­ζόμαστε οἱ πιστοί καί νά οἰ­κο­­δο­μού­μαστε. Ἔτσι ὥστε νά φθάσου­με κάποτε νά ἔ­χου­με ὅλοι τήν ἴδια ἀλη­θινή πίστη καί τήν τέλεια γνώ­ση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θε­οῦ· Νά ἔχουμε τέτοια πρόοδο καί ὡρι­μό­τη­τα ὥστε νά γίνουμε πνευματικά τέ­λειοι ἔχον­τας τίς δωρεές καί τήν πνευ­μα­τική τελειό­­τη­τα τοῦ Χρι­­στοῦ.

Στό δεύτερο αὐτό μέρος τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώ­σμα­τος ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέγει μεγάλα καί ὑ­ψη­λά πράγματα. Μᾶς περιγράφει ποῦ μπορεῖ νά φθά­σει ὁ ἄνθρωπος ὅταν ζεῖ μέσα στήν χάρη καί τήν εὐ­­λογία τοῦ Θεοῦ. Καί ἀναφέρει τρία ἐπίπεδα πνευμα­τι­κῆς προόδου. Πρῶτο ἐπίπεδο ἡ τέλεια πίστη, δεύτερο ἡ τέλεια γνώ­ση, καί τρίτο ἡ τέλεια μετοχή στίς δωρεές καί τήν ἁγιό­τη­τα τοῦ Χριστοῦ. Καθώς ὅμως ἐμεῖς τά ἀκοῦμε ὅλα αὐτά γεμίζουμε μέ δέος καί ἀπορία. Ποιός ἀπό ἐμᾶς μπορεῖ νά φθάσει σ’ αὐτά τά μεγάλα καί δυσθεώρητα ὕψη τῶν ἁγίων; Κανείς μέ τίς δικές του δυ­νά­μεις. Ὅλα αὐτά τά μεγάλα καί ὑψηλά τά χαρίζει ὁ Θε­ός μέ τήν χάρη του. Καί τότε τί ζητᾶ ἀπό μᾶς; Ζητᾶ νά γινόμα­στε δεκτικά δοχεῖα τῆς χάριτός του. Νά ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία του μέ πίστη καί ὑπα­κοή. Νά δε­χόμαστε καθημερινά τήν πνευματική καλλιέρ­γεια τῶν ποιμένων καί διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας του. Ἀκο­λου­­θώντας τά ἴχνη τοῦ Χρι­στοῦ. Αὐτόν νά πιστεύουμε, αὐτόν νά ἀγαποῦμε, αὐ­τόν νά λα­τρεύου­με, αὐτόν νά ζοῦμε. Νά ἀφή­νουμε τήν χάρη του νά γεμίζει τήν ψυχή μας, νά μεταμορφώ­νει τήν ζωή μας. Κί ὅ­σο πε­ρισ­σό­τε­ρο θά ἐπιθυ­μοῦ­με τήν πα­ρου­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ, τό­σο πε­ρισ­σό­τε­ρο μέ­σα μας θά εἰσέρχεται ἡ ζω­ή τοῦ Θε­οῦ. Κι ὅλα μεσα μας θά γίνονται φῶς, ἁγι­ασμός,­ οὐ­­ρα­νός. Αὐτός εἶναι ὁ προο­ρι­σμός μας, αὐτός νά εἶναι καί ὁ καθημερινός μας ἀγώ­νας.